«Κατώτερες των περιστάσεων» είναι – σύμφωνα με τον ΣΕΒ – οι επενδύσεις που γίνονται σήμερα στην Ελλάδα, καθώς όπως επισημαίνει σε δελτίο του για την ελληνική οικονομία, δεν καλύπτουν ούτε καν τις ανάγκες συντήρησης του κεφαλαιακού εξοπλισμού της χώρας.
Κάνοντας μία «χαρτογράφηση» του πεδίου των επενδύσεων, ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανικών διαπιστώνει πως «παρά την έμφαση που δίνεται στην ισχυρή ανάπτυξη, με πληθώρα φορολογικών και λειτουργικών ρυθμίσεων, που δημιουργούν ένα φιλικό προς την επιχειρηματικότητα περιβάλλον… δυστυχώς γίνονται λίγες επενδύσεις και με χαμηλή επίπτωση στο ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας». Αυτό – σύμφωνα με τον ΣΕΒ, σημαίνει ότι πρέπει να γίνουν όχι μόνο περισσότερες επενδύσεις, αλλά και επενδύσεις με ισχυρότερο αποτύπωμα στην παραγωγικότητα της οικονομίας.
Συγκεκριμένα, όπως τονίζει ο ΣΕΒ, οι επενδύσεις στην Ελλάδα, γύρω στα 21 δισ. ευρώ, δεν επαρκούν για την αναπλήρωση του κεφαλαιακού εξοπλισμού που φθείρεται (αποσβέσεις 30 δισ. ευρώ περίπου, εκ των οποίων 9 δισ. ευρώ σε κατοικίες). Ακόμη και χωρίς τις κατοικίες, οι επενδύσεις οριακά αντισταθμίζουν τις αποσβέσεις, με αποτέλεσμα οι καθαρές επενδύσεις να είναι μηδενικές, επισημαίνεται στο δελτίο.
Τι καθηλώνει τις επενδύσεις
Ο βασικός παράγοντας που καθηλώνει την επίπτωση των επενδύσεων στην οικονομία είναι, το μη φιλικό προς τις επενδύσεις θεσμικό πλαίσιο (καθυστερήσεις στην αδειοδότηση, εγκατάσταση, απονομή δικαιοσύνης, κ.ο.κ., στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στις αγορές, και ιδίως στην αγορά εργασίας, κλπ.), που καθιστά τις επενδύσεις ασύμφορες, οδηγώντας σε ανεπαρκές επίπεδο επενδύσεων. Συνεπώς, όπως αναφέρεται στο δελτίο του ΣΕΒ, «το καθαρό απόθεμα κεφαλαίου (μετά από αποσβέσεις) συνεχίζει να μειώνεται, εμποδίζοντας την βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού, που εξαρτάται από το επίπεδο του κεφαλαιακού εξοπλισμού, με το οποίο δουλεύει ο κάθε εργαζόμενος. Εάν εξαιρεθούν οι καθαρές επενδύσεις σε κατοικίες, που είναι βαθιά αρνητικές λόγω των υπερβολών του παρελθόντος (μεγάλες αποσβέσεις), τότε οι καθαρές επενδύσεις είναι grosso modo μηδενικές».
Συγκεκριμένα, όπως διευκρινίζεται στο δελτίο, σήμερα η χώρα επενδύει χωρίς κατοικίες grosso modo 20 δισ. ευρώ Οι ανάγκες για τη συντήρηση του αντίστοιχου αποθέματος κεφαλαίου ανέρχονται επίσης σε 20 δισ. ευρώ περίπου. «Συνεπώς η επίπτωση των καθαρών επενδύσεων στην παραγωγικότητα, τους πραγματικούς μισθούς και, τελικά, στην ευημερία του πληθυσμού είναι σχεδόν μηδενική, μιας και οι ακαθάριστες επενδύσεις δεν προσθέτουν στην ουσία νέο παραγωγικό δυναμικό στην οικονομία, εάν ληφθούν υπόψη οι αποσβέσεις. Εάν υπάρχει κάποια θετική επίπτωση στην οικονομία, αυτή προέρχεται μόνο από τη υψηλότερη κατά κανόνα παραγωγικότητα του νέου εξοπλισμού που αναπληρώνει τον αποσυρόμενο εξοπλισμό. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν προστίθεται νέος εξοπλισμός, νέα εργοστάσια, νέες κατασκευές, κλπ» τονίζεται.
Η εικόνα κατά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας
Μπορεί οι καθαρές επενδύσεις στο σύνολο της οικονομίας χωρίς τις κατοικίες να είναι μηδενικές, αλλά – σύμφωνα με τον ΣΕΒ – υπάρχουν κλάδοι, κυρίως η μεταποίηση, όπου οι καθαρές επενδύσεις είναι θετικές. Αυτό σημαίνει ότι οι επενδύσεις στη μεταποίηση θα φέρουν γρηγορότερα αύξηση της παραγωγικότητας και των εισοδημάτων, και ως εκ τούτου θα πρέπει η ενίσχυση τους να αποτελέσει προτεραιότητα για την οικονομική πολιτική.
