Από την έντυπη έκδοση
Η ασφαλιστική αγορά οδηγείται σε εσπευσμένη συγκέντρωση λόγω των αργών ρυθμών προσαρμογής της στο νέο εποπτικό περιβάλλον, το Solvency II. Μερίδα των εταιρειών καλείται σε διάστημα ενός έτους να καλύψει «αστοχίες», ηθελημένες ή μη, της τελευταίας πενταετίας.
Τα ανωτέρω επισημαίνει σε συνέντευξή του στη «Ν» ο αντιπρόεδρος του δ.σ. της Ευρωπαϊκής Πίστης Νικόλαος Χαλκιόπουλος, ζητώντας από την ΤτΕ αυστηρότερους ελέγχους στην αγορά. Ο ίδιος προβλέπει ότι πριν από την 1η Ιανουαρίου 2016, οπότε θα τεθεί σε ισχύ η Φερεγγυότητα ΙΙ, θα υπάρξουν αρκετές αποχωρήσεις εταιρειών από την ενεργό δράση, λόγω αδυναμίας θωράκισης των ισολογισμών τους, έλλειψης υγιούς στρατηγικού σχεδιασμού και περιορισμένης εφαρμογής σεναρίων έκτακτης ανάγκης.
To Solvency II «απέχει» πλέον από την ασφαλιστική αγορά λιγότερο από ένα χρόνο. Είναι ο κλάδος σας έτοιμος να «υποδεχτεί» ένα τόσο αυστηρό και απαιτητικό εποπτικό πλαίσιο;
«Εκτιμώ ότι σημαντικό μέρος της αγοράς θα είναι ικανοποιητικά προετοιμασμένο. Προκειμένου, ωστόσο, να επιταχυνθεί η σταδιακή προσαρμογή στη Φερεγγυότητα ΙΙ, θα πρέπει σε πρώτο στάδιο να διερευνηθεί η ικανότητα της αγοράς να πραγματοποιήσει τους απαιτούμενους υπολογισμούς της και σε δεύτερο στάδιο να μελετηθεί η ικανότητα των ιδίων κεφαλαίων της να υπερκαλύψουν το απαιτούμενο Περιθώριο Φερεγγυότητας ΙΙ (SCR) ή το Ελάχιστο Περιθώριο Φερεγγυότητας ΙΙ (MCR).
Εν κατακλείδι, κάποιες εταιρείες θα “δοκιμαστούν” επιπλέον φέτος και από την εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων. Αναφέρομαι σε όσες δεν τα εφάρμοσαν μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2014. Πλέον, τα ΔΛΠ καθίστανται υποχρεωτικά για το σύνολο της ασφαλιστικής αγοράς.
Για την υλοποίηση της λειτουργίας της Φερεγγυότητας ΙΙ, οι εταιρείες υποχρεούνται να προβούν στην άμεση πρόσληψη εξειδικευμένων στελεχών, ο αριθμός των οποίων σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να υπερβεί και τα 15 άτομα ανά εταιρεία, αυξάνοντας σημαντικά το λειτουργικό κόστος.
Προκειμένου, μάλιστα, οι ασφαλιστικές να προσαρμόσουν τα μεγέθη τους εν όψει της Φερεγγυότητας ΙΙ, δεν θα είναι λίγες οι εταιρείες που θα υποχρεωθούν να προβούν σε κεφαλαιακές ενισχύσεις, ενώ κάποιες θα διερευνήσουν ακόμη και τα περιθώρια που υπάρχουν για τη βιωσιμότητά τους στο νέο περιβάλλον, μη έχοντας έναν ικανοποιητικό κύκλο εργασιών, ο οποίος να είναι σε θέση να στηρίξει επαρκώς το κόστος λειτουργίας τους, τα κέρδη τους και τα απαιτούμενα από το Solvency II εποπτικά κεφάλαια».
