Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Αισιοδοξία για μια «αξιόπιστη» συνολική απόφαση σε σχέση με την Ελλάδα, στην αυριανή συνεδρίαση του Εurogroup, στο Λουξεμβούργο, εκφράζουν αξιωματούχοι των θεσμών και της Ευρωζώνης στις Βρυξέλλες.
Πάντως, μπορεί η αισιοδοξία για συμφωνία να αγγίζει τα όρια της βεβαιότητας, ωστόσο μέχρι και χθες το βράδυ, υπήρχαν ακόμη διαφορετικές απόψεις για τον τρόπο και το μέγεθος ελάφρυνσης του χρέους, oι οποίες όλοι αναμένουν να γεφυρωθούν τις επόμενες ώρες.
«Θα μπορούσα να πω ότι οι πιθανότητες επίτευξης συμφωνίας είναι στις 100%, ωστόσο επειδή αυτό είναι επικίνδυνο θα πω 80%», απάντησε ανώτερος αξιωματούχος της Ευρωζώνης, όταν ρωτήθηκε αν θα έχουμε αύριο συνολική απόφαση.
Τα 80 από τα 88 προαπαιτούμενα
Σύμφωνα με άλλον αξιωματούχο της Κομισιόν, μέχρι και χθες το απόγευμα η Ελλάδα είχε εκπληρώσει τα 80 από τα 88 προαπαιτούμενα για την ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης, ενώ ο ίδιος εμφανίστηκε σχεδόν βέβαιος ότι τις επόμενες ώρες θα διευθετηθούν και τα υπόλοιπα. Πρόκειται για μια απαραίτητη προϋπόθεση ώστε να υπάρξει η έκθεση συμμόρφωσης των θεσμών και στη συνέχεια να περάσει η διαδικασία στην επόμενη φάση, που είναι η ελάφρυνση του χρέους, ο καθορισμός του ύψους της τελευταίας δόσης και η επιτήρηση της επόμενης μέρας.
Αναφορικά με την τελευταία δόση του προγράμματος, το βασικό σενάριο προβλέπει ότι θα κυμαίνεται μεταξύ 11 και 12 δισ. ευρώ και θα πάει για το δημοσιονομικό μαξιλάρι. Χρειάζονται περίπου 20 δισ. ευρώ ώστε να διασφαλιστούν οι δανειακές ανάγκες της χώρας για τους επόμενους 15 μήνες, δηλαδή μέχρι τις αρχές του 2020, ανέφερε ο αξιωματούχος της Κομισιόν, προσθέτοντας ότι όσο μεγαλύτερη είναι η ελάφρυνση του χρέους τόσο μικρότερες θα είναι και οι δανειακές ανάγκες της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια.
Σχετικά με τα μέτρα ελάφρυνσης, ακόμη δεν έχει συμφωνηθεί το βασικότερο όλων, που είναι η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων της δεύτερης διάσωσης. Αξιωματούχος της Ευρωζώνης ανέφερε χθες ότι οι συζητήσεις κινούνται προς την κατεύθυνση μιας περιόδου επιμήκυνσης 7-8 ετών, ενώ οι αρχικές θέσεις των Γερμανών ήταν για μόλις 3 χρόνια και του ΔΝΤ για 15 χρόνια.
Τα άλλα μέτρα ελάφρυνσης είναι η αποπληρωμή του μεγαλύτερου μέρους των δανείων ύψους 10,4 δισ. ευρώ και η επιστροφή των κερδών της ΕΚΤ και των κεντρικών τραπεζών από ελληνικά ομόλογα που κατέχουν. Τα κέρδη αυτά ανέρχονται σε 4 δισ. ευρώ και θα δοθούν στην Ελλάδα σε τέσσερις ισόποσες ετήσιες δόσεις, υπό την προϋπόθεση ότι η χώρα θα πετυχαίνει τους δημοσιονομικούς στόχους και θα εφαρμόζει τις μεταρρυθμίσεις.
Όλες οι αποφάσεις για το χρέος θα έχουν υλοποιηθεί με εκτελεστικές πράξεις πριν από την έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα, στις 21 Αυγούστου, ώστε να σταλούν και τα μηνύματα στις αγορές.
