Από την έντυπη έκδοση
Του Στέλιου Παπαπέτρου
Σαρωτικές ανατροπές σε ό,τι γνωρίζαμε από τη Μεταπολίτευση μέχρι χθες στο ασφαλιστικό σύστημα της χώρας επιφέρει το σχέδιο για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος που προωθεί το υπουργείο Εργασίας, καθώς αλλάζει τα πάντα. Το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ μετονομάζεται σε Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) και θα αποτελεί στο εξής τον μοναδικό φορέα παροχής κύριας κοινωνικής ασφάλισης.
Στον ΕΦΚΑ εντάσσονται αυτοδίκαια από 1.1.2016 όλοι οι υφιστάμενοι φορείς κύριας κοινωνικής ασφάλισης, δηλαδή, ΟΑΕΕ, ΟΓΑ, ΕΤΑΑ και ΕΤΑΠ-ΜΜΕ. Το ΝΑΤ και ο ΟΓΑ διατηρούν αυτοτελή νομική προσωπικότητα μόνο για την άσκηση των μη ασφαλιστικών τους αρμοδιοτήτων, δηλαδή διατηρούν την προνοιακή δραστηριότητά τους. Με τις προωθούμενες αλλαγές, σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες της κοινωνικής ασφάλισης, έρχονται νέες μειώσεις στις κύριες συντάξεις, επειδή αλλάζει ο τρόπος υπολογισμού τους. Επίσης, έρχονται μειώσεις στις επικουρικές συντάξεις και στα μερίσματα των δημοσίων υπαλλήλων.
Παράλληλα προβλέπονται αυξήσεις ασφαλιστικών εισφορών για εργαζόμενους, εργοδότες, ελεύθερους επαγγελματίες, γιατρούς μηχανικούς, δικηγόρους και αγρότες. Το ΕΚΑΣ από την 1-1-2017 θα αρχίσει σταδιακά να καταργείται για μεγάλες κατηγορίες συνταξιούχων επειδή αλλάζουν τα εισοδηματικά κριτήρια απονομής του. Τέλος, καθιερώνεται εθνική σύνταξη 384 ευρώ για όσους συμπληρώνουν το 67ο έτος της ηλικίας τους. Στην εθνική σύνταξη θα προστίθεται το ανταποδοτικό κομμάτι της σύνταξης που θα υπολογίζεται με βάση τον μέσο μηνιαίο μισθό στο σύνολο όλων των εργάσιμων ετών ενός ασφαλισμένου.
Εθνική σύνταξη 384 ευρώ
Η εθνική σύνταξη θα καταβάλλεται σε όλους όσοι διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα για τουλάχιστον δεκαπέντε (15) έτη μεταξύ του 15ου και του 67ου έτους της ηλικίας τους ή του έτους της ηλικίας τους στο οποίο θεμελιώνουν δικαίωμα πλήρους σύνταξης. Το ποσό της θα μειώνεται για τους συνταξιούχους λόγω γήρατος κατά 1/40 για κάθε χρόνο που υπολείπεται των σαράντα (40) ετών διαμονής στην Ελλάδα, μεταξύ του 15ου και του 67ου έτους της ηλικίας. Επίσης, το ποσό της εθνικής σύνταξης μειώνεται αναλογικά στις περιπτώσεις θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος σε μειωμένη σύνταξη λόγω γήρατος ή λόγω αναπηρίας.
Η μείωση της εθνικής σύνταξης προκειμένου για τους ασφαλισμένους που λαμβάνουν μειωμένη σύνταξη γήρατος ανέρχεται σε 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται για τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας πλήρους συνταξιοδότησης. Για τους συνταξιούχους που λαμβάνουν μειωμένη σύνταξη λόγω αναπηρίας με ποσοστό 67% έως και 79,99% χορηγείται το 75% της εθνικής σύνταξης (288 ευρώ), και με ποσοστό από 50% έως και 66,99% χορηγείται το 50% αυτής (192 ευρώ). Σε περίπτωση που ο συνταξιούχος δικαιούται περισσότερες της μίας συντάξεις, θα λαμβάνει μία εθνική σύνταξη. Στην περίπτωση συνταξιούχου ή δικαιούμενου μιας πλήρους σε ποσό και μιας μειωμένης κύριας σύνταξης, το ποσό της χορηγούμενης εθνικής σύνταξης είναι πλήρες.