Σε τι βαθμό η Τράπεζα της Ελλάδος πιέζει την αγορά να προσαρμοστεί σχετικά;
«Σε αυτή τουλάχιστον τη φάση, η Τράπεζα της Ελλάδος δεν ασκεί πιέσεις στην αγορά εν όψει του Solvency II, αλλά καθοδηγεί και ενημερώνει για τις απαιτήσεις που θα υπάρξουν από το 2016. Οποιες εταιρείες δεν προέβλεψαν πριν από μία πενταετία τη σταδιακή προετοιμασία τους, δυσκολεύονται σήμερα να κατανοήσουν τις απαιτήσεις, αλλά και τον βαθμό δυσκολίας που κρύβει το νέο πλαίσιο.
Η ΤτΕ, ακολουθώντας τις οδηγίες που Πανευρωπαϊκού Επόπτη των Ασφαλιστικών Εταιρειών και των Συνταξιοδοτικών Ταμείων, της EIOPA, προσαρμόζει σταδιακά μέσω του υπουργείου Οικονομικών τη νομοθεσία, διενεργεί ασκήσεις προσομοίωσης -τα γνωστά σε όλους stress tests-, απαιτεί δοκιμαστικές υποβολές στοιχείων Φερεγγυότητας ΙΙ και, επιπλέον, μέχρι την 30ή Σεπτεμβρίου 2015 ζητεί την εφαρμογή της
Φερεγγυότητας ΙΙ στα οικονομικά στοιχεία της χρήσης που έληξε στις 31/12/2014, προκειμένου να εκπαιδεύσει τον κλάδο, αλλά και να έχει, ως επόπτης, την εικόνα της αγοράς σε επίπεδο Φερεγγυότητας ΙΙ πριν από την εφαρμογή της από 1/1/2016».
Ποιοι είναι οι λόγοι για τους οποίους μερίδα του κλάδου σας «αρνείται» να εγκαταλείψει τις παθογένειες του παρελθόντος;
«Οι παθογένειες του παρελθόντος υιοθετούνται από εταιρείες οι οποίες δεν έχουν μακροχρόνιο σχεδιασμό, αλλά “βλέπουν” μόνο το σήμερα, ελπίζουν σε θαύματα για το αύριο και “επενδύουν” στις αδυναμίες του υπάρχοντος ρυθμιστικού πλαισίου. Δυστυχώς, όμως, θαύματα δεν γίνονται.
Μοναδική εγγύηση για τη συνέχιση της ομαλής λειτουργίας των εταιρειών είναι οι αποφάσεις των διοικητικών συμβουλίων τους, αλλά και οι προβλέψεις που πρέπει να γίνονται περί αρνητικών σεναρίων και τα έκτακτα σχέδια δράσης που θα πρέπει να είναι έτοιμες να υλοποιήσουν οι εταιρείες προκειμένου να αποτρέψουν σημαντικά πλήγματα στα μεγέθη των ισολογισμών τους.
Θα έλεγα ότι είναι υπερβολικό να αναμένουν τα στελέχη της αγοράς το νέο εποπτικό περιβάλλον προκειμένου να αναγνωρίσουν, να μετρήσουν και να διαχειριστούν τους κινδύνους που διατρέχουν οι εταιρείες τους σε καθημερινή βάση, ώστε να διασφαλίσουν τη φερέγγυα λειτουργία τους».
Γιατί η ασφαλιστική αγορά στην Ελλάδα συγκεντρώνεται μόνο μέσα από ανακλήσεις αδειών;
«Στην Ελλάδα η ασφαλιστική αγορά δεν αποτελεί παρά ένα μέρος της συνολικής οικονομικής ζωής της χώρας, όπου η “ποινή” δεν εκλαμβάνεται ως μέτρο πρόληψης, αλλά ως τιμωρία.