Σύμφωνα με τον αξιωματούχο της Ευρωζώνης, η ελάφρυνση του χρέους είναι το ένα σημαντικό σκέλος της απόφασης, το άλλο είναι η επιτήρηση της επόμενης μέρας, γιατί όπως είπε, θα πρέπει να διασφαλιστεί η αξιοπιστία των πολιτικών που θα εγγυηθούν τη βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. «Οι αποφάσεις για τα δύο αυτά θέματα πρέπει να είναι αξιόπιστες στα μάτια των αγορών, αλλά και στα μάτια των δανειστών που θέλουν διασφαλίσεις ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει στην ίδια κατεύθυνση», ανέφερε.
Η επιτήρηση της επόμενης μέρας θα είναι στενή, οι θεσμοί θα ελέγχουν την ελληνική οικονομία τόσο από δημοσιονομικής πλευράς όσο και σε σχέση με τις μεταρρυθμίσεις, ενώ θα υποβάλλουν τριμηνιαίες εκθέσεις στο Εurogroup. Εάν υπάρχουν αποκλίσεις θα καλείται η κυβέρνηση να προχωρεί άμεσα στις απαραίτητες προσαρμογές ή διορθωτικές κινήσεις. Μάλιστα, η επιστροφή των 4 δισ. ευρώ των κερδών των κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα θα συνδεθεί άμεσα με την τήρηση από ελληνικής πλευράς όλων των συμφωνηθέντων πολιτικών. Ορισμένες εκκρεμότητες που θα βρίσκονται στο «μικροσκόπιο» των θεσμών είναι ενδεικτικά το αεροδρόμιο της Αθήνας (ανανέωση σύμβασης, πώληση ποσοστού από το κράτος), η ολοκλήρωση του κτηματολογίου, το άνοιγμα της αγοράς ενέργειας, η επένδυση στο Ελληνικό, η πορεία μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Φυσικά υπάρχουν και όλα τα προαπαιτούμενα που αποφασίστηκαν στο πλαίσιο της τέταρτης αξιολόγησης και τώρα πρέπει να υλοποιηθούν.
Τέλος, ο αξιωματούχος των θεσμών έκανε αναφορά και στην πορεία της ελληνικής οικονομίας, μιλώντας για «εντυπωσιακά αποτελέσματα» στον δημοσιονομικό τομέα, για υποχώρηση της ανεργίας και επιταχυνόμενη ανάπτυξη. Ωστόσο, αναφέρθηκε και στις προκλήσεις που εξακολουθούν να υπάρχουν, ειδικά ως προς τη στελέχωση της ΑΑΔΕ, την ενσωμάτωση όλων των Ταμείων στον ΕΦΚΑ, την υλοποίηση του νέου συστήματος κοινωνικών επιδομάτων και την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου. Επιπρόσθετα, στις προκλήσεις συμπεριέλαβε τη συνέχιση της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων στον τραπεζικό τομέα, καθώς και την άρση της κίνησης των κεφαλαίων.
Το τελευταίο βήμα για την Ελλάδα
Την ελπίδα ότι στη συνεδρίαση του Eurogroup την Πέμπτη «θα καταφέρουμε να κάνουμε με την Ελλάδα το τελευταίο βήμα στο πρόγραμμα», εξέφρασε η καγκελάριος της Γερμανίας Άγκελα Μέρκελ, επισημαίνοντας ότι «τότε όλες οι χώρες του ευρώ θα βρίσκονται εκτός προγραμμάτων» και θα είναι η σωστή στιγμή για να ληφθούν τα μέτρα θωράκισης της Ευρωζώνης.
«Τώρα πιστεύω έχουμε τη χρονική στιγμή. Την Πέμπτη ελπίζω να καταφέρουμε να κάνουμε με την Ελλάδα το τελευταίο βήμα στο πρόγραμμα. Τότε όλες οι χώρες του ευρώ θα είναι εκτός προγραμμάτων και τότε θα είναι η σωστή στιγμή για να πούμε “τώρα πρέπει να καταστήσουμε την Ευρωζώνη ασφαλή έναντι κρίσεων” και πιστεύω ότι μπορούμε με τις προτάσεις μας να κάνουμε ένα καλό βήμα στη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωζώνης που θα έχουμε μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την επόμενη εβδομάδα», δήλωσε η καγκελάριος, κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε με τον πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων με στόχο την κατάθεση γερμανογαλλικής πρότασης στην Σύνοδο Κορυφής στο τέλος του μήνα.
