Skip to main content

Το Χ.Α. έχασε 1,6 δισ. ευρώ σε τρεις μέρες

Από την έντυπη έκδοση

Της Ιουλίας Ζαφόλια 
[email protected]

Αναζητούνται επειγόντως αντακλαστικά στο ελληνικό Χρηματιστήριο, το οποίο βρέθηκε εν μέσω γεγονότων εγχώριων και διεθνών τα οποία προκάλεσαν μίνι καθίζηση, καθιστώντας τους πωλητές πρωταγωνιστές. Ο γενικός δείκτης συνέχισε χθες την πτωτική πορεία του κλείνοντας στις 787,9 μονάδες, μειωμένος κατά 1,43%, ενώ σημαντικές ήταν οι πιέσεις στον τραπεζικό κλάδο, με τον εν λόγω δείκτη να υποχωρεί κατά 3,5%. Στις τελευταίες τρεις συνεδριάσεις ο βασικός δείκτης απώλεσε 4,19%, ενώ αυτός των τραπεζών 8,2%. Στο ίδιο διάστημα, η κεφαλαιοποίηση του Χ.Α. μειώθηκε κατά 1,6 δισ. ευρώ.

«Στην ελληνική αγορά βρίσκει απόλυτη εφαρμογή ο “νόμος του Murphy”, σύμφωνα με τον οποίο “ό,τι μπορεί να πάει στραβά σε μία κατάσταση, θα πάει… Δυστυχώς για την ελληνική οικονομία και το Χρηματιστήριο, αυτά που μπορεί να πάνε στραβά είναι τόσα πολλά, που δεν αφήνουν πολλά σημάδια αισιοδοξίας ή εφησυχασμού για τη συνέχεια. Πέραν των πολλών ανοικτών θεμάτων που ταλάνιζαν εδώ και καιρό την ελληνική οικονομία και κρύβονταν με διάφορες δικαιολογίες, προστέθηκε και η αναξιοπιστία των δημοσιευμένων οικονομικών στοιχείων μεγάλων ελληνικών εταιρειών, με διεθνή παρουσία και ξένους μετόχους.

Σε συνδυασμό με τη γεωπολιτική αναταραχή στη Μέση Ανατολή που δεν λέει να σβήσει, αλλά και τον προβληματισμό που προκαλεί η πολιτική προσπάθεια για συγκυβέρνηση λαϊκιστών στην Ιταλία, οι πωλητές δεν άργησαν να επιβληθούν στη “ρηχή” ελληνική αγορά. Η εκτόξευση των spreads κρατικών ομολόγων του Νότου, αλλά και η συνεχιζόμενη ανοδική κίνηση του επιτοκίου των αμερικανικών ομολόγων συντηρούν την ανησυχία», σχολιάζει ο κ. Λουκάς Παπαϊωάννου από τη Fast Finance ΑΕΠΕΥ, προσθέτοντας στους παραπάνω παράγοντες και την οριστική έξοδο από τα μνημόνια.

«Η πολυπόθητη έξοδος από τα μνημόνια τελικά δεν φαίνεται και τόσο εύκολη όσο τη φανταζόταν η ελληνική κυβέρνηση, αφού τα προαπαιτούμενα δεν έχουν κλείσει, το ΔΝΤ συνεχίζει να εκφράζει σοβαρές επιφυλάξεις και οι Γερμανοί θέλουν πρόσθετη εποπτεία χωρίς λεφτά, ενώ κανείς δεν μας εξηγεί ποιο θα είναι το πρόσθετο κόστος χρηματοδότησης από τις αγορές… Οι εγγενείς αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας μετά από σχεδόν 10 χρόνια κρίσης παραμένουν, με βασικότερες: Την ανάγκη για επίτευξη υψηλών πολυετών πλεονασμάτων άνω του 3,5%. Την υπερφορολόγηση και την πολυετή κόπωση, έχοντας επιφέρει μείωση στα φορολογικά έσοδα. Τη συνεχιζόμενη δυσλειτουργία του κρατικού μηχανισμού παρά την αύξηση του προσωπικού», επισημαίνει ο κ. Παπαϊωάννου.

Οι επιπτώσεις στην καμπύλη επιτοκίων του ελληνικού χρέους αρχίζουν να γίνονται αντιληπτές, με την απόδοση του 10ετούς ομολόγου να ξεπερνά το 4,35%. Η πολιτική όξυνση, αλλά και η συνεχιζόμενη προκλητικότητα των γειτόνων εξ Ανατολών (και όχι μόνο) καλά κρατεί, και αν η αναταραχή στις αγορές, κυρίως τις ομολογιακές, ενταθεί, τότε η διαχείριση της κατάστασης θα γίνει ακόμα δυσκολότερη… Στη χρηματιστηριακή αγορά την αφορμή για διόρθωση την έδωσε η ιστορία της Folli Follie και θα πάρει χρόνο και προσπάθεια από όλους τους συντελεστές της ώστε να ξεπεραστεί το σοκ χωρίς περαιτέρω απώλειες. O γενικός δείκτης, χάνοντας τις 795 μονάδες σε ημερήσιο γράφημα, αυξάνει τις πιθανότητες για επαναπροσέγγιση των 770 μονάδων.

Αντίστοιχα, πιθανή διάσπαση των 2.070 μονάδων στον FTSE25, μεγαλώνει τις πιθανότητες για επαναπροσέγγιση των 2.030 μονάδων, με τελικό στόχο εκπλήρωσης τις 2.000 και 1.970 μονάδες. Το τελευταίο διάστημα έχουμε επιστήσει ιδιαίτερη προσοχή για το διεθνές περιβάλλον. Αύξηση των επιτοκίων και του πληθωρισμού μπορεί να δημιουργήσει αστάθεια στις αγορές και σε συνδυασμό με το περίεργο – αντισυστημικό αποτέλεσμα των ιταλικών εκλογών, μπορούν να εκτινάξουν τη μεταβλητότητα και την ανησυχία των αγορών.

«Συμπερασματικά, η ελληνική οικονομία έχασε μια χρυσή ευκαιρία τα προηγούμενα 3 έτη να κάνει τα απαραίτητα άλματα, εκμεταλλευόμενη το καλό διεθνές περιβάλλον. Δυστυχώς μετά από σχεδόν 10 έτη κρίσης, τα δομικά προβλήματα τόσο της ελληνικής οικονομίας όσο και της χρηματιστηριακής αγοράς “μπαλώθηκαν”, αλλά δεν λύθηκαν. Με εξαίρεση την προσπάθεια μεμονωμένων ελληνικών εξωστρεφών εταιρειών, η πλειοψηφία δεν έχει μεταλλαχθεί, απλώς έχει καλυφθεί πίσω, κυρίως, από τη μείωση του λειτουργικού κόστους και τη βελτίωση των λειτουργικών αποτελεσμάτων», καταλήγει ο κ. Παπαϊωάννου.