Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Η αυριανή συνεδρίαση του Εurogroup δεν θα καταλήξει σε οριστικές αποφάσεις για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, ενώ στόχος είναι να τεθούν οι βάσεις για μια συμφωνία μέχρι τη μεθεπόμενη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, στις 20 Φεβρουαρίου. Χθες, ο επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων, Πιερ Μοσκοβισί, ο οποίος έχει άμεση πολιτική ανάμιξη στην αξιολόγηση, επιβεβαίωσε τις πληροφορίες των τελευταίων ημερών, ότι δηλαδή δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση στο αυριανό Εurogroup.
«Θα δούμε πώς μπορούμε να φτάσουμε στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης, αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει αύριο, ελπίζουμε όμως το συντομότερο δυνατό» δήλωσε ο Γάλλος επίτροπος μιλώντας σε δημοσιογράφους στο Δουβλίνο όπου βρισκόταν χθες το πρωί.
Ο κ. Μοσκοβισί αναφέρθηκε και στην προχθεσινή απόφαση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ) για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, την οποία χαρακτήρισε «πολύ καλή», προσθέτοντας ότι μετά την ανταλλαγή απόψεων και δεσμεύσεων από την ελληνική κυβέρνηση και εμείς οι εταίροι αναλαμβάνουμε τις δικές μας δεσμεύσεις.
Χαμηλά ο πήχης
Ο πήχης των προσδοκιών εν όψει της αυριανής συνεδρίασης του Εurogroup ήταν χθες στις Βρυξέλλες χαμηλά, ωστόσο, όπως ανέφερε κοινοτική πηγή, πολλά μπορούν να γίνουν πριν από τη συνάντηση των υπουργών, που θα μπορούσαν να θέσουν τις βάσεις για μια συμφωνία τον επόμενο μήνα. Στη βελγική πρωτεύουσα θα θεωρούσαν απολύτως πετυχημένη τη συζήτηση για την Ελλάδα αύριο αν μετά τη λήξη της ο πρόεδρος του Εurogroup Γερούν Ντέισελμπλουμ ανακοίνωνε την άμεση επιστροφή των επικεφαλής των θεσμών στην Αθήνα ή τη δέσμευση για επιστροφή τις επόμενες μέρες και ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης στις 20 Φεβρουαρίου.
Ο χρόνος αρχίζει να πιέζει την κυβέρνηση που χρειάζεται την ολοκλήρωση της αξιολόγησης για να αρχίσει να υλοποιείται ο οδικός χάρτης με τη σειρά την οποία έχει θέσει: ολοκλήρωση δεύτερης αξιολόγησης, ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, άρση περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, έξοδος στις αγορές.
Ωστόσο, πιέζει και τους Ευρωπαίους ή έστω εκείνες τις κυβερνήσεις που έχουν εκλογές τους επόμενες μήνες, δηλαδή της Ολλανδίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας, οι οποίες δεν θέλουν από τον Μάρτιο μέχρι τον Σεπτέμβριο να έχουν καμία συζήτηση για το ελληνικό ζήτημα. Πάντως, πολλά θα κριθούν στις συναντήσεις που θα γίνουν μεταξύ του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου και των αξιωματούχων της Ευρωζώνης και εταίρων, καθώς και μεταξύ των δανειστών.
Στη συνάντηση μεταξύ των δανειστών θα πρέπει να συμφωνηθεί μια ενιαία στάση έναντι της Ελλάδας, γιατί σήμερα υπάρχει πολύ μεγάλη απόκλιση μεταξύ του ΔΝΤ και της Κομισιόν για το θέμα των πρωτογενών πλεονασμάτων. Ο διεθνής οργανισμός ζητεί τη νομοθέτηση μέτρων ένα προς ένα για την κάλυψη οποιασδήποτε απόκλισης από τον στόχο του 3,5% του ΑΕΠ από το 2019 και μετά, ενώ η Κομισιόν συμφωνεί με τη θέση της κυβέρνησης ότι δεν χρειάζεται εξειδίκευση και νομοθέτηση των μέτρων ένα προς ένα.
«Ειδική περίπτωση η Ελλάδα»
«Ειδική περίπτωση» χαρακτήρισε την Ελλάδα ο Κλάους Ρέγκλινγκ , επικεφαλής του ESM σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα «Hong Kong Economic Times». Ωστόσο, πρόσθεσε ότι και στην ειδική αυτή περίπτωση, η πολιτική που ακολουθείται από τους θεσμούς αποφέρει αποτελέσματα. «Δημιουργήσαμε τον ESM, επειδή μπορεί να δίνει πολύ περισσότερα χρήματα από το ΔΝΤ σε χώρες της Ευρωζώνης που είναι σε πρόγραμμα» είπε ο κ. Ρέγκλινγκ μια ημέρα μετά την ανακοίνωση των βραχυπρόθεσμων μέτρων για την Ελλάδα από τον ESM.
«H προσέγγισή μας για την παροχή δανείων διάσωσης έναντι της εφαρμογής οικονομικών μεταρρυθμίσεων λειτούργησε πολύ καλά στην Πορτογαλία, στην Ιρλανδία, στην Ισπανία και την Κύπρο» υποστήριξε ο επικεφαλής του ESM, ζητώντας να δοθεί «πίστωση χρόνου» για την Ελλάδα.
Ο Ρέγκλινγκ υπογράμμισε ότι στις αγορές δεν αρέσει η αβεβαιότητα και πρόσθεσε ότι οι επερχόμενες εκλογές σε χώρες της Ευρώπης προκαλούν αβεβαιότητα. «Όσο υπάρχει η πιθανότητα εκπλήξεων και αναπάντεχων αποτελεσμάτων, οι αγορές τείνουν να είναι νευρικές» σημείωσε. Πάντως, εκτίμησε ότι δεν είναι πολύ πιθανό να υπάρξει θεμελιώδης αλλαγή πολιτικών στη Γερμανία. Κατά τον επικεφαλής του ESM, στη Γερμανία, αλλά και στη Γαλλία, το πιθανότερο εκλογικό αποτέλεσμα είναι να προκύψουν φιλοευρωπαϊκές κυβερνήσεις.