Ανταποδοτική σύνταξη με βάση το εισόδημα
Εδώ έχουμε μια μεγάλη ανατροπή που θα επηρεάσει το τελικό ποσό όλων των συντάξεων, επειδή ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους σύνταξης κύριας ασφάλισης λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου θα λαμβάνονται υπόψη: α) Για τους μισθωτούς, ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών που είχαν σε όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού τους βίου. Ως σύνολο μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος νοείται το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών που υπόκεινται σε εισφορές, καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου, εξαιρουμένων των δώρων εορτών και του επιδόματος αδείας που τυχόν καταβλήθηκαν.
Για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνονται υπ’ όψιν οι αποδοχές του ασφαλισμένου για κάθε ημερολογιακό έτος, εκτός από το τελευταίο έτος ή του τμήματος του έτους κατά το οποίο υποβάλλεται η αίτηση συνταξιοδότησης. β) Για τους αυτοαπασχολούμενους και τους αγρότες, για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης λαμβάνονται υπ’ όψιν οι ασφαλιστικές κατηγορίες βάσει των οποίων υπολογίζονταν οι εισφορές για κύρια σύνταξη, σύμφωνα με το ισχύον δίκαιο μέχρι τη θέση σε ισχύ του νόμου αυτού και για το διάστημα μετά καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου.
Πλαφόν 2.304 ευρώ και 3.072 ευρώ
Μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, το καταβαλλόμενο καθαρό ποσό κάθε ατομικής σύνταξης δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 2.304 ευρώ, ενώ το άθροισμα του καταβαλλόμενου καθαρού ποσού των συντάξεων που δικαιούται κάθε συνταξιούχος από οποιαδήποτε αιτία από το δημόσιο ΝΠΔΔ, ή οιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης, δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 3.072 ευρώ.
Και «προσωπική διαφορά»
Το σχέδιο του υπουργείου Εργασίας προβλέπει ότι μετά το 2019 και την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, εφόσον το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων που θα δίνονται τότε, θα είναι μεγαλύτερο από αυτό που θα προκύψει από τον επανυπολογισμό που θα γίνει με βάση τις νέες ρυθμίσεις, τότε το επιπλέον ποσό θα εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, απομειούμενη μέχρι την τελική αντιστοίχηση με τις συντάξεις όσων θα συνταξιοδοτηθούν μετά τις νέες ρυθμίσεις. Εάν είναι μικρότερο, καταβάλλεται στον συνταξιούχο το αναλογούν υπολειπόμενο ποσό της διαφοράς.
Νέος τρόπος υπολογισμού του εφάπαξ
Το ποσόν της εφάπαξ παροχής ισούται με το άθροισμα του τμήματος της εφάπαξ παροχής που αντιστοιχεί για τα έτη ασφάλισης μέχρι την 31.12.2013 και του τμήματος της εφάπαξ παροχής που αντιστοιχεί για τα έτη ασφάλισης από 1.1.2014 και εφεξής.
α) Για χρόνο ασφάλισης που έχει διανυθεί έως την 31.12.2013:
ι) Για τους μισθωτούς:
Το εφάπαξ βοήθημα αποτελείται από το γινόμενο του εβδομήντα επί τοις εκατό (70%) των συντάξιμων αποδοχών επί των οποίων έγιναν οι νόμιμες κρατήσεις, επί τα έτη ασφάλισης. Ως συντάξιμες αποδοχές νοούνται το πηλίκον της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος κατά τα πέντε (5) ημερολογιακά έτη που προηγούνται εκείνου της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης, οι οποίες υπεβλήθησαν σε ασφαλιστικές εισφορές, χωρίς να υπολογίζονται τα δώρα εορτών και το επίδομα αδείας, διά του αριθμού των μηνών απασχόλησης που έχουν πραγματοποιηθεί εντός της χρονικής αυτής περιόδου.
