Skip to main content

Οι παροχές και το τρικ με τα πλεονάσματα

Ανάλυση

Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]

Με τα χρήματα που αντιστοιχούν στην υπέρβαση των δημοσιονομικών στόχων τα προηγούμενα χρόνια, προϊόν υπερφορολόγησης και συγκράτησης δαπανών, η κυβέρνηση εξαγγέλλει παροχές κυρίως για την περίοδο πέραν της θητείας της. Υποστηρίζει δε ότι μειώνει τους στόχους στα πρωτογενή πλεονάσματα την ώρα που διασφαλίζει ότι οι πιστωτές θα πληρωθούν σύμφωνα με τις αρχικές δεσμεύσεις της.

Παραδοσιακά τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα έπαιρναν δάνεια από τις τράπεζες με εγγύηση τα μελλοντικά τους ποσοστά στις εκλογές. Σε κάτι ανάλογο προβαίνει η κυβέρνηση σήμερα απέναντι στους θεσμικούς πιστωτές.

Προκειμένου να παρουσιάσει τον δημοσιονομικό χώρο που χρειάζεται για να εξαγγείλει τις παροχές -με δημοσιονομικό κόστος 1,15 δισ. ευρώ μέσα στον Μάιο και 6,35 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια- η κυβέρνηση εξαγγέλλει μείωση του στόχου στα πρωτογενή πλεονάσματα από 3,5% σε 2,5% του ΑΕΠ έως το 2022 με επιχείρημα τη σιγουριά για δημοσιονομική υπεραπόδοση και τα χρόνια που θα ακολουθήσουν. Κυρίως όμως καταθέτει σε ειδικό λογαριασμό -ως εγγύηση για την επίτευξη του 3,5%- ποσό της τάξης των 5,5 δισ. ευρώ, το οποίο σήμερα αποτελεί μέρος του αποθέματος ρευστότητας, ως προϊόν της υπερφορολόγησης, της συγκράτησης δαπανών και της υποεκτέλεσης των δημοσίων επενδύσεων τα χρόνια που προηγήθηκαν.

«Έχω πει εδώ και πολύ καιρό ότι το πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% για μεγάλο χρονικό διάστημα είναι υπερβολικά υψηλό, ειδικά για μία χώρα που έχασε το 27% του ΑΕΠ. Δεν νομίζω πως αυτό είναι κάτι στο οποίο θα έπρεπε να διαφωνούμε» είχε δηλώσει πρόσφατα ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, τονίζοντας μάλιστα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα στήριζε τη ΝΔ σε μια διαπραγμάτευση με τους πιστωτές για μείωση των δημοσιονομικών στόχων.

Ωστόσο, με τις χθεσινές εξαγγελίες της για παροχές, η κυβέρνηση παραιτήθηκε από το αίτημα για μείωση των στόχων στα πρωτογενή πλεονάσματα. «Τα λεφτά είναι πάνω στο τραπέζι. Το 3,5% των πρωτογενών πλεονασμάτων δεν ήταν τιμωρία για την ελληνική οικονομία, ήταν η δική μας συνεισφορά στην απομείωση του χρέους. 3,5% υποσχεθήκαμε, 3,5% θα πάρουν. Είτε θα το πάρουν από τον ειδικό λογαριασμό, είτε γιατί πάλι θα έχουμε υπεραπόδοση από την ανάπτυξη. Είναι κλειδωμένα αυτά τα λεφτά και είναι η εγγύησή μας», δήλωσε χθες ο κ. Τσακαλώτος.

Η σαφής τοποθέτηση του υπουργού Οικονομικών δεν εμπόδισε τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα να παρουσιάσει κατά το δοκούν τα δεδομένα. «Θα έχουμε τη δυνατότητα να σχεδιάσουμε τους προϋπολογισμούς μας με μειωμένα πρωτογενή πλεονάσματα στο 2,5% του ΑΕΠ», είπε χαρακτηριστικά, αναφερόμενος στον προϋπολογισμό για την περίοδο 2020-22.

Με τον ιδιαίτερα ευρηματικό αυτόν τρόπο, ο πρωθυπουργός καταφέρνει -18 μέρες πριν από τις εκλογές- αφενός να εξαγγείλει παροχές κυρίως για την περίοδο που πιθανώς δεν θα είναι πρωθυπουργός, αφετέρου να μη «χαρίσει» επικοινωνιακά στην αντιπολίτευση το αίτημα για μείωση των επώδυνων δημοσιονομικών στόχων. 

Μένει πάντως ένα ερωτηματικό ως προς την αντίδραση των θεσμών στον σχεδιασμό της κυβέρνησης, η οποία ωστόσο δεν αναμένεται επί της ουσίας πριν από τις ευρωεκλογές. Αυτό είναι άλλωστε το μομέντουμ το οποίο αξιοποιεί ο πρωθυπουργός, με παροχές οι οποίες δεν προκύπτουν από επενδύσεις που μεγέθυναν την οικονομία αλλά από φόρους που την καθήλωσαν.