Skip to main content

Γιατί «έτρεξε» η ανάπτυξη στο γ’ τρίμηνο

Από την έντυπη έκδοση

Του Θάνου Τσίρου
[email protected]

Πληθώρα ενδείξεων για πολύ ισχυρό ρυθμό ανάπτυξης στο γ’ τρίμηνο της φετινής χρονιάς -και υπό προϋποθέσεις τον ισχυρότερο στην Ευρώπη- έχει συγκεντρώσει το οικονομικό επιτελείο. Ο αυξημένος τζίρος των επιχειρήσεων παραπέμπει σε σημαντική ενίσχυση της κατανάλωσης, ενώ σημαντική αύξηση σε σχέση με το γ’ τρίμηνο του 2020 αναμένεται και από το… μέτωπο των επενδύσεων.

Το «βαρύ χαρτί» για το ΑΕΠ του γ’ τριμήνου είναι ο τουρισμός, ο οποίος κινήθηκε σε σαφώς καλύτερα επίπεδα συγκριτικά με το γ’ τρίμηνο του 2020, εξαλείφοντας τις αρνητικές επιπτώσεις από τη διεύρυνση του ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο εξαιτίας της αύξησης των εισαγωγών και της ενεργειακής κρίσης.

Οι επιφυλάξεις

Ενώ τα αποκαλυπτήρια για το ΑΕΠ του γ’ τριμήνου θα γίνουν στις αρχές Δεκεμβρίου, στο υπουργείο Οικονομικών κρατούν ακόμη μερικές επιφυλάξεις ως προς το τελικό ποσοστό της ανάπτυξης για την περίοδο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου εξαιτίας ενός αστάθμητου παράγοντα: των μεταβολών στα αποθέματα. Στο β’ τρίμηνο, τα αποθέματα εκτοξεύτηκαν στα 2,935 δισ. ευρώ, συμβάλλοντας σε πολύ μεγάλο βαθμό στην επίτευξη ρυθμού ανάπτυξης 16% για το συγκεκριμένο τρίμηνο. Αν τα αποθέματα μειωθούν (το β’ τρίμηνο του 2020 είχαν διαμορφωθεί στο 1,672 δισ. ευρώ), τότε το συγκεκριμένο οικονομικό μέγεθος θα εξελιχθεί σε «βαρίδι» για τον ρυθμό ανάπτυξης του γ’ τριμήνου. Σε κάθε περίπτωση, στο οικονομικό επιτελείο ελπίζουν ότι το ΑΕΠ θα κλείσει τελικώς στα ίδια επίπεδα ή μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ χαμηλότερα συγκριτικά με το β’ τρίμηνο, δηλαδή στην περιοχή των 44-44,5 δισ. ευρώ. Δεδομένου ότι το γ’ τρίμηνο του 2020 έκλεισε στα 40,868 δισ. ευρώ, τότε, εφόσον αποφύγουμε τη δυσάρεστη έκπληξη από τα αποθέματα, είναι εφικτός ένας ρυθμός ανάπτυξης της τάξεως του 7%-9%.

Η Ελληνική Στατιστική Αρχή έχει ήδη δημοσιεύσει σειρά στατιστικών που συνηγορούν σε έναν ισχυρό ρυθμό ανάπτυξης, ενώ προς αυτή την κατεύθυνση οδηγεί και ένα στατιστικό εύρημα που παρατηρείται εδώ και χρόνια. Εδώ και τουλάχιστον 10 έτη, ακόμη και μέσα στα μνημόνια αλλά και μέσα στην πανδημία, το ΑΕΠ του 3ου τριμήνου κινείται -πάνω, κάτω- στα ίδια επίπεδα με αυτά του β’ τριμήνου. Το «ισχυρό χαρτί» της οικονομικής δραστηριότητας του γ’ τριμήνου είναι ο τουρισμός.

Μπορεί στο γ’ τρίμηνο να μην πιάσαμε τα επίπεδα του 2019 και η αγορά να κινήθηκε για το συγκεκριμένο τρίμηνο από το 55%-75% των αντίστοιχων μηνών του προπέρσινου τριμήνου, το βέβαιο είναι πάντως ότι οι επιδόσεις στον τουρισμό ήταν καλύτερες συγκριτικά με τις αντίστοιχες περσινές.

Ο τζίρος των επιχειρήσεων

Από την άλλη, πηγή αισιοδοξίας συνιστά ο τζίρος των επιχειρήσεων, ο οποίος για όλο το γ’ τρίμηνο εμφάνισε εκρηκτική αύξηση της τάξεως του 26% σε σχέση με το γ’ τρίμηνο του 2020. Και μόνο αυτό το στοιχείο αναμένεται να αποτυπωθεί έντονα στην κατανάλωση, η οποία ουσιαστικά καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την πορεία του ΑΕΠ. Στο γ’ τρίμηνο του 2020 η κατανάλωση -δημόσια και ιδιωτική- διαμορφώθηκε στα 38,77 δισ. ευρώ. Στο β’ τρίμηνο του 2021 έφτασε στα 41,327 δισ. ευρώ. Με δεδομένο ότι ο τζίρος των επιχειρήσεων έχει εμφανιστεί πολύ αυξημένος στο φετινό γ’ τρίμηνο, υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες η κατανάλωση και του φετινού γ’ τριμήνου να κινηθεί στην περιοχή των 41 δισ. ευρώ, κάτι που από μόνο του θα συνιστά σημαντική ώθηση για το ΑΕΠ της περιόδου.

