Από την έντυπη έκδοση
Κορυφώνονται οι παρασκηνιακές κινήσεις σχετικά με το ενδεχόμενο συμμετοχής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο 3ο ελληνικό πρόγραμμα.
Μία ημέρα μετά τις δηλώσεις Τζέρι Ράις, ο οποίος άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο το Ταμείο να συμμετέχει και χρηματοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα, χωρίς όμως να προσδιορίσει χρονικά τη λήψη αποφάσεων, ήρθε η ώρα επίσημων τοποθετήσεων τόσο από την Κομισιόν και τη Γερμανία όσο και από την ελληνική κυβέρνηση.
Τόσο από τις δηλώσεις Σόιμπλε -ο οποίος «απείλησε» με εξαρχής διαπραγματεύσεις για το ελληνικό μνημόνιο σε περίπτωση αποχώρησης του ΔΝΤ- όσο και από την επίσημη θέση που πήρε η ελληνική κυβέρνηση, χαρακτηρίζοντας «καλοδεχούμενη» την απεμπλοκή του ΔΝΤ, διαφαίνεται η προσπάθεια άσκησης πίεσης προς το ΔΝΤ προκειμένου να λάβει τις αποφάσεις του.
Βέβαια, ο μοναδικός «παίκτης» που φαίνεται να βιάζεται αυτήν τη στιγμή είναι η Ελλάδα, καθώς κάθε εβδομάδα παράτασης της αβεβαιότητας αφενός υπονομεύει τον στόχο για αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,7% μέσα στο τρέχον έτος και αφετέρου φέρνει ολοένα και πιο κοντά την οικονομική «ασφυξία».
Η ελληνική κυβέρνηση έσπευσε χθες να πάρει σαφή θέση υπέρ της ενδεχόμενης απόσυρσης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, «αρκεί οι αποφάσεις και οι σχετικές πρωτοβουλίες να παρθούν γρήγορα». Η ανακοίνωση του Μεγάρου Μαξίμου και του υπουργείου Οικονομικών έστειλε δύο μηνύματα:
1. Πρώτον ότι η ελληνική πλευρά δεν θα έλεγε όχι στο ενδεχόμενο αποχώρησης του ΔΝΤ, μόνο και μόνο για να φύγει από το τραπέζι της διαπραγμάτευσης ο «παίκτης» που ζητάει νέα μέτρα.
2. Δεύτερον ότι η Ελλάδα επείγεται. Την ώρα που το ΔΝΤ επισήμως φάνηκε να τηρεί «χαλαρή» στάση (σ.σ.: δεν υπάρχει ανάγκη για άμεση λήψη αποφάσεων, καθώς η Ελλάδα δεν έχει να καλύψει άμεσες χρηματοδοτικές ανάγκες, έλεγε προχθές ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ), την ώρα που η Γερμανία έχει δείξει με σαφήνεια ότι δεν θέλει να λάβει αποφάσεις για την Ελλάδα πριν από τις γερμανικές εκλογές, η Ελλάδα παραδέχεται ανοικτά ότι πιέζεται.
Σύμφωνα με τη χθεσινή ανακοίνωση της ελληνικής πλευράς, «η πιθανότητα συνέχισης του προγράμματος χωρίς το ΔΝΤ ή με παρουσία του χωρίς χρηματοδότηση, και άρα χωρίς κεντρικό ρόλο, είναι μία εξέλιξη που μπορεί να αποτελέσει διέξοδο στο δομικό πρόβλημα ασυμφωνίας μεταξύ των θεσμών, που αποτελεί διαρκή τροχοπέδη για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης χωρίς νέα μέτρα και την επιτυχή ολοκλήρωση του ελληνικού προγράμματος.
Η άποψη ότι η Ευρώπη έχει θεσμικό πλαίσιο υποστήριξης από μόνη της, δεν είναι καινούργια. Κερδίζει διαρκώς έδαφος σε ευρωπαϊκούς θεσμούς και από την ελληνική πλευρά είναι εν τέλει καλοδεχούμενη, αρκεί οι πρωτοβουλίες και οι αποφάσεις να παρθούν γρήγορα».
Η απάντηση δεν άργησε να έρθει τόσο από την Κομισιόν όσο και από τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Β. Σόιμπλε. Και οι δύο πλευρές υπενθύμισαν ότι η συμμετοχή του ΔΝΤ στο 3ο ελληνικό πρόγραμμα αναφέρεται ρητά στο μνημόνιο (πέραν του ότι πολλές χώρες της Ευρωζώνης ζητούν την παραμονή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα ως «παράγοντα σταθερότητας»).
Απόσυρση του ΔΝΤ, έσπευσε να ξεκαθαρίσει χθες ο κ. Σόιμπλε, σημαίνει ότι το ελληνικό πρόγραμμα θα πρέπει να περάσει και πάλι από τη γερμανική Βουλή (ενδεχομένως και από άλλα κοινοβούλια της Ευρωζώνης).
Αργά χθες το απόγευμα το Μέγαρο Μαξίμου επανήλθε για να σχολιάσει τη συνέντευξη Σόιμπλε στην εφημερίδα Suddeutsche Zeitung.
Κάνοντας τη δική του ανάγνωση στα όσα υποστήριξε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, αναφέρει:
1. Αν αποχωρήσει το ΔΝΤ η δεύτερη αξιολόγηση θα κλείσει άμεσα χωρίς νέα μέτρα, καθώς «σήμερα η αντίθεση είναι δομική ανάμεσα στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το ΔΝΤ».
2. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών δεν υπονοεί ένα 4ο μνημόνιο όταν αναφέρεται σε νέο πρόγραμμα λόγω της ενδεχόμενης μη συμμετοχής του Ταμείου. Η ελληνική πλευρά προεξοφλεί ότι το «νέο πρόγραμμα» που θα πρέπει να περάσει η γερμανική κυβέρνηση από την Bundestag δεν θα περιλαμβάνει περισσότερους όρους από το υφιστάμενο πρόγραμμα.
3. Εκτιμά ως θετικό το γεγονός ότι «ο Β. Σόιμπλε παραδέχεται ότι η Ευρωζώνη έχει τα εργαλεία να στηρίξει την Ελλάδα και χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ, άποψη που υποστηρίζει δύο χρόνια τώρα η Ελλάδα».
Μετά και τις χθεσινές εξελίξεις καθίσταται προφανές ότι σε πρώτο πλάνο έρχεται η απόφαση του ΔΝΤ και όχι τόσο το αν και πότε θα επιστρέψουν στην Ελλάδα οι θεσμοί για να ολοκληρωθεί η β’ αξιολόγηση. Σαφές χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης των διαβουλεύσεων δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή. Ωστόσο η Ελλάδα θέλει να κλείσουν οι εκκρεμότητες άμεσα, καθώς διακυβεύονται:
1. Ο στόχος της ανάπτυξης του 2017.
2. Η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
3. Οι συνθήκες ρευστότητας στην ελληνική αγορά και ο ρυθμός αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου και
4. Η προοπτική εξόδου της Ελλάδας στις αγορές για την κάλυψη των δανειακών της υποχρεώσεων. [SID:10752135]