«Για εμένα, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το κοινωνικό κεκτημένο της Ε.Ε. εφαρμόζεται στην Ελλάδα και σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε.», αναφέρει ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, απαντώντας στην επιστολή του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος εγείρει ζήτημα για τις εργασιακές σχέσεις, με όχημα τη διακήρυξη για τα 60 χρόνια της Ε.Ε.
Ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπογραμμίζει ότι «δεν υπάρχει ένα μέγεθος που να ταιριάζει σε όλους» στο κοινωνικό κεκτημένο ή στο οικονομικό εγχειρίδιο, όταν πρόκειται για την οργάνωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, προσθέτοντας επίσης ότι «σε αυτά τα θέματα δεν πρέπει να υπάρχει ούτε χώρος για ιδεολογικές προσεγγίσεις».
Ο κ. Γιούνκερ εκφράζει την κατανόησή του «στο ευρωπαϊκό πνεύμα και την έκκληση για επιστροφή στην ομαλότητα μετά από τόσες προσπάθειες του ελληνικού λαού».
Αναφέρει επίσης ότι ήδη από τον Μάιο του 2015 εξέφρασε την υποστήριξή του «σε δίκαια και αποτελεσματικά συστήματα συλλογικών διαπραγματεύσεων», ενώ σημειώνει ότι η Επιτροπή προέβη σε αξιολόγηση των κοινωνικών επιπτώσεων του νέου προγράμματος, ενώ απευθύνθηκε σε και ομάδα εμπειρογνωμόνων.
Ο κ. Γιούνκερ παρατηρεί ότι, βάσει της εμπειρίας του, «αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία δεν είναι το πώς το σύστημα έχει σχεδιαστεί στα χαρτιά, αλλά αυτό που οι κοινωνικοί εταίροι πράττουν, μέσω της ικανότητάς τους να συμμετέχουν αυτόνομα αλλά και από κοινού με τις δημόσιες αρχές».
Επισημαίνει ότι τα ζητήματα αυτά αποτελούν μέρος της συζήτησης σχετικά με τη δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος για την Ελλάδα και δηλώνει σύμφωνος ότι είναι προς το συμφέρον όλων να ολοκληρωθεί γρήγορα. «Δεν είμαστε μακριά: σημαντική πρόοδος έχει σημειωθεί τις τελευταίες βδομάδες και τις τελευταίες μέρες ακόμα μέχρι και αργά χθες το βράδυ», προσθέτει.
Εκφράζει επίσης την πεποίθηση ότι πρέπει να επιτευχθεί μια συμφωνία που θα σέβεται τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί από όλες τις πλευρές κατά την έναρξη του προγράμματος: οι δεσμεύσεις των ελληνικών αρχών να μην αντιστρέψουν τις μεταρρυθμίσεις που συμφωνήθηκαν στο παρελθόν για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας. Και η δέσμευση των πιστωτών να δώσουν στην Ελλάδα το επιθυμητό και απαραίτητο περιθώριο ελιγμών για να δημιουργήσει το δικό της μέλλον. «Όλα αυτά με σεβασμό προς το κοινωνικό κεκτημένο, του οποίου είμαστε οι θεματοφύλακες», συμπληρώνει.
Δηλώνει ότι το επόμενο ραντεβού θα πρέπει να είναι στο Eurogroup της 7ης Απριλίου, συμπληρώνοντας ότι «ιδανικά, θα πρέπει να είμαστε σε θέση να παρουσιάσουμε μια συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο μέχρι τότε και εμείς θα συνεχίσουμε να σας υποστηρίζουμε για τον σκοπό αυτό».
Υπενθυμίζεται ότι ο Πρωθυπουργός, στην επιστολή του στον πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, καθώς στους προεδρεύοντες στη Σύνοδο Κορυφής της Ρώμης, Γιόζεφ Μουσκάτ και Πάολο Τζεντιλόνι, σημείωσε μεταξύ άλλων ότι πρόσθεση της Ελλάδας είναι να υποστηρίξει τη Διακήρυξη της Ρώμης «καθώς θεωρούμε ότι κινείται σε θετική κατεύθυνση» ωστόσο συμπλήρωσε ότι «για να μπορούμε πραγματικά να γιορτάσουμε τις μεγάλες κοινές κατακτήσεις (των ευρωπαϊκών λαών), οφείλουμε να γνωρίζουμε ανοιχτά, επίσημα και καθαρά αν δικαιούμαστε και εμείς να έχουμε πρόσβαση σε αυτές τις κατακτήσεις».
«Να γνωρίζουμε αν το ευρωπαϊκό κεκτημένο ισχύει για όλους χωρίς εξαιρέσεις ή αν ισχύει για όλους με εξαίρεση την Ελλάδα», πρόσθεσε. Συμπλήρωσε επίσης ότι η Αθήνα σέβεται και τηρεί τις δεσμεύσεις της, αλλά «δεν μπορούμε να κατανοήσουμε απαιτήσεις πέραν των δεσμεύσεων αυτών, όπως αυτή της παράτασης της Ελλάδας από το ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο».
Αναλυτικά η επιστολή του κ. Γιούνκερ, στα ελληνικά:
«Διάβασα την επιστολή του Πρωθυπουργού με μεγάλη προσοχή.
