Skip to main content

Κομισιόν: Θετική η 12η έκθεση αξιολόγησης – Σύσταση για συνετή δημοσιονομική πολιτική

Της Ραλλούς Αλεξοπούλου
[email protected] 

Η Ελλάδα έχει σημειώσει πρόοδο στην επίτευξη των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει, παρά τις καθυστερήσεις που παρατηρούνται σε ορισμένους τομείς λόγω των δύσκολων συνθηκών που προκλήθηκαν από την πανδημία ή τις καταστροφικές πυρκαγιές τον περασμένο Αύγουστο.

Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγουν οι θεσμοί για την Ελλάδα με βάση την 12η έκθεση αξιολόγησης στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας. Ανάβουν έτσι το «πράσινο φως» για την αποδέσμευση ποσού ύψους 767 εκατ. ευρώ προς την Ελλάδα, από το Eurogroup. 

Παράλληλα, η Κομισιόν επισημαίνει την ανάγκη διατήρησης μιας συνετούς δημοσιονομικής πολιτικής προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών μεσο-μακροπρόθεσμα λόγω του υψηλού δημόσιου χρέους. Ζήτημα το οποίο δεν αφορά μόνο την Ελλάδα αλλά κι άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως το Βέλγιο, την Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία.

Σύμφωνα με την 12η έκθεση ενισχυμένης εποπτείας, οι ελληνικές αρχές ανέλαβαν συγκεκριμένες δεσμεύσεις στον ενεργειακό τομέα και τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών, ενώ έκαναν σημαντικά βήματα προς την ολοκλήρωση των περισσότερων ειδικών δεσμεύσεών τους μέχρι τον Απρίλιο του 2022. «Τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα χαιρετίζουν τη στενή και εποικοδομητική δέσμευση σε όλους τους τομείς και ενθαρρύνουν τις αρχές να διατηρήσουν τη δυναμική και να διορθώσουν τις καθυστερήσεις, ιδίως όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα, την εκκαθάριση ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, την υγειονομική περίθαλψη και τη δικαιοσύνη».

Υπενθυμίζεται ότι με βάση τα συμπεράσματα της έκθεσης, το Εurogroup του Δεκεμβρίου θα λάβει απόφαση για την καταβολή μίας ακόμα δόσης από τα κέρδη από τη διακράτηση ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ κι άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες.

Η γνώμη για το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού

Την ανάγκη να διατηρηθεί η συνετή δημοσιονομική πολιτική προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών μακροπρόθεσμα επισημαίνεται στην γνώμη της Κομισιόν με βάση τα στοιχεία του προσχεδίου του προϋπολογισμού του 2022 (αφορά όλα τα κράτη-μέλη). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλεί παράλληλα τη χώρα μας να επανεξετάζει τακτικά τη χρήση, την αποτελεσματικότητα και την επάρκεια των μέτρων στήριξης και να είναι έτοιμη να προβεί σε προσαρμογές όταν απαιτείται.

Όπως σημειώνεται, το νέο έτος η Ελλάδα σχεδιάζει να παρέχει συνεχή υποστήριξη στην ανάκαμψη μέσα από τη χρήση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης συμβάλλοντας στη χρηματοδότηση πρόσθετων επενδύσεων. Παράλληλα, σχεδιάζει να διατηρήσει το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων. «Δεδομένου του επιπέδου του δημόσιου χρέους της Ελλάδας και των υψηλών προκλήσεων βιωσιμότητας μεσοπρόθεσμα πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας COVID-19, κατά τη λήψη υποστηρικτικών δημοσιονομικών μέτρων, είναι σημαντικό να διατηρηθεί η συνετή δημοσιονομική πολιτική προκειμένου να διασφαλιστούν βιώσιμα δημόσια οικονομικά μεσοπρόθεσμα» σημειώνει η Επιτροπή.

Η Επιτροπή υπενθυμίζει τη σημασία της σύνθεσης των δημόσιων οικονομικών και της ποιότητας των δημοσιονομικών μέτρων μέσω επενδύσεων που συμβάλλουν στην ενίσχυση της ανάπτυξης, με έμφαση στην πράσινη και ψηφιακή μετάβαση. «Τα περισσότερα έκτακτα μέτρα στήριξης θα καταργηθούν σταδιακά το 2021 και αυτά που περιλαμβάνονται στο προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2022 στοχεύουν στην τόνωση της συνολικής ζήτησης και απασχόλησης, που θα στηρίξουν μια βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάκαμψη.

Επιπλέον, οι επενδύσεις και οι μεταρρυθμίσεις που θα χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης θα συμβάλουν σημαντικά στην πράσινη και ψηφιακή μετάβαση. Οι δημοσιονομικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, όπως οι αναθεωρήσεις δαπανών, η μεταρρύθμιση του προϋπολογισμού απόδοσης, η ολοκλήρωση της λειτουργικής ταξινόμησης και η ανάπτυξη ενός πράσινου πλαισίου προϋπολογισμού αναμένεται να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα των δημόσιων οικονομικών.

Μακροοικονομικές ανισορροπίες

To υψηλό δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, το επενδυτικό κενό, το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, παρά τη σημαντική μείωση που έχει καταγραφεί και η ανεργία αποτελούν τα βασικά προβλήματα για την ελληνική οικονομία σύμφωνα με τη δεύτερη έκθεση της Κομισιόν για τις μακροοικονομικές ανισορροπίες.

Όπως σημειώνεται στην έκθεση, η ελληνική οικονομία μετά από μια απότομη συρρίκνωση κατά 9% το 2020, φέτος εκτιμάται ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 7,1% και κατά 5,2% το 2022. Στο τέλος του 2022, το ΑΕΠ θα είναι κατά 2,4% υψηλότερο σε σχέση με το 2019.

Η καλή πορεία του τουρισμού αναμένεται να συμβάλει στη μείωση του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών το 2021 και το 2022. Ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 26 μονάδες βάσης το 2020, στο 206,3%, αντανακλώντας το βάθος της ύφεσης και τον αντίκτυπο των μέτρων για τον περιορισμό του οικονομικού και κοινωνικού κόστους της κρίσης λόγω COVID-19. Ο δείκτης του δημόσιου χρέους προβλέπεται να αρχίσει να μειώνεται το 2021. Οι μακροπρόθεσμες ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες δεν έχουν αλλάξει σημαντικά από την αρχή της πανδημίας, κυρίως λόγω της μείωσης των επιτοκίων αναχρηματοδότησης.

Η κερδοφορία του τραπεζικού τομέα έγινε αρνητική το 2020 και ο δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών κατηγορίας 1 είναι ένας από τους χαμηλότερους στην ΕΕ, εν μέρει λόγω της συνεχιζόμενης εκκαθάρισης των ισολογισμών των τραπεζών. Αν και εξακολουθεί να είναι υψηλός, στο 26,1% τον Μάρτιο του 2021, ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώθηκε σημαντικά το 2020 και αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται με αργό ρυθμό το 2021. Μετά τη λήξη του μορατόριουμ, μια αρχική εκτίμηση δείχνει μέτρια δυσμενή αντίκτυπο στην ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων, αλλά οι αρνητικοί κίνδυνοι παραμένουν.

Το ποσοστό ανεργίας συνέχισε να μειώνεται ακόμη και κατά τη διάρκεια της πανδημίας, κυρίως λόγω των κρατικών μέτρων στήριξης, αλλά παρέμεινε υψηλό στο 16,3% το 2020. Σύμφωνα με την Κομισιόν, η μείωση της ανεργίας αναμένεται να συνεχιστεί το επόμενο χρονικό διάστημα.