Skip to main content

Εκδήλωση Ινστιτούτου «ΕΝΑ»: Αναγκαιότητα η αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας

Της Κατερίνας Κοκκαλιάρη 

H αναθεώρηση του πλαισίου των δημοσιονομικών κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι προϋποθέσεις για ένα βιώσιμο, αναπτυξιακό και δίκαιο οικονομικό μοντέλο βρέθηκαν στο επίκεντρο της διαδικτυακής εκδήλωσης που διοργάνωσε το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ. Στην εκδήλωση με τίτλο «Δημοσιονομική Πολιτική: Μεταρρυθμίζοντας το Σύμφωνο Σταθερότητας & Ανάπτυξης – μία ελληνική οπτική» έγινε εκτενής αναφορά στις προκλήσεις στο πεδίο της οικονομίας μετά και τα νέα δεδομένα που έχει δημιουργήσει η πανδημία.

Στην ανάγκη να δοθεί βαρύτητα στην αύξηση του ΑΕΠ και όχι στις πολιτικές λιτότητας  αναφέρθηκε ο οικονομολόγος- πρώην υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ – Δημήτρης Λιάκος, χαρακτηρίζοντας «κλειδί» το Ταμείο Ανάκαμψης. Ειδικότερα μίλησε για μια σειρά προκλήσεων που θα αντιμετωπίσουν η Ελλάδα  αλλά και γενικότερα οι χώρες της  Ε.Ε. τα επόμενα χρόνια όπως : η βελτίωσης των συστημάτων υγείας, η κλιματική αλλαγή και η  αύξηση των «πράσινων» επενδύσεων, η διαχείριση  του μεταναστευτικού/προσφυγικού ζητήματος κ.α. 

Στο φλέγον θέμα της αναθεώρησης του Συμφώνου Σταθερότητας ο κ. Λιάκος σημείωσε πως πρέπει να  γίνει «πιο ευέλικτο» και εστίασε στην ανάγκη «να δοθεί μεγάλη βαρύτητα όχι στις πολιτικές λιτότητας που επικράτησαν τα προηγούμενα χρόνια και τελικά ήταν αναποτελεσματικές αλλά στο πώς θα αυξήσουμε το ΑΕΠ».  Παράλληλα υπογράμμισε πως «η πολλαπλασιαστική απορρόφηση του Ταμείου Ανάκαμψης θα βοηθήσει και να έχουμε πιο γρήγορη μείωση του χρέους και βελτίωση της απασχόλησης και της παραγωγικότητας» αλλά θα αποτελέσει και επιχείρημα ώστε ένας δημοσιονομικός μηχανισμός να είναι μόνιμος. Ωστόσο έβαλε στη συζήτηση και ένα ακόμα θέμα, υπογραμμίζοντας  πως «δεν πρέπει να περιοριστούμε μόνο στα ζητήματα οικονομικής πολιτικής, αλλά να βάλουμε στο επίκεντρο τον άνθρωπο και τις ανάγκες του σε όρους κοινωνικότητας, σε όρους συνεργασίας».

 Από την πλευρά του ο πρώην υπουργός Οικονομικών Φίλιππος Σαχινίδης σημείωσε πως «εκείνο που δεν πέτυχε η κρίση του 2008-09 το πέτυχε η κρίση της πανδημίας -και αυτό είναι ένα παράδοξο, ότι μια υγειονομική κρίση οδηγεί σε αλλαγή του τρόπου σκέψης, της πρόσληψης της πραγματικότητας και ενδεχομένως σε μια αλλαγή οικονομικού παραδείγματος» ως προς τους δημοσιονομικούς κανόνες. Αναφερόμενος στο ζήτημα συμμαχιών εντός ΕΕ για τους δημοσιονομικούς κανόνες ο κ. Σαχινίδης υπογράμμισε ότι οι εξελίξεις γύρω από το σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας στη Γερμανία θα καθορίσουν το περιθώριο που υπάρχει. Παράλληλα έδωσε έμφαση στην ανάγκη ύπαρξης κανόνων που θα πείθουν τις αγορές ώστε, όταν περάσουμε στη νέα κανονικότητα, χώρες με πολύ υψηλό δημόσιο χρέος να μην «τιμωρηθούν» με πολύ υψηλότερο κόστος δανεισμού.

Αναγκαίο χαρακτήρισε ένα νέο πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής στην Ε.Ε. ο Senior Fellow, John F. Kennedy School of Government, Harvard University Γιώργος Χουλιαράκης .  Για τη χώρα μας, προειδοποίησε ότι «η ελληνική οικονομία και ειδικά όσο δεν ανακτά επενδυτική βαθμίδα παραμένει ιδιαίτερα ευάλωτη σε αυτόν τον κίνδυνο μετάδοσης».

Μάλιστα ο κ.Χουλιαράκης σημείωσε πως «μου προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση δείχνει εξαιρετικά αισιόδοξη όχι μόνο για την πορεία ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας αλλά και για την πορεία των δημόσιων οικονομικών πιστεύοντας ότι αυτή τη φορά όλα θα είναι πολύ διαφορετικά απ’ ότι ήταν σε προηγούμενες κρίσεις». Επιδίωξη της χώρας, συνέχισε, «θα πρέπει να είναι ένα δημοσιονομικό πλαίσιο που θα διατηρεί τη βιωσιμότητα, θα ενισχύει την ευελιξία, αλλά θα επιτρέπει ταυτόχρονα τη σταδιακή προσαρμογή των δημοσιονομικών μεγεθών».

Στην αλλαγή δημοσιονομικού πλαισίου ως προϋπόθεση για την πράσινη μετάβαση, ιδίως για μια κοινωνικά δίκαιη περιβαλλοντική μετάβαση, αναφέρθηκε ο Οικονομολόγος της CAN Europe Ολιβιέ Βαρδακούλιας . «Οι επιφανειακοί σημερινοί κανόνες για χρέη και ελλείμματα που αντιμετωπίζουν με τον ίδιο τρόπο τακτικές και επενδυτικές δαπάνες, οφείλουν να αλλάξουν, όχι αδιάκριτα αλλά με την προσθήκη ρητρών που θα αποθαρρύνουν επενδύσεις με αρνητικό αντίκτυπο και να ενθαρρύνουν αυτές που συμβάλλουν στους κλιματικούς στόχους» υπογράμμισε. Για να συμπληρώσει πως : «είναι  αδιανόητο να απαιτείται από τα κράτη-μέλη να μην επενδύουν σήμερα για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων, όταν το κόστος της μη επένδυσης θα το πληρώσει τελικά η κοινωνία διπλάσια αύριο, με την αντίστοιχη δημοσιονομική επίπτωση».

Να σημειωθεί πως το πάνελ των ομιλητών συντόνισε η οικονομολόγος Έλενα Παπαδοπούλου, η οποία αναφέρθηκε σε τρεις σοβαρές κρίσεις, μία οικονομική, μία περιβαλλοντική και μία πρωτόγνωρη υγειονομική κρίση. «Οι κρίσεις αυτές διαπλέκονται και αλληλοτροφοδούνται με έναν τρόπο δύσκολο να τις αντιμετωπίσουμε εντελώς ανεξάρτητα» τόνισε χαρακτηριστικά.