Η κυρία Μέρκελ τόνισε ακόμη ότι μια οικονομική και νομισματική ένωση μπορεί να κρατηθεί μόνο αν οι οικονομικές πολιτικές πλησιάσουν μεταξύ τους και ανέφερε ενδεικτικά το παράδειγμα της συνεργασίας Γερμανίας και Γαλλίας προκειμένου να εναρμονιστεί το σύστημα φορολόγησης των επιχειρήσεων, αλλά και την πρόοδο που έχουν σημειώσει τα δύο υπουργεία Οικονομικών στο θέμα της τραπεζικής ένωσης. Τόνισε ωστόσο ότι για να καταστεί δυνατή η σύγκλιση κάποιες χώρες χρειάζονται επιπλέον βοήθεια και επισήμανε ότι «η σύγκλιση στην Ευρωζώνη δεν είναι ακόμη επαρκής».
Όχι καμουφλαρισμένο νέο πρόγραμμα
Στο ζήτημα της Ελλάδας επανήλθε χθες πάλι και ο επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων Πιερ Μοσκοβισί από το Παρίσι, διαβεβαιώνοντας ότι δεν θα υπάρχει «καμουφλαρισμένο» πρόγραμμα για την Ελλάδα μετά την έξοδο. «Λέω κατηγορηματικά πως δεν θα υπάρξει καμουφλαρισμένο πρόγραμμα για την Ελλάδα, γιατί αυτό θα ήταν αναξιοπρεπές», δήλωσε ο επίτροπος, επαναλαμβάνοντας ότι τα μέτρα για το χρέος πρέπει να είναι αξιόπιστα, ώστε να σταλούν θετικά μηνύματα στις αγορές. Ο κ. Μοσκοβισί δήλωσε «βαθιά πεπεισμένος» πως το Eurogroup θα τερματίσει το τρίτο ελληνικό πρόγραμμα. «Δεν είναι πιθανό να μη φθάσουμε σ’ αυτή τη λήξη», διαβεβαίωσε υπενθυμίζοντας το πρόγραμμα των μεταρρυθμίσεων που εφαρμόζει η ελληνική κυβέρνηση. «Το να το αγνοήσουμε θα ήταν άδικο. Πρόκειται για μια σελίδα που πρέπει να γυρίσει για τη χώρα και για όλη την Ευρωζώνη», τόνισε.
Επίσης, ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, με αναρτήσεις του στο Twitter, απηύθυνε έκκληση στο Eurogroup να λάβει τις αποφάσεις, κάνοντας λόγο για «κρίσιμη» εβδομάδα για την Ελλάδα. Ταυτόχρονα επισημαίνει τις σημαντικότερες εξελίξεις των τελευταίων ετών, με αριθμούς, λίγο πριν από τη λήψη των τελικών αποφάσεων.
Ο Π. Μοσκοβισί κάνει λόγο για «πρωτοφανή αλληλεγγύη», καθώς από το 2010 έχουν διατεθεί 273,7 δισ. ευρώ στην Ελλάδα. «Μέχρι το τέλος του προγράμματος που ξεκίνησε το 2015 η Ελλάδα θα έχει υλοποιήσει περισσότερες από 450 δράσεις (συμπεριλαμβανομένων των 88 από την τέταρτη και την τελική αξιολόγηση). Η Ελλάδα συζητήθηκε σε 33 συναντήσεις του Eurogroup από τον Ιούλιο του 2015» σημειώνει ο Γάλλος επίτροπος και καταλήγει: «Εν ολίγοις, η Ελλάδα εκπλήρωσε τις δεσμεύσεις της και είμαι βέβαιος ότι τα κράτη-μέλη θα εκπληρώσουν τώρα τις δικές τους. Χρειαζόμαστε έναν ισορροπημένο συμβιβασμό μεταξύ όλων των παραγόντων, διασφαλίζοντας ανάπτυξη και βιώσιμο χρέος για το μέλλον αυτής της χώρας που έχει περάσει τόσα πολλά».