Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) στην Ε.Ε., με εξαίρεση την Ελλάδα, όπου η υποχώρηση ήταν στα μέσα του 2017 επουσιώδης, καταγράφει έκθεση που δημοσιοποίησε χθες η Κομισιόν.
Από την έκθεση προκύπτει ότι η Ελλάδα ήταν μακράν το κράτος-μέλος με το οξύτερο πρόβλημα, ενώ η Κομισιόν ετοιμάζεται να προτείνει δέσμη μέτρων μέσα στην άνοιξη με στόχο την αποφυγή στο μέλλον νέας συσσώρευσης ΜΕΔ στην Ε.Ε.
Όπως προκύπτει από την έκθεση, το δεύτερο τρίμηνο του 2017 τα ΜΕΔ στην Ελλάδα αντιπροσώπευαν το 46,9% του συνόλου των δανείων, όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε. ήταν μόλις 4,6%. Μάλιστα, η μείωση των ΜΕΔ σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2016 ήταν ασήμαντη, αφού δεν ξεπέρασε το 0,3% (από 47,2% σε 46,9%), ενώ στην Ε.Ε. μειώθηκε κατά μία ποσοστιαία μονάδα (από 5,6% σε 4,6%).
Πολύ μεγάλη ήταν και η απόκλιση από την αμέσως επόμενη χώρα, την Κύπρο, όπου το ποσοστό των ΜΕΔ επί του συνόλου των δανείων ήταν 33,4% έναντι 37,6% το δεύτερο τρίμηνο του 2016. Στην Πορτογαλία, στην Ιταλία, στην Ιρλανδία και στη Σλοβενία, που ακολουθούν με τις χειρότερες επιδόσεις, τα ΜΕΔ κινήθηκαν μεταξύ 11,4% και 15,5%.
Ερωτηθείς σχετικά χθες ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν για το ευρώ, Βάλντις Ντομπρόβσκις, αναγνώρισε ότι η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο πρόβλημα, το απέδωσε στη διάρκεια και τη σφοδρότητα της οικονομικής κρίσης, ωστόσο εξέφρασε την εκτίμηση ότι, με την ανάκαμψη της οικονομίας που ξεκίνησε, τα ΜΕΔ θα αρχίσουν να μειώνονται με επιταχυνόμενο ρυθμό.
Στο κεφάλαιο της έκθεσης για την Ελλάδα, ο αυξημένος αριθμός των ΜΕΔ συνδέεται και με την καθυστερημένη εφαρμογή των απαιτήσεων του προγράμματος, καθώς και τις παρατεταμένες διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι διαγραφές παραμένουν το κύριο εργαλείο για την αντιμετώπιση των επισφαλών δανείων, ενώ συνολικά οι τράπεζες έχουν μέχρι στιγμής εκπληρώσει τους στόχους ονομαστικής μείωσης.
Η έκθεση επισημαίνει ότι οι Αρχές έχουν εφαρμόσει μια σειρά από μέτρα, με στόχο να προσφέρουν στις τράπεζες αποτελεσματικά εργαλεία προκειμένου να διαχειριστούν τα προβληματικά δάνεια. Στα μέτρα αυτά αναφέρεται ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης χρεών. Πάντως, σημειώνεται ότι παρά το γεγονός ότι ο μηχανισμός τέθηκε σε ισχύ από την Αύγουστο του 2017, μόνο ένας μικρός αριθμός περιπτώσεων έχει ολοκληρωθεί.
Γίνεται επίσης αναφορά στο πρόβλημα που υπήρχε με τους πλειστηριασμούς και την επιφυλακτική στάση των συμβολαιογράφων.
Τέλος, τονίζεται ότι η απελευθέρωση του καθεστώτος χορήγησης αδειών για εταιρείες παροχής υπηρεσιών εξυπηρέτησης χρέους έφερε έναν ανταγωνισμού στον κλάδο.
Αναφορικά με το σύνολο, από την έκθεση της Κομισιόν προκύπτουν οι εξής διαπιστώσεις:
- Τα ποσοστά των ΜΕΔ σημειώνουν πτώση σε όλα σχεδόν τα κράτη-μέλη, παρότι η κατάσταση διαφέρει σημαντικά από τη μια χώρα στην άλλη. Μάλιστα, κατά μέσο όρο η μείωση φτάνει στο ένα τρίτο σε σχέση με το τέταρτο τρίμηνο του 2014.
- Η μείωση των κινδύνων στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα είναι εμφανής και συμβάλλει στην ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, που αναμένεται να επιτευχθεί με παράλληλα μέτρα μείωσης και επιμερισμού των κινδύνων.
- Η Ε.Ε. βρίσκεται σε καλό δρόμο όσον αφορά την εφαρμογή του σχεδίου δράσης του Συμβουλίου.
Την άνοιξη, η Επιτροπή θα προτείνει μια ολοκληρωμένη δέσμη μέτρων για τη μείωση του επιπέδου των υφιστάμενων ΜΕΔ και την αποτροπή της μελλοντικής συσσώρευσης ΜΕΔ. Η δέσμη αυτή θα επικεντρωθεί σε τέσσερις τομείς: 1) εποπτικά μέτρα, 2) μεταρρύθμιση των πλαισίων αναδιάρθρωσης, αφερεγγυότητας και είσπραξης οφειλών, 3) ανάπτυξη δευτερογενών αγορών για επισφαλή περιουσιακά στοιχεία και 4) προώθηση της αναδιάρθρωσης του τραπεζικού συστήματος. Οι δράσεις σε αυτούς τους τομείς πρέπει να αναλαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο και, όπου απαιτείται, σε επίπεδο Ε.Ε.
Η Επιτροπή καλεί, επίσης, τα κράτη-μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να καταλήξουν γρήγορα σε συμφωνία όσον αφορά την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με την αφερεγγυότητα των επιχειρήσεων. Το μέτρο αυτό, που προτάθηκε τον Νοέμβριο του 2016, θα βοηθήσει τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες να αναδιαρθρώνονται έγκαιρα, ώστε να αποφεύγουν την πτώχευση και, κατ’ επέκταση, θα συμβάλει στη βελτίωση των διαδικασιών αφερεγγυότητας στην Ε.Ε.