Δημόσια διοίκηση, ιδιωτικοποιήσεις, φορολόγηση & εισπρακτικός μηχανισμός, λειτουργία των αγορών και μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι τα πέντε πεδία τα οποία κύκλοι στις Βρυξέλλες επισημαίνουν στη «Ν» ως προτεραιότητα για την ελληνική μεταρρυθμιστική ατζέντα. Υπογραμμίζουν ότι «σημαντική δευτερεύουσα νομοθεσία εκκρεμεί σε όλους τους τομείς του προγράμματος», υπενθυμίζουν ότι «καμία εκταμίευση δεν μπορεί να γίνει χωρίς την τήρηση του MoU (σ.σ. μνημονίου) το οποίο αξιολογείται από τα θεσμικά όργανα» και προσθέτουν ότι οι εταίροι είναι πρόθυμοι να συζητήσουν με την ελληνική κυβέρνηση νέες ρυθμίσεις για τις απαιτούμενες διαρθρωτικές αλλαγές «μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της επανεξέτασης του υφιστάμενου διακανονισμού».
Οι ίδιες πηγές εκφράζουν καταρχάς ικανοποίηση για την εξαγγελλόμενη πρόθεση της νέας κυβέρνησης να καταπολεμήσει τη φοροδιαφυγή και τη διαφθορά «ώστε να εξασφαλιστούν πολύτιμα έσοδα και να αποκατασταθούν αδικίες». Επιπλέον, χαρακτηρίζουν προτεραιότητα τη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης, «η οποία μπορεί να αξιοποιήσει την ισχυρή συρρίκνωση που έχει ήδη επιτευχθεί». Υπογραμμίζοντας τη σημασία των υγιών και βιώσιμων δημόσιων οικονομικών, «για να επανακτήσει η Ελλάδα την πρόσβαση στις αγορές», μιλούν για την ανάγκη βελτίωσης της ποιότητας των δημόσιων δαπανών και περιορισμού της στρέβλωσης του φορολογικού συστήματος. Υπό αυτήν την έννοια, χαρακτηρίζουν «ουσιώδη σημεία» τις «μεταρρυθμίσεις του ΦΠΑ» και τη μεγαλύτερη ανεξαρτησία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων».
Στέκονται ιδιαίτερα στην τακτοποίηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών και στην ενίσχυση της κουλτούρας πληρωμής, σημειώνοντας ότι οι αρχές θα πρέπει να διασφαλίσουν πως το οικονομικό σύστημα «δεν θα γίνεται αντικείμενο κατάχρησης από στρατηγικούς παραβάτες». Επισημαίνουν δε ότι η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα βοηθήσει τις τράπεζες να αυξήσουν τον δανεισμό της οικονομίας. Ως προς την είσπραξη των φόρων, αναδεικνύουν σε προτεραιότητα τη δημιουργία «σωστών κινήτρων» για τους φορολογούμενους και τη διασφάλιση ότι το σύστημα είναι καλά στοχευμένο όσον αφορά τους δικαιούχους.
Ιδιαίτερη μνεία κάνουν στις ιδιωτικοποιήσεις, τις οποίες χαρακτηρίζουν «αναγκαίο μέρος» μιας διαδικασίας ευρύτερης μεταρρύθμισης και εκσυγχρονισμού των οικονομικών δομών, από τις οποίες η Ελλάδα μπορεί να επωφεληθεί, μέσω της προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, της μείωσης του χρέους, καθώς και της βελτίωσης της αποτελεσματικότητας και της ρύθμισης των ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων, με σημαντική βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών προς τους πολίτες. Στο πλαίσιο αυτό αναφέρουν ότι το θέμα είναι επίσης «ζωτικής σημασίας» για να διασφαλιστεί η πλήρης συμμόρφωση με τη νομοθεσία της ΕΕ «σε πολλούς τομείς» και καταλήγουν ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να προωθήσει τη διαδικασία σύμφωνα με τους σχεδιασμούς και πως όλες οι εν εξελίξει διαδικασίες θα πρέπει να ολοκληρωθούν.
Οι ίδιες πηγές χαρακτηρίζουν «απαραίτητες σε πολλούς τομείς» τις μεταρρυθμίσεις της αγοράς, για να εξαλείψουν τους περιττούς περιορισμούς, να περιορίσουν τα μισθώματα και να μειώσουν το κόστος των υπηρεσιών για τους καταναλωτές. Στο πλαίσιο αυτό, φέρνουν ως «σαφές παράδειγμα» τον τομέα της ενέργειας, όπου «οι κατεστημένοι φορείς κατέχουν πολύ ισχυρές θέσεις του μονοπωλίου, οι τιμές συχνά δεν συνδέονται με το κόστος παραγωγής και οι ανεπαρκείς επενδύσεις έχουν αυξήσει τις δαπάνες του συστήματος για τους καταναλωτές».
Αναφορικά με τις έως σήμερα επιδόσεις της Ελλάδας, στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, υπογραμμίζουν ότι «σημαντική δευτερεύουσα νομοθεσία εκκρεμεί σε όλους τους τομείς του προγράμματος», επισημαίνοντας εκκρεμούσες μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων, στην αδειοδότηση των επενδύσεων, στον διοικητικό φόρτο και στην άρση των εμποδίων στον ανταγωνισμό.
Ως προς τα περιθώρια αλλαγών στο μείγμα των εφαρμοζόμενων μέτρων από τη νέα κυβέρνηση, επικαλούνται την «υπάρχουσα ευελιξία» και τονίζουν ότι κάθε μέτρο με αρνητικές επιπτώσεις για τους δημοσιονομικούς στόχους, την οικονομική ανάκαμψη και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα θα πρέπει να αντισταθμίζεται από άλλα ισοδύναμα μέτρα.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΩΣΤΟΥΛΑΣ
[email protected]
@VasKostoulas