Βέβαια, μέσα στην πανδημία, υπήρξε σοβαρή αύξηση της κατανάλωσης των φορέων της γενικής κυβέρνησης, λόγω των μέτρων στήριξης, τα οποία στο γ’ τρίμηνο του 2021 ήταν σαφώς λιγότερα συγκριτικά με τα αντίστοιχα του γ’ τριμήνου του 2020. Η όποια μείωση όμως αποτυπωθεί στην κατανάλωση των δημόσιων φορέων είναι βέβαιο ότι θα υπερκαλυφθεί από την αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης.

Αύξηση επενδύσεων

Στο μέτωπο των επενδύσεων αναμένεται διψήφια αύξηση, καθώς στο γ’ τρίμηνο του 2020 είχαμε πέσει κάτω από τα επίπεδα των 5 δισ. ευρώ, κάτι που δεν αναμένεται να επαναληφθεί φέτος, καθώς και μόνο η κατακόρυφη αύξηση στην οικοδομική δραστηριότητα παραπέμπει σε νούμερο σαφώς μεγαλύτερο των 5,35 δισ. ευρώ που καταγράφηκε στο β’ τρίμηνο της φετινής χρονιάς. Από την άλλη, τα βλέμματα στρέφονται στη μεταβολή των αποθεμάτων. Στο β’ τρίμηνο είχαμε την εκρηκτική αύξηση στα 2,935 δισ. ευρώ έναντι μόλις 438,7 εκατ. ευρώ στο β’ τρίμηνο του 2020, κάτι που συνέβαλε καθοριστικά στην ανάπτυξη του 16%. Από την άλλη, στο γ’ τρίμηνο η σύγκριση θα γίνει με την επίδοση του 2020, που ήταν 1,67 δισ. ευρώ. Για να υπάρξει επιβάρυνση του ΑΕΠ, θα πρέπει τα αποθέματα να πέσουν κάτω από αυτό το όριο κάτι που μένει να φανεί στην πράξη στις αρχές Δεκεμβρίου.

Το εμπορικό ισοζύγιο

Από το μέτωπο των εισαγωγών και των εξαγωγών υπάρχει ήδη εικόνα λόγω των στοιχείων της ΤτΕ για την πορεία του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Τα στοιχεία μπορεί να δείχνουν επιδείνωση στο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου λόγω της μεγάλης αύξησης των εισαγωγών (απόρροια και του ανοίγματος της αγοράς, αλλά και της ενεργειακής κρίσης που φούσκωσε τις τιμές των καυσίμων), από την άλλη όμως, η καλύτερη του αναμενομένου πορεία του τουρισμού (η οποία ουσιαστικά οδήγησε και στην αναθεώρηση του στόχου ανάπτυξης για ολόκληρη τη χρονιά) έχει υπερκαλύψει το κενό και έχει οδηγήσει σε βελτίωση του ισοζυγίου σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Και αυτό θα συμβάλει θετικά στο ΑΕΠ. Να σημειωθεί ότι στο περσινό γ’ τρίμηνο οι συνολικές εξαγωγές είχαν διαμορφωθεί στα 12,205 δισ. ευρώ (7,515 δισ. ευρώ από τα αγαθά και 4,69 δισ. ευρώ από τις υπηρεσίες), ενώ οι εισαγωγές είχαν εκτοξευτεί στα 16,742 δισ. ευρώ, με τα 12,687 δισ. ευρώ από τα αγαθά και τα 4,055 δισ. ευρώ από τις υπηρεσίες. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών του φετινού γ’ τριμήνου είναι βελτιωμένο πάνω από 2 δισ. ευρώ σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό, κάτι που θα φανεί έντονα στο ΑΕΠ.

Καμπανάκια αβεβαιότητας από το ΓΠΚΒ

«Η υλοποίηση των προβλεπόμενων δημοσιονομικών μεγεθών εμπεριέχει σημαντικές αβεβαιότητες, που προέρχονται από την ανησυχητική εξέλιξη της πανδημίας, τον βαθμό ικανότητας των φορολογουμένων να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, αλλά και την πιθανότητα μεταστροφής της νομισματικής πολιτικής εξαιτίας των πληθωριστικών πιέσεων».
Αυτό επισημαίνει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), γνωμοδοτώντας για το περιεχόμενο της εισηγητικής έκθεσης του κρατικού προϋπολογισμού που κατατέθηκε στη Βουλή την Παρασκευή. Το Γραφείο Προϋπολογισμού σχολιάζει ότι η χώρα μας παραμένει στις χειρότερες ευρωπαϊκές θέσεις όσον αφορά τις υγειονομικές επιπτώσεις και την πορεία των εμβολιασμών.

Από την άλλη, χαρακτηρίζει ως θετική την πλήρη παρουσίαση των δημοσίων δαπανών σε όρους προγραμμάτων και λειτουργικής ταξινόμησης, αναφέροντας ότι αποτελεί ένα ιδιαίτερα χρήσιμο εργαλείο για την κατανομή των δημοσίων πόρων μεταξύ εναλλακτικών χρήσεων, προσφέροντας τεκμηρίωση που μπορεί να συνεισφέρει στην αναβάθμιση της κοινοβουλευτικής συζήτησης για τον προϋπολογισμό.

Θετική χαρακτηρίζεται και η ολοκλήρωση της παρουσίασης των επιδόσεων του προϋπολογισμού για όλους τους φορείς της κεντρικής διοίκησης, καθώς «θα βοηθήσει ώστε τα επόμενα έτη να διαμορφωθούν νέοι κανόνες ψήφισης, εκτέλεσης, παρακολούθησης, διαχείρισης και ελέγχου του προϋπολογισμού ώστε να παρακολουθούνται και να αξιολογούνται με βάση τις επιδόσεις τους οι δράσεις και τα προγράμματα που χρηματοδοτούνται από τους δημόσιους πόρους».