Κατανοώ το ευρωπαϊκό πνεύμα και την έκκληση για επιστροφή στην ομαλότητα μετά από τόσες προσπάθειες του ελληνικού λαού. Για εμένα, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το κοινωνικό κεκτημένο της Ε.Ε. εφαρμόζεται στην Ελλάδα και σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο δημοσίως με τον Πρωθυπουργό κ. Τσίπρα ήδη από τον Μάιο 2015 εξέφρασα την υποστήριξή μου σε δίκαια και αποτελεσματικά συστήματα συλλογικών διαπραγματεύσεων. Για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή προέβη σε αξιολόγηση των κοινωνικών επιπτώσεων του νέου προγράμματος πριν την ολοκλήρωσή του τον Αύγουστο του 2015. Και αυτός είναι ο λόγος, όταν πρόκειται για μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, για τον οποίο πιέσαμε ώστε μια ομάδα ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων να προβεί σε συστάσεις, υπό το πρίσμα των ευρωπαϊκών και διεθνών βέλτιστων πρακτικών.
Αυτοί οι εμπειρογνώμονες παρουσίασαν την έκθεσή τους το περασμένο φθινόπωρο και υποστηρίζουμε τις συστάσεις τους. Ορισμένες από αυτές είναι ξεκάθαρες, όταν πρόκειται για την εφαρμογή του νόμου. Άλλες είναι πιο ελαστικές, όταν πρόκειται για πρακτικές ρυθμίσεις ή τρόπους εργασίας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, όπως ορθώς υπενθυμίζει η έκθεση, και είναι γνωστό σε όλους, δεν υπάρχει «ένα μέγεθος που να ταιριάζει σε όλους» στο κοινωνικό κεκτημένο ή στο οικονομικό εγχειρίδιο, όταν πρόκειται για την οργάνωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Επιτρέψτε μου να προσθέσω ότι σε αυτά τα θέματα δεν πρέπει να υπάρχει ούτε χώρος για ιδεολογικές προσεγγίσεις.
Από εμπειρία, και έχω ειδικούς γύρω από το τραπέζι, αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία δεν είναι το πώς το σύστημα έχει σχεδιαστεί στα χαρτιά, αλλά αυτό που οι κοινωνικοί εταίροι πράττουν, μέσω της ικανότητάς τους να συμμετέχουν αυτόνομα αλλά και από κοινού με τις δημόσιες αρχές.
Τα ζητήματα αυτά αποτελούν μέρος της συζήτησης σχετικά με τη δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος για την Ελλάδα και συμφωνώ ότι είναι προς το συμφέρον όλων μας να ολοκληρωθεί γρήγορα. Δεν είμαστε μακριά: σημαντική πρόοδος έχει σημειωθεί τις τελευταίες βδομάδες και τις τελευταίες μέρες ακόμα μέχρι και αργά χθες το βράδυ.
Πιστεύω ότι πρέπει να επιτευχθεί μια συμφωνία που θα σέβεται τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί από όλες τις πλευρές κατά την έναρξη του προγράμματος: οι δεσμεύσεις των ελληνικών αρχών να μην αντιστρέψουν τις μεταρρυθμίσεις που συμφωνήθηκαν στο παρελθόν για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας. Και η δέσμευση των πιστωτών να δώσουν στην Ελλάδα το επιθυμητό και απαραίτητο περιθώριο ελιγμών για να δημιουργήσει το δικό της μέλλον. Όλα αυτά με σεβασμό προς το κοινωνικό κεκτημένο, του οποίου είμαστε οι θεματοφύλακες.
Νομίζω ότι όλοι οι φορείς θα πρέπει να εργαστούν με υπευθυνότητα για την επίτευξη συμφωνίας σε τεχνικό επίπεδο όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Το επόμενο ραντεβού θα πρέπει να είναι στο Eurogroup της 7ης Απριλίου.
Ιδανικά, θα πρέπει να είμαστε σε θέση να παρουσιάσουμε μια συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο μέχρι τότε και εμείς θα συνεχίσουμε να σας υποστηρίζουμε για τον σκοπό αυτό.
Καλώ όλους να συνεχίσουν το έργο τους σε αυτό το πνεύμα».
Η επιστολή του κ. Γιούνκερ στα αγγλικά:
“I have read the letter of the Prime Minister with great attention.
I can sympathise with the European spirit and with the plea for a return to normality after so many efforts by the Greek people. For me, there is no doubt that the EU social acquis applies to Greece as to any other EU Member State.
This is why I went on record with Prime Minister Tsipras already in May 2015 to state my support for fair and effective collective bargaining systems. This is why the Commission conducted a social impact assessment of the new programme before it was finalised in August 2015. And this is why, when it comes to labour market reforms, we pushed for a group of independent experts to make recommendations in the light of European and international best practices.
These experts issued their report last autumn and we stand behind their recommendations. Some of them are straightforward when it comes to applying the law. Others are more open when it comes to practical arrangements or ways of working. This is because, as the report rightly recalls, and we all know it, there is no “one-size-fit-all” in the social acquis or in the economic textbook when it comes to organising collective bargaining. Let me add that there is no place for ideology either.
From experience, and I have experts around the table, what matters most is not how the system is conceived on paper, but what the social partners make of it, through their ability to engage jointly, autonomously and together with public authorities.
These issues are part of the discussion on the second review of the programme for Greece and I agree that it is in everyone’s interest to conclude it rapidly. We are not far away: significant progress has been made over the last weeks and again over the last days until late last night.
I believe we should reach a deal which respects the commitments made on all sides at the start of the programme: the commitments of the Greek authorities not to reverse reforms agreed in the past to preserve competitiveness. The commitment of the creditors to give Greece the desired and necessary room for manœuvre to build its own future. All this in respect of the social acquis, of which we are a guardian.
I think all actors should work responsibly towards achieving a staff level agreement as quickly as possible. The next rendez-vous point should be at the Eurogroup on 7th April. Ideally, we should be in a position to present a staff level agreement by then and we will continue to support you to that end.
I invite everyone to pursue their work in this spirit”.
naftemporiki.gr