Από την έντυπη έκδοση
Του Στέλιου Παπαπέτρου
[email protected]
Σε σκληρό μπραντ ντε φερ εξελίσσεται η διαπραγμάτευση κυβέρνησης και εκπροσώπων των θεσμών για το ασφαλιστικό, αφού από την πρώτη συνάντηση που είχαν με τον υπουργό Εργασίας οι εκπρόσωποι των πιστωτών ανέπτυξαν πέντε «κόκκινες γραμμές» στον υπουργό Εργασίας Γιώργο Κατρούγκαλο.
Η βασική «κόκκινη γραμμή» των πιστωτών, γύρω από την οποία συγκροτούνται όλα τα αιτήματά τους, αλλά και οι αντιρρήσεις τους προς το σχέδιο της ελληνικής κυβέρνησης, είναι η μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης μέσα από τη στενή σύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών και των συνταξιοδοτικών παροχών. Συνεπώς, οι ενστάσεις τους, όπως προκύπτει από την εξέλιξη της διαπραγμάτευσης, δεν περιορίζονται μόνο στην τεκμηρίωση και ποσοτικοποίηση της μείωσης της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1,8 δισ. ευρώ μέσα στο 2016, αλλά και στη συνολική μείωση των επιμέρους συνταξιοδοτικών δαπανών ανά κωδικό του υπουργείου Εργασίας και ανά συνταξιοδοτική παροχή.
Ειδικότερα, τα πέντε «όχι» επί του σχεδίου της κυβέρνησης για το ασφαλιστικό αφορούν:
1. Τη μείωση των ποσοστών αναπλήρωσης στις κύριες συντάξεις.
2. Την αύξηση των ορίων ηλικίας για την απόδοση της εθνικής σύνταξης από τα 15 στα 20 έτη.
3. Τις μειώσεις στις επικουρικές συντάξεις.
4. Το ασφαλιστικό των αγροτών και ελεύθερων επαγγελματιών.
5. Την προτεινόμενη αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών στις επικουρικές συντάξεις κατά 1,5% (1% εργοδότες – 0,5% εργαζόμενοι), παρότι το έχουν αποδεχτεί οι εργοδοτικές οργανώσεις.
Ο κ. Κατρούγκαλος έχει στον σκληρό πυρήνα της διαπραγματευτικής του ατζέντας ως βασικό στόχο τη διασφάλιση των κύριων συντάξεων, που αποτελεί «κόκκινη γραμμή» για την κυβέρνηση. Η ελληνική πλευρά, εκτός από την προτεινόμενη μείωση του ανώτατου πλαφόν στις πολύ υψηλές κύριες συντάξεις, που σήμερα είναι 2.773 ευρώ, έχει κάνει λόγο και για «παραμετρικές αλλαγές» στο αρχικό της σχέδιο, σε περίπτωση που κάτι τέτοιο χρειαστεί κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης. Συνεκτιμώντας τις προθέσεις των πιστωτών της χώρας, αλλά και τις θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης, μπορεί να καταλήξει κανείς με ασφάλεια στα βασικά σημεία τριβής μεταξύ των δύο πλευρών. Τα σημεία αυτά είναι τα εξής:
- Το ύψος τις εθνικής σύνταξης των 384 ευρώ, το οποίο η κυβέρνηση προτείνει να το λαμβάνουν όλοι χωρίς εισοδηματικά κριτήρια και με 15 έτη ασφάλισης. Εδώ όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά, καθώς οι πιστωτές αντιπροτείνουν να τεθούν εισοδηματικά κριτήρια και όριο 20 ετών ασφάλισης.
- Σε συνέχεια της εθνικής σύνταξης έρχονται τα ποσοστά αναπλήρωσης του ανταποδοτικού τμήματος της σύνταξης που αντιστοιχεί στα έτη ασφάλισης. Η πρόταση της κυβέρνησης ενισχύει, στο ανταποδοτικό κομμάτι της σύνταξης, όσους έχουν λιγότερα από 25-30 χρόνια ασφάλισης. Οι δανειστές, σταθεροί στο δόγμα «σύνδεση εισφορών-παροχών», αντιπροτείνουν μικρότερα ποσοστά αναπλήρωσης για λιγότερα χρόνια ασφάλισης.
- Επικουρικές συντάξεις – εφάπαξ – μέρισμα μετοχικού ταμείου δημοσίων υπαλλήλων. Αυτό το τρίπτυχο των συνταξιοδοτικών παροχών θεωρείται σχεδόν δεδομένο ότι θα υποστεί μειώσεις.