Ως εκ τούτου, το χαλαρό εποπτικό πλαίσιο που ίσχυε τις τελευταίες δεκαετίες στη χώρα μας, το οποίο στηριζόταν στην απολογιστική και όχι στην προληπτική εποπτεία, άφησε σημαντικά περιθώρια σε κάποιους από τους διοικούντες εταιρειών να προβαίνουν σε υπο-τιμολογήσεις των προϊόντων τους, με γνώμονα την αύξηση του κύκλου εργασιών εις βάρος των αποτελεσμάτων τους, υπολογίζοντας ότι, στο μέλλον, θα έχουν τον απαιτούμενο χρόνο για την προσαρμογή τους στη νομιμότητα».
Τα χρόνια περνούν κι η χώρα, αν δεν υπάρξει κάποιο νέο πολιτικό ή οικονομικό «ατύχημα», δείχνει να παραμένει -βάσει δεικτών τουλάχιστον- σε περιβάλλον ανάπτυξης. Στο μεταξύ, οι ασφαλιστικές εταιρείες συνεχίζουν επί χρόνια να γυρνούν γύρω από τον εαυτό τους, στερούμενες τη συμμετοχή τους στη διασφάλιση των μελλοντικών συντάξεων. Γιατί δεν έχει ανοίξει στην ιδιωτική ασφάλιση ο τομέας των επαγγελματικών ταμείων, όπως σε άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες;
«Η πολυπόθητη ανάπτυξη θα επανέλθει, καλώς εχόντων των πραγμάτων, εντός του 2015. Η πίεση των τελευταίων ετών για αύξηση των φορολογικών εσόδων του κράτους στέρησε από την ιδιωτική ασφάλιση κάθε φορολογικό κίνητρο, όπως ήταν η φορολογική απαλλαγή των ασφαλίστρων μέχρι ύψους 1.200 ευρώ ετησίως.
Είναι γενικά αποδεκτό ότι συνταξιοδοτική αποταμίευση δεν δύναται να υπάρξει εάν αυτή δεν συνοδεύεται από φορολογικά κίνητρα. Οποια κράτη παρείχαν φορολογικά κίνητρα πέτυχαν εντυπωσιακούς ετήσιους ρυθμούς συνταξιοδοτικής ανάπτυξης, με αποτέλεσμα τα ετήσια ασφάλιστρα των κρατών αυτών να φτάσουν μέχρι και το 16% του ΑΕΠ, όταν στη χώρα μας τα ασφάλιστρα επί σειρά ετών βρίσκονται κοντά στο 2% του ΑΕΠ, ακόμη και σήμερα που το Ακαθάριστο Εθνικό μας Προϊόν μειώθηκε εντυπωσιακά λόγω της οικονομικής ύφεσης.
Η απόσταση που χωρίζει την ιδιωτική ασφάλιση από τα επαγγελματικά ταμεία οφείλεται κατά κύριο λόγο στο κανονιστικό πλαίσιο που ισχύει στην Ελλάδα, το οποίο, φοβούμενο δυσλειτουργίες του παρελθόντος, αποκλείει τις ασφαλιστικές εταιρείες από τη διαχείριση ή και την ανάληψη επαγγελματικών ταμείων.
Η αναθεώρηση του κανονιστικού πλαισίου λειτουργίας των επαγγελματικών ταμείων είναι επιβεβλημένη και θα πρέπει να προβλέπει το άνοιγμα της διαχείρισής τους στις ασφαλιστικές εταιρείες, οι οποίες γνωρίζουν καλύτερα από κάθε άλλο φορέα τη λειτουργία του κεφαλαιοποιητικού συστήματος, εφαρμόζοντας όμως ξεκάθαρους όρους και προϋποθέσεις».
Κλειστή παραμένει και η «πόρτα» συνεργασίας των ασφαλιστικών εταιρειών με τα δημόσια νοσοκομεία. Υπάρχουν προοπτικές οι δύο αγορές να έλθουν πιο κοντά;
«Η σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στον χώρο της υγείας θα βοηθήσει σημαντικά και το Δημόσιο και τις ασφαλιστικές εταιρείες, προκειμένου το μεν Δημόσιο να αυξήσει τα έσοδά του από τη παραχώρηση μέρους της νοσοκομειακής του υποδομής στους ασφαλισμένους των ασφαλιστικών εταιρειών, οι δε ασφαλιστικές εταιρείες να διαχειριστούν το κόστος των αποζημιώσεων παρέχοντας πρόσβαση στους ασφαλισμένους σε υψηλού επιπέδου υπηρεσίες.