ιι) Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους:
Το εφάπαξ βοήθημα αποτελείται από το γινόμενο του ογδόντα πέντε επί τοις εκατό (85%) των συντάξιμων αποδοχών, στις οποίες έγιναν οι νόμιμες κρατήσεις, επί τα έτη ασφάλισης. Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους λαμβάνονται υπ’ όψιν οι ασφαλιστικές κατηγορίες βάσει των οποίων καταβλήθηκαν εισφορές ολόκληρο τον χρόνο της ασφάλισης του ασφαλισμένου, όπως έχουν διαμορφωθεί την 31.12 του προηγούμενου της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης κάθε επιπλέον έτος ασφάλισης που πραγματοποιείται έως τη συμπλήρωση έτους.
β. Για τον χρόνο ασφάλισης που πραγματοποιείται από την 1.1.2014 και εντεύθεν:
Για τους μισθωτούς, αυτοτελώς απασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες το τμήμα της εφάπαξ παροχής που αναλογεί στα έτη ασφάλισης από 1.1.2014 και εφεξής, υπολογίζεται με βάση την αρχή της ισοδυναμίας και το ποσό της εφάπαξ παροχής ισούται με τη συσσωρευμένη αξία των εισφορών κατά την ημερομηνία αποχώρησης.
Προϋποθέσεις χορήγησης ΕΚΑΣ
1. Από 1.1.2016 και έως την 31.12.2019 για την καταβολή του επιδόματος πρέπει να πληρούνται αθροιστικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. Να έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους. Για τους συνταξιούχους λόγω αναπηρίας με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω, καθώς και για τα τέκνα που λαμβάνουν σύνταξη λόγω θανάτου του γονέα τους, δεν απαιτείται όριο ηλικίας.
β. Το συνολικό καθαρό ετήσιο εισόδημά τους από συντάξεις (κύριες, επικουρικές και βοηθήματα καταβαλλόμενα σε χρήμα), μισθούς, ημερομίσθια και λοιπά επιδόματα, να μην υπερβαίνει το ποσό των επτά χιλιάδων εννιακοσίων εβδομήντα δύο (7.972) ευρώ.
γ. Το συνολικό ετήσιο ατομικό φορολογητέο, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο εισόδημα του συνταξιούχου να μην υπερβαίνει το ποσό των οκτώ χιλιάδων οκτακοσίων ογδόντα τεσσάρων (8.884)ευρώ.
δ. Το συνολικό ετήσιο οικογενειακό φορολογητέο, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο εισόδημα να μην υπερβαίνει το ποσό των έντεκα χιλιάδων (11.000) ευρώ. Τα παραπάνω ποσά αφορούν εισοδήματα του προηγούμενου φορολογικού έτους.
ε. Το συνολικό ακαθάριστο ποσό κύριας και επικουρικής σύνταξης που καταβάλλεται κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται και τα πάσης φύσεως επιδόματα, πλην των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων – Πάσχα και επιδόματος αδείας, να μην υπερβαίνει τα εξακόσια εξήντα τέσσερα (664) ευρώ. Από 1.1.2017 και μέχρι 31.12.2019 και σε ετήσια βάση αυτά τα ποσά αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Από 1-1-2020 η παροχή αυτή καταργείται. Από 01.01.2016 στους ανασφάλιστους υπερήλικες και σε αυτούς που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης καταβάλλεται από τον ΟΓΑ επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Ανασφάλιστων Υπερηλίκων, εφόσον πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:
α. Εχουν συμπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας τους.
β. Δεν λαμβάνουν ή δεν δικαιούνται να λάβουν σύνταξη από το εξωτερικό ή οποιαδήποτε ασφαλιστική ή προνοιακή παροχή από την Ελλάδα, μεγαλύτερη από το κατωτέρω στην παρ. 3 πλήρες ποσό του επιδόματος.