Στον αντίποδα, αρνητικές είναι οι καθαρές επενδύσεις στους σημαντικούς κλάδους των μεταφορών, του τουρισμού (και στα ξενοδοχεία και στην εστίαση), του εμπορίου, της ενημέρωσης και επικοινωνίας, και της εκπαίδευσης, ενώ οριακά θετικές είναι στην υγεία.
Οι ακαθάριστες επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό και τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών (hardware Η/Υ, τηλεπικοινωνίες, κεραίες, κλπ.) ήδη αυξάνουν με ταχύτερους ρυθμούς απ’ ότι οι κατασκευές, ο μεταφορικός εξοπλισμός και τα προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας (software Η/Υ, έρευνα και ανάπτυξη, δικαιώματα χρήσης τεχνολογιών, κλπ.). Αυτό αντανακλά την ταχύτερη επέκταση της μεταποίησης που επωφελείται και από την αύξηση των εξαγωγών.
Καταγράφεται, επίσης, μια τάση οι ελληνικές επιχειρήσεις να επενδύουν σε έτοιμες λύσεις πληροφορικής και όχι να αναπτύσσουν κατά κανόνα λύσεις in-house, και να επενδύουν σε hardware και όχι σε software.
Οι επενδύσεις σε κατοικίες ανέρχονται σήμερα σε 1,3 δισ. ευρώ ή 0,7% του ΑΕΠ, ή 6% του συνόλου των επενδύσεων, όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε.-28 είναι 5% του ΑΕΠ ή 25% του συνόλου των επενδύσεων (με 30% στη Γερμανία, όσο ήταν δηλαδή και στην Ελλάδα προ κρίσης). Συνεπώς, όπως επισημαίνει ο ΣΕΒ, «η έμφαση που δίδει η οικονομική πολιτική και στην ανάκαμψη της οικοδομής είναι μάλλον προς τη σωστή κατεύθυνση».
Μέτρα για επενδυτικό «τσουνάμι»
Ο Σύνδεσμος υπογραμμίζει ότι «την επενδυτική άπνοια που επικρατεί σήμερα πρέπει να διαδεχθεί γρήγορα ένα κύμα επενδύσεων για να αρχίσει να αυξάνει το καθαρό απόθεμα κεφαλαίου, και να βελτιωθεί έτσι το βιοτικό επίπεδο του πληθυσμού, που εξαρτάται από την αύξηση του κεφαλαιακού εξοπλισμού με τον οποίο δουλεύουν οι εργαζόμενοι». Όπως διευκρινίζει, η αύξηση των καθαρών επενδύσεων συσχετίζεται με την εισαγωγή τεχνολογικών νεωτερισμών και βελτιώσεων, που επηρεάζουν καθοριστικά το πόσο αποτελεσματικά και πόσο εντατικά συνδυάζονται οι κλασικοί συντελεστές της παραγωγής, το κεφάλαιο και η εργασία.
Ο Σύνδεσμος τονίζει ακόμη την αξία των διαρθρωτικών αλλαγών που ενισχύουν τον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας και βιομηχανίας προς εξωστρεφείς δραστηριότητες υψηλής παραγωγικότητας. Επισημαίνει παράλληλα ότι πέρα από τα επιμέρους μέτρα, που βελτιώνουν το επίπεδο ανταγωνιστικής επιχειρηματικής λειτουργίας στην Ελλάδα, απαιτούνται και πολιτικές για την μεγέθυνση των ελληνικών επιχειρήσεων.
«Επιχειρήσεις που λειτουργούν με χαμηλή παραγωγικότητα, διαθέτοντας χαμηλό τεχνολογικό αποτύπωμα, κ.ο.κ. καταφεύγουν, συνήθως, στη φοροδιαφυγή και σε πρακτικές αδήλωτης, και πολλές φορές υποαμειβόμενης εργασίας, για να επιβιώσουν. Αυτό, όμως, προκαλεί αθέμιτο ανταγωνισμό στις νόμιμες επιχειρήσεις, που εμποδίζονται να αυξήσουν τα μερίδια αγοράς τους, παραμένοντας μικρές» εξηγεί, προσθέτοντας ότι με τον τρόπο αυτό, περιορίζεται και η επενδυτική τους δραστηριότητα, «σε έναν φαύλο κύκλο που καθηλώνει την οικονομία σε χαμηλά επίπεδα παραγωγικότητας και εξαγωγών».
Σύμφωνα με τον ΣΕΒ απαιτούνται πολιτικές και για την αύξηση του μέσου μεγέθους των επιχειρήσεων (πάταξη φοροδιαφυγής, εξαγορές και συγχωνεύσεις, πτωχευτικό δίκαιο, κ.ο.κ.), ενώ κορυφαία προτεραιότητα της οικονομικής πολιτικής πρέπει να παραμείνει η προσέλκυση ξένων επενδύσεων στη χώρα, όχι μόνο για εξαγορές υφιστάμενων επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν προβλήματα υπερχρέωσης ή τεχνολογική υστέρηση, ή που δραστηριοποιούνται μόνο στον τουρισμό ή στον χρηματοοικονομικό τομέα, αλλά και για την εγκατάσταση νέων παραγωγικών δραστηριοτήτων, εκ μέρους μεγάλων διεθνώς ανταγωνιστικών επιχειρήσεων στην παγκόσμια οικονομία.
naftemporiki.gr