Από την έντυπη έκδοση
Της Ραλλούς Αλεξοπούλου
[email protected]
Την ώρα που έχει να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις από το τέταρτο κύμα της πανδημίας και τις ανατιμήσεις που προκαλούνται από τη συνεχιζόμενη αύξηση των τιμών της ενέργειας, η κυβέρνηση παράλληλα έχει να «σβήσει» και τη φωτιά που ανάβουν σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις κορονο-χρέη ύψους 15 δισ. ευρώ, τα οποία θα πρέπει να αρχίσουν να αποπληρώνονται το 2022.
Για την ώρα το οικονομικό επιτελείο δεν εκτιμά ότι θα χρειαστεί να παρασχεθεί κάποια περαιτέρω διευκόλυνση, πέρα από την υπάρχουσα ρύθμιση των 36-72 δόσεων και κρατά κλειστά τα χαρτιά του για τυχόν άλλες αποφάσεις στο μέλλον. Κυβερνητικά στελέχη δεν παραλείπουν μάλιστα σε δηλώσεις τους να υπενθυμίζουν ότι φέτος το πρωτογενές έλλειμμα θα ξεπεράσει το 7% του ΑΕΠ και το βλέμμα στρέφεται, προς το παρόν, στην κάλυψη των όποιων αναγκών προκύψουν εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης ή της πανδημίας.
Το μόνο που έχει ίσως κάποιες πιθανότητες, αν και προς στιγμή αρμόδιες πηγές σημειώνουν ότι δεν εξετάζεται, είναι μια μικρή χρονική παράταση στην έναρξη αποπληρωμής των ενισχύσεων που ελήφθησαν μέσω των κύκλων της Επιστρεπτέας Προκαταβολής.
Ωστόσο, επισήμως ο υπ. Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας έχει αφήσει απλώς ανοιχτό το ενδεχόμενο για πιθανή παράταση του μέτρου των παγίων δαπανών, για λίγους μήνες εντός του 2022, ώστε οι επιχειρήσεις που εντάχθηκαν να αξιοποιήσουν τα ποσά που δικαιούνται για την αποπληρωμή φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Ενδεικτικά της κατάστασης που θα ακολουθήσει το επόμενο χρονικό διάστημα είναι τα εξής:
1. Οφειλές σε αναστολή
Με τον ερχομό του Ιανουαρίου του 2022 «ξεπαγώνουν» κορονο-χρέη από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, ύψους 2,6 δισ. ευρώ, τα οποία δημιουργήθηκαν το διάστημα Μαρτίου 2020 – Ιουλίου 2021 για περισσότερους από 800.000 φορολογούμενους. Η δυνατότητα που έχουν είναι τις οφειλές αυτές να τις εντάξουν στη ρύθμιση των 36-72 δόσεων, άτοκες αν επιλέξουν την εξόφλησή τους σε έως 36 δόσεις, ή έντοκες με επιτόκιο 2,5% για εξόφληση από 37 έως 72 δόσεις.
Στη ρύθμιση μπορούν να ενταχθούν:
* 392.785 φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα.
* 299.195 φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν επιχειρηματική δραστηριότητα και είναι κυρίως μισθωτοί που τέθηκαν σε αναστολή και ελεύθεροι επαγγελματίες, αλλά και ιδιοκτήτες ακινήτων που έχασαν εισοδήματα από ενοίκια.
* 134.455 νομικά πρόσωπα.
Η σχετική πλατφόρμα της ΑΑΔΕ έχει ανοίξει και οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να υποβάλλουν αιτήσεις έως τις 31/12/2021.
2. Τραπεζικά δάνεια
Κόκκινα και ενήμερα στεγαστικά και επιχειρηματικά δάνεια που βρίσκονται σε μορατόριουμ ή σε προγράμματα σταδιακής επαναφοράς από τις τράπεζες ή επιδοτούνται μέσω των προγραμμάτων «Γέφυρα 1» και «Γέφυρα 2», το 2022 θα αρχίσουν σταδιακά να επανέρχονται σε καθεστώς κανονικής εξυπηρέτησης. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το ύψος των δανείων που τέθηκαν αρχικά σε αναστολή πληρωμών το 2020 ανήλθε σε 27 δισ. ευρώ, αλλά στη συνέχεια υποχώρησαν στα 4,1 δισ. ευρώ στο τέλος του έτους. Αν προστεθούν και τα δάνεια στα προγράμματα σταδιακής επαναφοράς που εφάρμοσαν οι τράπεζες, το συνολικό ποσό φθάνει τα 9 δισ. το 2021.
