Από την έντυπη έκδοση
Του Κώστα Δεληγιάννη
[email protected]
Τέσσερα σημαντικά προβλήματα απειλούν την εγχώρια αγορά καυσίμων, υπονομεύοντας την οικονομική βιωσιμότητα τόσο των εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών όσο και των πρατηρίων και θέτοντας σε κίνδυνο χιλιάδες θέσεις εργασίας. Όπως ανέφερε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών (ΣΕΕΠΕ) Γιάννης Αληγιζάκης, σε εκδήλωση του Συνδέσμου προς τους εκπροσώπους του Τύπου, τα προβλήματα αυτά έχουν να κάνουν με τα μέτρα ενεργειακής εξοικονόμησης για την περίοδο 2020-2030, την αντιμετώπιση της παραβατικότητας, τις δυστοκίες στην εφαρμογή του μεταφορικού ισοδύναμου, καθώς και την υπερφορολόγηση στα καύσιμα.
Όσον αφορά το τελευταίο ζήτημα, ο πρόεδρος του ΣΕΕΠΕ επισήμανε πως στην παρούσα περίοδο της ελληνικής οικονομίας ο κλάδος αντιλαμβάνεται πως είναι εξαιρετικά δύσκολο να προχωρήσει το κράτος σε μείωση των φόρων. Παρ’ όλα αυτά, μία θετική κίνηση θα ήταν η αύξηση του επιδόματος θέρμανσης, η οποία θα έδινε τη δυνατότητα στα νοικοκυριά να μη στερηθούν το πετρέλαιο και τη φετινή χειμερινή περίοδο.
Σύμφωνα με τον κ. Αληγιζάκη, με βάση τις τρέχουσες διεθνείς τιμές του μαύρου χρυσού και την ισοτιμία ευρώ – δολαρίου, η τιμή του πετρελαίου με την έναρξη της χειμερινής περιόδου θα διαμορφωθεί σε 1,023 ευρώ ανά λίτρο, δηλαδή μειωμένη κατά 11% από τον Οκτώβριο του 2018 (όταν ήταν 1,146 ευρώ). Το γεγονός, ωστόσο, ότι το κονδύλι για το επίδομα θέρμανσης μειώνεται κάθε χρόνο και αφορά λιγότερους δικαιούχους δεν προοιωνίζεται δραστική ανατροπή των δεδομένων των τελευταίων ετών. «Το πετρέλαιο από κοινωνικό αγαθό έγινε ακριβή πολυτέλεια για τους περισσότερους συμπολίτες μας και “βούλιαξε” την αγορά, αλλά και τα έσοδα του κράτους» σημείωσε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του Συνδέσμου.
Η θέση του ΣΕΕΠΕ είναι να διπλασιαστεί η δαπάνη έναντι της περσινής χειμερινής περιόδου, όπου το κράτος επένδυσε 57 εκατ. ευρώ, αίροντας επίσης το δαιδαλώδες των κριτηρίων υπαγωγής και επιδότησης, που αποθαρρύνει τους καταναλωτές από το να υποβάλουν αίτηση. «Η θέση μας είναι πολύ απλή: κατάργηση όλων των κριτηρίων για όλους τους συμπολίτες μας μέχρι το εισόδημα των 50.000 ευρώ» επισήμανε.
Η παραβατικότητα
Μείζον ζήτημα, όμως, για τον Σύνδεσμο αποτελεί και η πάταξη της παραβατικότητας είτε αυτή αφορά πειραγμένες αντλίες είτε -σε μικρότερο βαθμό σήμερα- λαθρεμπόριο, η οποία συνεχίζει να μαστίζει τον κλάδο. Το φαινόμενο, μάλιστα, δεν έχει αντιμετωπιστεί παρόλο που έχουν περάσει δέκα χρόνια από τότε που θεσπίστηκε για πρώτη φορά με νόμο μια ολοκληρωμένη δέσμη μέτρων κατά της παράνομης διακίνησης υγρών καυσίμων. Βασική αιτία αποτελεί το σύστημα εισροών – εκροών, το οποίο έως σήμερα δεν έχει επεκταθεί στις φορολογικές αποθήκες, ενώ δεν μπορεί να αξιοποιηθεί πλήρως, λόγω δυσλειτουργιών στον εξοπλισμό.
Όσον αφορά τον ενεργειακό σχεδιασμό, ο πρόεδρος του ΣΕΕΠΕ σημείωσε πως το πρώτο πρόβλημα προέκυψε με τους στόχους ενεργειακής εξοικονόμησης με τους οποίους επιφορτίστηκε ο κλάδος με ορίζοντα το 2020, μέσω της εμπλοκής των εταιρειών στα καθεστώτα επιβολής ενεργειακής απόδοσης, τα οποία άνοιξαν το «παράθυρο» για δυσβάστακτα πρόστιμα. Παράλληλα, στο πλαίσιο των νέων στόχων για το 2030, παρόλο που ακόμη δεν είναι ξεκάθαρο αν θα υιοθετηθούν και πάλι τα καθεστώτα επιβολής, οι εταιρείες θα κληθούν να προβούν σε μεγάλες και μη ανταποδοτικές επενδύσεις.
Τέλος, σχετικά με το μεταφορικό ισοδύναμο, ο κ. Αληγιζάκης επισήμανε ότι σημειώνονται σημαντικές καθυστερήσεις στον χρόνο καταβολής της επιδότησης, ενώ θα πρέπει το μέτρο να περάσει από την πιλοτική στην κανονική φάση εφαρμογής, επεκτεινόμενο σε όλα τα νησιά, αλλά και στο πετρέλαιο θέρμανσης. Επίσης, παρά το γεγονός ότι από το 2015 έχει καταργηθεί η επιδότηση στις εταιρείες για τις μεταφορές καυσίμων στα νησιά, το κράτος συνεχίζει να εισπράττει από αυτές την εισφορά που θεσπίστηκε για τον συγκεκριμένο σκοπό το 2012 και η οποία αναλογεί στο 1,2% της προ φόρων αξίας των προϊόντων. Η πολιτεία, μάλιστα, εντελώς παράνομα δεν έχει καταβάλει έως σήμερα στις εταιρείες τις επιδοτήσεις για τις μεταφορές της περιόδου 2013-2014, οι οποίες υπερβαίνουν τα 5 εκατ. ευρώ.