Προκειμένου να λειτουργήσει αποτελεσματικά αυτή η συνεργασία, θα πρέπει να τροποποιηθεί η ισχύουσα νομοθεσία, ώστε να επιτραπεί στο προσωπικό των δημόσιων νοσοκομείων να παρέχει υπηρεσίες σε 24ωρη βάση στους ασφαλισμένους των ασφαλιστικών εταιρειών και να αμείβεται αντίστοιχα, να υιοθετηθούν τα ιατρικά πρωτόκολλα και, σε κάθε περίπτωση, να εξασφαλιστεί ότι το επίπεδο των υπηρεσιών που θα παρέχουν τα δημόσια νοσοκομεία στους ασφαλισμένους των κοινωνικών ταμείων όχι μόνο δεν θα υποβαθμιστεί, αλλά, αντίθετα, θα αναβαθμιστεί».
Ποια θέση διεκδικεί η Ευρωπαϊκή Πίστη στον κλάδο; Σχεδιάζετε κινήσεις εξαγορών ή άλλου είδους συνέργειες που θα σας εξασφαλίσουν μεγαλύτερα μερίδια αγοράς;
«Η Ευρωπαϊκή Πίστη θα διεκδικήσει πρωταγωνιστικό ρόλο στα επόμενα έτη. Εχοντας λάβει σαφή θέση υπέρ των δικτύων διανομής, στηρίζοντας στο μέγιστο δυνατό βαθμό το δικό της δίκτυο που απαριθμεί 5.000 συνεργάτες, αλλά και λαμβάνοντας υπόψη της τα νέα δεδομένα που δημιουργούνται για τον κλάδο από τον περιορισμό των παροχών του κοινωνικού κράτους στη σύνταξη και την υγεία, θα επιμείνει σε ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης.
Παράλληλα, προβαίνει στη δημιουργία νέων πρωτοποριακών προϊόντων, όπως πρόσφατα ο Ασφαλιστικός Γονέας, το οποίο ελπίζουμε να αποκτηθεί από κάθε ελληνική οικογένεια. Στο πενταετές πλάνο της εταιρείας προβλέπονται επίσης εξαγορές χαρτοφυλακίων ασφαλιστηρίων ή και υγιών ασφαλιστικών εταιρειών, το μέγεθος των οποίων δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί στα αυξημένα διαχειριστικά κόστη της Φερεγγυότητας ΙΙ, εφόσον οι εν λόγω εξαγορές θα αυξήσουν το μερίδιο αγοράς της εταιρείας και των προβλεπόμενων κερδών της».
Είστε η μόνη ασφαλιστική εταιρεία που παραμένει στο Χρηματιστήριο. Για ποιο λόγο διατηρείτε εισηγμένες τις μετοχές σας;
«Η Ευρωπαϊκή Πίστη από την ίδρυσή της αναπτύχθηκε ως μια πολυμετοχική εταιρεία και ως εκ τούτου το Χρηματιστήριο αποτελεί βασική πλατφόρμα ρευστοποίησης μετοχών υφισταμένων μετόχων ή αγοράς μετοχών της εταιρείας από νέους επενδυτές.
Επιπλέον, η διατήρηση των μετοχών της στο Χ.Α. σημαίνει αυξημένη φερεγγυότητα λόγω των κανονιστικών ρυθμίσεων που επιβάλλει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ενώ αποτελεί βασικό εργαλείο στην πρόσβαση κεφαλαίων αν απαιτηθούν, προκειμένου η εταιρεία να προχωρήσει σε περαιτέρω ανάπτυξη των εργασιών της ή να προβεί σε εξαγορές άλλων εταιρειών».
Συνέντευξη στον ΠΛΑΤΩΝΑ ΤΣΟΥΛΟ – [email protected]