3. Δάνεια μέσω Επιστρεπτέας Προκαταβολής
Τα 3 δισ. ευρώ σε σύνολο 8,3 δισ. ευρώ που δόθηκαν μέσω και των 7 κύκλων της Επιστρεπτέας Προκαταβολής θα αρχίσουν να αποπληρώνονται από το 2022. Ήδη από τις αρχές Σεπτεμβρίου έχει ανακοινωθεί η περαιτέρω μείωση του ποσού επιστροφής όλων των Επιστρεπτέων Προκαταβολών ανάλογα με την πτώση του τζίρου της επιχείρησης. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά οι επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες μπορούν να την αποπληρώσουν σε 60 μηνιαίες δόσεις, με την πρώτη δόση να καταβάλλεται στα τέλη Ιανουαρίου 2022.
Παράλληλα προβλέπεται και επιπλέον έκπτωση 15% για την εφάπαξ αποπληρωμή του κρατικού δανείου έως το τέλος του έτους. Το ποσό που πρέπει να επιστραφεί διαμορφώνεται:
* στο 25% του ποσού που εισπράχθηκε για τις επιχειρήσεις που έχουν πτώση τζίρου άνω του 70% εφόσον η πτώση των ακαθάριστων εσόδων το 2020 σε σχέση με το 2019 ήταν άνω του 70% και καταγράφουν ζημιές προ φόρων.
* στο 33% του κρατικού δανείου για τις επιχειρήσεις με πτώση τζίρου από 30% έως 70% το 2020 σε σχέση με το 2019 και καταγράφουν ζημιές προ φόρων.
* στο 50% του συνολικού ποσού για τις υπόλοιπες επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως κύκλου εργασιών.
Οι νέες επιχειρήσεις που έχουν κάνει έναρξη εργασιών μετά την 1η Ιανουαρίου 2019 ή είχαν μηδενικά ακαθάριστα έσοδα το 2019:
* επιστρέφουν το 25% του δανείου εφόσον καταγράφουν πτώση των ακαθάριστων εσόδων το 2020 σε σχέση με το 2019 (εφόσον είχαν καταγράψει θετικά ακαθάριστα έσοδα το 2019) άνω του 30% και καταγράφουν ζημίες προ φόρων και
* το 33,3% του ποσού οι υπόλοιπες επιχειρήσεις.
Σύμφωνα μάλιστα με τους υπολογισμούς του οικονομικού επιτελείου:
* το 28% των επιχειρήσεων θα επιστρέψει το 25%,
* το 39% των επιχειρήσεων θα επιστρέψει το 33,3% και
* το 33% θα επιστρέψει το 50%.
Παράταση για τις πάγιες δαπάνες
Το ενδεχόμενο να δοθεί παράταση λίγων μηνών στο μέτρο της επιδότησης παγίων δαπανών είναι κάτι που μελετά το οικονομικό επιτελείο, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στις περίπου 30.000 επιχειρήσεις που είναι δικαιούχοι του προγράμματος να μπορούν να συμψηφίσουν φόρους και ασφαλιστικές εισφορές τους πρώτους μήνες του νέου έτους. Όπως δήλωσε πρόσφατα ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, υπάρχει η σκέψη να δοθεί η δυνατότητα σε κάποιες επιχειρήσεις να επεκταθεί το μέτρο και μέσα στο 2022.
Σύμφωνα με πληροφορίες, αυτό που φαίνεται να εξετάζει το οικονομικό επιτελείο είναι να δοθεί τρίμηνη παράταση στο πρόγραμμα επιδότησης παγίων δαπανών, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος να παραμείνουν αδιάθετα «κουπόνια» ύψους έως και 100 εκατ. ευρώ. Όπως τονίζουν παράγοντες της αγοράς, δεδομένου ότι το πρόγραμμα ξεκίνησε με σχετική καθυστέρηση, πολλοί από τους δικαιούχους είχαν ήδη προχωρήσει στην πληρωμή φόρων και ασφαλιστικών εισφορών. Ένα από τα σενάρια που μελετά το υπουργείο Οικονομικών είναι να δοθεί η δυνατότητα στους δικαιούχους να προχωρήσουν σε διόρθωση του τρόπου που επιμερίζεται το ποσό που λαμβάνουν για την πληρωμή φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, καθώς έως τώρα η κατανομή του ποσού καθορίζεται μετά την υποβολή της αίτησης. Με αυτό τον τρόπο η επιχείρηση δεν κινδυνεύει να «χάσει» μέρος του ποσού που δικαιούται, αλλά αντίθετα θα έχει τη δυνατότητα να διαθέσει το ποσό που απομένει για τον συμψηφισμό με φόρους και εισφορές του 2022.