Aνταποδοτική σύνταξη: Εμμεσες μειώσεις έως και 15%
Ο τρόπος υπολογισμού της ανταποδοτικής σύνταξης με βάση το σχέδιο του υπουργείου Εργασίας θα προκαλέσει έντονο δημόσιο διάλογο, λόγω των διαφορετικών προσεγγίσεων που υπάρχουν. Στο σχέδιο του υπουργείου Εργασίας οι συντελεστές αναπλήρωσης της ανταποδοτικής σύνταξης είναι υψηλότεροι από τους αντίστοιχους πίνακες του Ν.3863/2010. Το τελικό ποσό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης υπολογίζεται για το σύνολο του χρόνου ασφάλισης, με βάση μια σταδιακή κλιμάκωση που ξεκινά από 0,80% και φθάνει στο 2% έπειτα από 42 χρόνια δουλειάς. Ειδικότερα, το ποσοστό αναπλήρωσης για κάθε έτος ασφάλισης μέσα σε κάθε κλίμακα ετών αντιστοιχεί στο ποσοστό που αναγράφεται στην τρίτη στήλη του πίνακα. Σε περίπτωση συμπλήρωσης των ετών ασφάλισης της δεύτερης στήλης, το ποσοστό αναπλήρωσης, στο ύψος που έχει διαμορφωθεί κατά τα ανωτέρω, προσαυξάνεται περαιτέρω κατά το προβλεπόμενο ποσοστό για την επόμενη χρονική κατηγορία ετών ασφάλισης. Ειδικότερα, τα ποσοστά αναπλήρωσης για κάθε επιμέρους περίοδο ασφάλισης αποτυπώνονται στον ακόλουθο πίνακα:
Τα ποσοστά αναπλήρωσης για κάθε επιμέρους περίοδο ασφάλισης αναφέρονται στον πίνακα.
Ο νόμος Λοβέρδου – Κουτρουμάνη, ενώ έχει μικρότερα ποσοστά αναπλήρωσης, δηλαδή από 0,80% έως και 1,50%, διευκρινίζει ρητά ότι το τελικό ποσό της σύνταξης καθορίζεται για όλα τα έτη με βάση τον συντελεστή που αντιστοιχεί στο τελευταίο πλήρες έτος ασφάλισης (Ν. 3863/10, άρθρο 3, παρ. 1). Σύμφωνα με τους ειδικούς της κοινωνικής ασφάλισης, με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται υψηλότερο τελικό ποσό σύνταξης, ενώ με το σχέδιο του υπουργείου Εργασίας οι κύριες συντάξεις οδηγούνται σε μειώσεις 10%-15%.
Μειώνονται έως και 20% οι επικουρικές
Με την αλλαγή του ποσοστού αναπλήρωσης των επικουρικών συντάξεων εκτιμάται ότι θα υπάρξει νέος γύρος μειώσεων έως και 20%. Ετσι, για τους ασφαλισμένους μέχρι 31.12.2013, οι οποίοι καταθέτουν αίτηση συνταξιοδότησης από την 1.1.2015 και εντεύθεν, το ποσό της επικουρικής σύνταξης αποτελείται από το άθροισμα δύο τμημάτων: α) Το τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισής τους έως 31.12.2014 υπολογίζεται με βάση ποσοστό αναπλήρωσης το οποίο για κάθε χρόνο ασφάλισης αντιστοιχεί σε 0,45% υπολογιζόμενου επί των συντάξιμων αποδοχών εκάστου ασφαλισμένου, όπως αυτές υπολογίζονται και για την έκδοση της κύριας σύνταξης. β) Το τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισής τους από 1.1.2015 και εφεξής υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού.
Αύξηση ασφαλιστικών εισφορών σε επικουρικές συντάξεις
Από 1.1.2016 και μέχρι την 31.12.2018, το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑ) όλων των μισθωτών, ασφαλισμένων πριν και μετά την 1.1.1993, υπολογίζεται σε ποσοστό 3,5% για τον ασφαλισμένο (από 3%) και σε ποσοστό 4% για τον εργοδότη από 3% που ισχύει μέχρι σήμερα. Η αύξηση θα έχει χρονική διάρκεια τριών ετών και μετά το πέρας της τριετίας η μηνιαία εισφορά επανέρχεται στο ύψος που ίσχυε κατά την 31.12.2015.
