Από την έντυπη έκδοση
Λήξαν θεωρείται από χθες το θέμα των βραχυπρόθεσμων μέτρων για τη διευθέτηση του ελληνικού χρέους. Οι παρεμβάσεις που είχαν εγκριθεί από τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης στο Eurogroup του περασμένου Δεκεμβρίου είχαν παγώσει επί εβδομάδες εξαιτίας της απόφασης της ελληνικής κυβέρνησης να προχωρήσει στη διάθεση έκτακτου μερίσματος στους συνταξιούχους.
Μετά τις εξηγήσεις που δόθηκαν και την αποστολή της επιστολής Τσακαλώτου, τα μέτρα «ξεπάγωσαν», ενώ χθες ενεργοποιήθηκαν και από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. Στη σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε ο ESM αναφέρεται ότι τα μέτρα αποσκοπούν τόσο στη μείωση του επιτοκιακού κινδύνου που αντιμετωπίζει η Ελλάδα -δεδομένου ότι το 70% του χρέους της τοκίζεται με κυμαινόμενο επιτόκιο- όσο και στην ελάφρυνση του βάρους των αποπληρωμών για τη χώρα.
Ποσοτικοποιώντας τις παρεμβάσεις για το χρέος, ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ ανέφερε ότι «η πλήρης εφαρμογή των εν λόγω μέτρων αναμένεται να οδηγήσει σε συνολική μείωση του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ κατά περίπου 20 ποσοστιαίες μονάδες μέχρι το 2060. Περιμένουμε επίσης οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας να υποχωρήσουν κατά σχεδόν πέντε ποσοστιαίες μονάδες». Ο κ. Ρέγκλινγκ φρόντισε για μια ακόμη φορά να στείλει μήνυμα συνέχισης των μεταρρυθμίσεων, αναφέροντας μέσω της ανακοίνωσης του ESM: «Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα του ESM και του EFSF θα ελαφρύνουν το βάρος του χρέους της Ελλάδας, αλλά η τελική επιτυχία του προγράμματος έγκειται στην αδιάλειπτη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων από την ελληνική κυβέρνηση».
Το διοικητικό συμβούλιο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης ενέκρινε, όπως αναμενόταν, τρεις δέσμες μέτρων για να περιοριστεί ο επιτοκιακός κίνδυνος αλλά και να ενισχυθεί σημαντικά η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά. Οι τρεις αυτές δέσμες μέτρων βραχυπρόθεσμα αναμένεται να επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό της Ελλάδας (σ.σ.: η επιβάρυνση θα αποτυπωθεί ως αύξηση των τόκων που θα κληθεί να καταβάλει το υπουργείο Οικονομικών για την εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους), ενώ τα οφέλη θα είναι μεσο-μακροπρόθεσμα. Από την άλλη, ο ESM επισημαίνει στην ανακοίνωσή του ότι «το πακέτο των βραχυπρόθεσμων μέτρων δεν θα έχει επιπτώσεις στον προϋπολογισμό των κρατών-μελών του ESM».
- Η πρώτη δέσμη μέτρων αφορά ανταλλαγή ομολόγων, στο πλαίσιο της οποίας χρεόγραφα κυμαινόμενου επιτοκίου που διατέθηκαν από τον ESM στην Ελλάδα για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών θα ανταλλαγούν με χρεόγραφα σταθερού επιτοκίου.
- Η δεύτερη δέσμη μέτρων θα επιτρέπει στον ESM να εισέρχεται σε συμφωνίες ανταλλαγής (swap) για να μειώνει τον κίνδυνο η Ελλάδα να πρέπει να πληρώνει υψηλότερα επιτόκια στα δάνειά της όταν θα ξεκινήσει η άνοδος των επιτοκίων στις αγορές.
- Η τρίτη δέσμη μέτρων είναι γνωστή ως «matched funding» και προβλέπει την έκδοση μακροπρόθεσμων ομολόγων τα οποία θα ταιριάζουν στενά με την ωρίμανση των ελληνικών δανείων και συνεπάγεται ότι ο ESM θα εφαρμόσει σταθερό επιτόκιο για τις μελλοντικές εκταμιεύσεις προς την Ελλάδα.
Το δ.σ. του EFSF ενέκρινε επίσης ανταλλαγή ομολόγων -παρόμοια με αυτή της ανταλλαγής ομολόγων του ESM- η οποία θα αφορά τα χρεόγραφα κυμαινόμενου επιτοκίου που είχαν εκδοθεί από τον EFSF. Επιπλέον, ο EFSF παραιτήθηκε από το ενισχυμένο (step-up) επιτόκιο για το έτος 2017 στη δόση των 11,3 δισ. ευρώ που είχε χρησιμοποιηθεί για να χρηματοδοτηθεί η επαναγορά χρέους. Αρχικά είχε προβλεφθεί περιθώριο 2%, με έναρξη από το 2017. Ένα επιπλέον μέτρο -η εξομάλυνση του προφίλ αποπληρωμής στον EFSF- θα διεξαχθεί σε τεχνικό επίπεδο από τον EFSF και αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του Ιανουαρίου.
Η εξομάλυνση του προφίλ αφορά το δεύτερο πρόγραμμα της Ελλάδας (EFSF). Η μέση σταθμισμένη ωρίμανση των δανείων στο πρόγραμμα είχε αρχικά συμφωνηθεί να είναι 32,5 χρόνια. Λόγω ενός αριθμού παραγόντων, αυτό έχει υποχωρήσει στα 28 χρόνια. Η ωρίμανση θα επανέλθει πάλι στα 32,5 χρόνια, ώστε ένας αριθμός από χρονικά σημεία όπου κορυφώνονται οι αποπληρωμές τις δεκαετίες του 2030 και 2040 να μοιραστούν σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Μετά και την επίσημη ενεργοποίηση των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, το ενδιαφέρον εστιάζεται στο αν θα δοθούν περαιτέρω διευκρινίσεις από τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης για το δεύτερο πακέτο μέτρων με τις μεσοπρόθεσμες παρεμβάσεις. Αυτό αποτελεί ζητούμενο για την ελληνική κυβέρνηση, η οποία όμως συνάντησε την πλήρη άρνηση των Ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών στην τελευταία συνεδρίαση του Eurogroup τον Δεκέμβριο. Στις επίσημες δηλώσεις του, ο επικεφαλής του Eurogroup Γερούν Ντέισελμπλουμ είχε αναφέρει τότε ότι περισσότερες λεπτομέρειες για το πακέτο με τα μεσοπρόθεσμα μέτρα δεν αναμένεται να υπάρξουν πριν από τη λήξη του 3ου ελληνικού προγράμματος, δηλαδή πριν από τον Αύγουστο του 2018.