Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]
Ο στόχος στο πρόγραμμα του ΔΝΤ για το πρωτογενές πλεόνασμα το 2018 παραμένει 2,2% του ΑΕΠ και τα μέτρα που προβλέπει το πρόγραμμα είναι αρκετά για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος. Στη διαπίστωση αυτή προβαίνει το ΔΝΤ στον απόηχο της έκθεσης του Ταμείου για τις δημοσιονομικές εξελίξεις.
Πηγές του ΔΝΤ παραπέμπουν τη «Ν» στην παράγραφο 14 του staff report που δημοσιεύτηκε όταν η συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Ταμείου για το πρόγραμμα εγκρίθηκε επί της αρχής (http://www.imf.org/~/media/Files/Publications/CR/2017/cr17229.ashx ).
Στο συγκεκριμένο απόσπασμα αναφέρεται ότι ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα το 2018 έχει τεθεί στο 2,2% του ΑΕΠ, «με πρόσθετη εξοικονόμηση από τις εν εξελίξει συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις και από τα προσφάτως νομοθετημένα μέτρα τα οποία θα εξορθολογίσουν τα πλεονάζοντα κοινωνικά προγράμματα».
Στο πλαίσιο αυτό σημειώνεται πως «οι αρχές αναμένουν το πλεόνασμα του 2018 να φτάσει τον στόχο του προγράμματος του ESM -3,5% του ΑΕΠ- λόγω των πιο αισιόδοξων υποθέσεών τους για τα φορολογικά έσοδα και τις συνταξιοδοτικές δαπάνες».
Στο σημείο εκείνο τονίζεται ότι «εάν η Ελλάδα εκπληρώσει πλήρως τις πολιτικές δεσμεύσεις και επιτύχει τους δημοσιονομικούς στόχους που καθορίστηκαν στη συμφωνία του Ταμείου, αλλά δεν επιτύχει τους στόχους στο πρόγραμμα του ESM, οι Ευρωπαίοι εταίροι έχουν συμφωνήσει ότι η πρόσβαση στις εκταμιεύσεις του ESM θα συνεχιστεί και ότι οι στόχοι του ESM θα επανεξεταστούν».
Με λίγα λόγια, το ΔΝΤ έχει εξ αρχής… λάβει τα μέτρα του για το σενάριο απόκλισης από τον στόχο -για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018- ο οποίος είναι στόχος του ESM και όχι του Ταμείου, που ανέκαθεν τον θεωρούσε υπεραισιόδοξο.
Υπενθυμίζεται ότι, μεταξύ άλλων, το Ταμείο έχει πετύχει να προβλεφθεί, εφόσον -πιθανότατα- χρειαστεί, η εμπροσθοβαρής μείωση του αφορολόγητου το 2019 αντί το 2020.
Παρ’ όλα αυτά, επί του παρόντος δεν προκύπτει, τουλάχιστον από την έκθεση του Ταμείου, η ανάγκη για επιπλέον μέτρα από αυτά που ήδη προβλέπει η -ούτως ή άλλως επώδυνη- συμφωνία ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους θεσμούς, με μέτρα για την περίοδο ακόμη και μετά το τέλος του προγράμματος, το οποίο λήγει το 2018.