Ενοποιήσεις Ταμείων
Το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ μετονομάζεται σε Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) και αποτελεί εφεξής τον μοναδικό φορέα παροχής κύριας κοινωνικής ασφάλισης. Στον ΕΦΚΑ εντάσσονται αυτοδίκαια από 1.1.2016 όλοι οι υφιστάμενοι φορείς κύριας κοινωνικής ασφάλισης, δηλαδή ΟΑΕΕ, ΟΓΑ, ΕΤΑΑ, ΕΤΑΠ- ΜΜΕ.
Το σύνολο του ενεργητικού και του παθητικού που προέρχεται από τους φορείς και τομείς κύριας ασφάλισης, φορείς και τομείς πρόνοιας, τους λογαριασμούς παροχών σε χρήμα και τους τομείς ανεργίας και δώρου, που εντάσσονται στον νέο φορέα, οι πόροι που προβλέπονται υπέρ αυτών από τις ισχύουσες διατάξεις, καθώς και η κινητή και ακίνητη περιουσία τους, περιέρχονται αυτοδίκαια στον ΕΦΚΑ ως καθολικό διάδοχό τους.
Τι θα ισχύσει για τις εισφορές αυτοαπασχολούμενων και αγροτών
Του Μιχάλη Χατζηκωνσταντίνου
[email protected]
Από 1.1.2016 και για διάστημα τριών ετών το ποσό της μηνιαίας εισφοράς όλων των αυτοαπασχολούμενων, ελεύθερων επαγγελματιών, ασφαλισμένων πριν και μετά την 1.1.1993 στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑ), υπολογίζεται σε ποσοστό 7,5% επί του εισοδήματος. Μετά το τέλος της τριετίας, η μηνιαία εισφορά διαμορφώνεται στο ύψος που ίσχυε κατά την 31.12.2015. Με απόφαση των υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης δύναται, εντός του διαστήματος των τριών αυτών ετών, να μειώνεται αναλόγως το ύψος των εισφορών των ασφαλισμένων μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων, ανάλογα με την αύξηση της εισπραξιμότητας αυτών.
Από 1.1.2017 οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι οποίοι σύμφωνα με τις γενικές ή ειδικές ή καταστατικές διατάξεις, όπως ίσχυαν ως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, υπάγονταν στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ και του ΕΤΑΑ αντίστοιχα, καταβάλλουν, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης ύψους 20% επί του μηνιαίου εισοδήματός τους, όπως αυτό καθορίζεται είτε με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα, από την ασκούμενη δραστηριότητά τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, είτε με βάση την καθαρή αξία των παρεχόμενων μηνιαίως ή σε άλλη τακτική χρονική βάση.
Στον ΟΓΑ
Οι ασφαλισμένοι οι οποίοι βάσει των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων του ΟΓΑ ασφαλίζονταν ως αυτοαπασχολούμενοι στην ασφάλιση του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του ΟΓΑ, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, από 1-1-2017 καταβάλλουν ασφαλιστική εισφορά στον κλάδο κύριας σύνταξης επί του εισοδήματός τους, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο εισόδημα από την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος.
Το ποσοστό υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών για τους ασφαλισμένους της παραγράφου 1 και τους μελλοντικούς ασφαλισμένους της ίδιας κατηγορίας κατ’ επάγγελμα αγρότες, ορίζεται, σταδιακά αυξανόμενο από την 1.7.2015 έως την 31.12.2019, σε ποσοστό 20%, ως εξής: από 1.7.2015 έως 31.12.2016 το ύψος του ποσοστού υπολογισμού ασφαλίστρου κλάδου σύνταξης αυξάνεται κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες και διαμορφώνεται σε ποσοστό 10% επί των υφισταμένων κατά τη δημοσίευση του νόμου ασφαλιστικών κατηγοριών.