Τα ελληνικά προγράμματα προσαρμογής τα οποία εφαρμόζονται από το 2010 βελτίωσαν τις ανισορροπίες στο δημοσιονομικό τομέα και στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, ωστόσο το αυτό έγινε με μεγάλο κόστος στην ανάπτυξη, τη βιωσιμότητα του χρέους και τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκης του πληθυσμού, σύμφωνα με το «Εθνικό Πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων 2016 για την Ελλάδα», που συντάχθηκε από το Συμβούλιο Οικονομικών Εμπειρογνομόνων του υπουργείου Οικονομικών σε συνεργασία με εμπλεκόμενα υπουργεία.
Το πρόγραμμα δημοσιοποίησε την Τετάρτη η Κομισιόν, στο πλαίσιο της διαδικασίας του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, όπου εξέδωσε συστάσεις σε σχέση με τις δημοσιονομικές και διαρθρωτικές ανισορροπίες για όλα τα κράτη μέλη, εκτός Ελλάδας, η οποία βρίσκεται σε πρόγραμμα και τα προβλήματά της αντιμετωπίζονται σε συνεργασία με τους θεσμούς.
Το πρόγραμμα επισημαίνει ότι μεταξύ των ετών 2010 και 2014 το δυνητικό ΑΕΠ μειώθηκε κατά 13,4%, ενώ η ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε σωρευτικά περισσότερο από 25% μετρούμενη σε σταθερές τιμές του ΑΕΠ από το 2008 έως το 2015, γεγονός που επέτεινε τη δυναμική του χρέους και συνέβαλε στην ανατροφοδότηση της κρίσης.
Παράλληλα, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε από 109,3% του ΑΕΠ το 2008 σε 180,2% του ΑΕΠ το 2015, παρά τη σημαντική αναδιάρθρωση. Σύμφωνα με το έγγραφο, καταγράφηκε αύξηση του ποσοστού ανεργίας κατά 14,1% στη διάρκεια των προγραμμάτων προσαρμογής, ενώ μειώθηκε συνολικά το εισόδημα των νοικοκυριών.
Βάσει έρευνας της Κομισιόν του 2014 η συρρίκνωση της ελληνικής αγοράς εργασίας κατά ένα εκατομμύριο θέσεις από το 2008 μέχρι τα μέσα του 2014 έχει μεγεθύνει τις υπάρχουσες προ κρίσης εισοδηματικές ανισότητες. Επίσης, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια διογκώθηκαν την περίοδο του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής σε περισσότερο από 43% των συνολικών τραπεζικών δανείων, γεγονός που επηρεάζει χιλιάδες οικογένειες και αποσταθεροποιεί το χρηματοοικονομικό σύστημα.
Αναφορικά με το νέο πρόγραμμα επισημαίνεται ότι η πορεία των δημοσιονομικών στόχων είναι σύμφωνη με τους αναμενόμενους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, καθώς αυτή ανακάμπτει από τη βαθύτερη ύφεσή της στα χρονικά της ελληνικής οικονομικής ιστορίας.
Σε ό,τι αφορά το προσφυγικό, η έκθεση σημειώνει ότι έχει επηρεάσει δυσανάλογα την Ελλάδα σε σχέση με τις άλλες χώρες ως χώρα διέλευσης.
«Πρόκληση η εφαρμογή αποτελεσματικών και περιεκτικών διαρθρωτικών αλλαγών»
Σε αυτό το μακροοικονομικό και πολιτικό πλαίσιο, η Ελλάδα αντιμετωπίζει την πρόκληση της εφαρμογής αποτελεσματικών και περιεκτικών διαρθρωτικών αλλαγών με τη δέσμευση της ενίσχυσης των πλέον ευπαθών ομάδων του πληθυσμού και της δίκαιης και αναλογικής κατανομής των βαρών της διαδικασίας προσαρμογής.
Οι βασικοί τομείς της οικονομίας στους οποίους εφαρμόζονται οι διαρθρωτικές αλλαγές στην Ελλάδα, όπως τονίζεται στο πρόγραμμα, είναι:
- Ο τομέας της ενέργειας.
- Η αγορά προϊόντων.
- Το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων.
- Η συνέχιση της δημοσιονομικής αναθεώρησης, η οποία περιλαμβάνει την αναμόρφωση του φορολογικού κώδικα και τις αλλαγές στο συνταξιοδοτικό σύστημα.
- Η αναδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης.
- Η δημιουργία ευνοϊκού επενδυτικού κλίματος και τη διευκόλυνση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
- Η έμφαση σε διαρθρωτικά θέματα ανταγωνιστικότητας για την ενίσχυση των εξαγωγών.
«Εμπόδιο η βιωσιμότητα του χρέους»
Για το χρέος τονίζεται ότι η βιωσιμότητα του παραμένει ένα σημαντικό εμπόδιο για τη μεγέθυνση της οικονομίας. Η Κομισιόν σε συνεργασία με την ΕΚΤ, διενήργησε ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους για την Ελλάδα, συμπεραίνοντας ότι μπορεί να επιτευχθεί με την εφαρμογή ενός αξιόπιστου προγράμματος διαρθρωτικών αλλαγών και επιπλέον μέτρα για το χρέος.
Συμπερασματικά, το έγγραφο αναφέρει ότι για να ενισχυθεί η πορεία της χώρας προς την οικονομική ανάπτυξη και την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους, είναι απαραίτητη η εφαρμογή του προγράμματος ανασυγκρότησης που έχει συμφωνηθεί, καθώς θα οδηγήσει:
- στην επανένταξη των ελληνικών τίτλων στις αποδεκτές από το Ευρωσύστημα εξασφαλίσεις, καθιστώντας δυνατή τη συμμετοχή στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και
- στην απόφαση για τη λήψη μέτρων, από την πλευρά των εταίρων της ζώνης του Ευρώ, που θα διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα του χρέους.
Οι εξελίξεις αυτές εκτιμάται ότι θα έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία συνθηκών για ανάπτυξη στο δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους.
Προοπτικές για 2016
Στο σύνολο του 2016, εκτιμάται ύφεση της τάξης του 0,7%, με το ΑΕΠ να παρουσιάζει αρνητική μεταβολή εντός του πρώτου εξαμήνου και από το δεύτερο εξάμηνο του έτους να επιστρέφει σε θετική πορεία, σύμφωνα με το συγκεκριμένο έγγραφο.
Οι κύριοι ενδογενείς παράγοντες «κινδύνου» αφορούν τον ρυθμό αποκατάστασης της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, τη σταθεροποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και την επιδιωκόμενη ταχεία άρση των ελέγχων κεφαλαίων, ώστε να δοθεί ώθηση στις επενδύσεις και την εγχώρια ζήτηση και να επιτραπεί η επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης από το τρίτο τρίμηνο του 2016.
Ωστόσο, η επιτυχής εφαρμογή του νέου προγράμματος υπόκειται και σε περιορισμούς του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος που προσδιορίζονται εξωγενώς. Οι εξωγενείς παράγοντες κινδύνου για την ελληνική οικονομία είναι, σύμφωνα με το πρόγραμμα:
- η αποδυναμωμένη παγκόσμια ζήτηση και η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα, τη στιγμή που η συνεχιζόμενη πτώση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου συνεχίζει να επιδρά στο επίπεδο των τιμών.
- η υψηλή μεταβλητότητα των διεθνών χρηματαγορών.
- οι αυξανόμενες γεωπολιτικές εντάσεις και η προσφυγική κρίση.