Από την έντυπη έκδοση
Του Αντώνη Τσιμπλάκη
[email protected]
Εντυπωσιακή, βραχύβια και μη οριζόντια ανάκαμψη είναι τα τρία βασικά χαρακτηριστικά για την ελληνική ξενοδοχία τη φετινή σεζόν. Το ζήτημα ανακύπτει κυρίως για τα ξενοδοχεία 12μηνης λειτουργίας τα οποία, σε αντίθεση με τα resort που κινήθηκαν εντυπωσιακά την περίοδο Ιουλίου – Αυγούστου αλλά και τον Σεπτέμβριο, θα πρέπει να λειτουργήσουν τους επόμενους μήνες χωρίς συνεδριακό ή και επαγγελματικό τουρισμό εν μέσω μάλιστα της έξαρσης της πανδημίας και της κατακόρυφης ανόδου του ενεργειακού κόστους, όπως επεσήμανε ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος Αλέξανδρος Βασιλικός στο πλαίσιο παρουσίασης μελέτης του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων για την πορεία της ελληνικής ξενοδοχίας την περίοδο Ιουνίου – Οκτωβρίου 2021.
Ο κ. Βασιλικός σημείωσε πως είναι γεγονός ότι η πορεία του τουρισμού και η ανάκαμψη κατά τους καλοκαιρινούς μήνες ήταν εντυπωσιακή. Ωστόσο, ακόμα και για τα θερινά ξενοδοχεία θα πρέπει να δοθεί η απαραίτητη προσοχή σε δύο σημεία. Το ένα αφορά τα περισσότερα χρήματα αλλά και τη διάθεση που είχαν για ταξίδια οι τουρίστες μετά το σχεδόν διετές lockdown λόγω της πανδημίας, ενώ το άλλο αφορά την απαγόρευση ταξιδιών σε μακρινούς προορισμούς τους προηγούμενους μήνες. Ο κ. Βασιλικός εκτίμησε ότι και την επόμενη σεζόν θα διατεθούν περισσότερα χρήματα στα ταξίδια, ενώ υπογράμμισε επίσης ότι όταν «ανοίξουν» τα ταξίδια σε μακρινούς προορισμούς, οι Ευρωπαίοι, που συνηθίζουν τέτοια ταξίδια και που φέτος προτίμησαν την Ευρώπη, θα επιστρέψουν στους αγαπημένους τους προορισμούς.
Τα στοιχεία της έρευνας
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, η ανάκαμψη του τουρισμού δεν ήταν οριζόντια και η διάρκεια της φετινής τουριστικής σεζόν στην Ελλάδα ήταν βραχύβια. Άλλωστε, όπως διαπιστώνει και η European Travel Commission (ETC) στη χθεσινή έκθεσή της, η ουσιαστική ανάκαμψη της αγοράς δεν θα επιτευχθεί πριν από το 2024. Ειδικότερα, στη μελέτη του Ινστιτούτου κατεγράφη ότι η μέση πληρότητα στα ανοιχτά ξενοδοχεία εποχικής λειτουργίας έφτασε στο peak με ποσοστό 83,7% την εβδομάδα από 9 έως 15 Αυγούστου, με τις συνεχούς λειτουργίας μονάδες να σημειώνουν το ίδιο διάστημα πληρότητα 70,8%. Η μέση πληρότητα των ξενοδοχείων (με αναγωγή στο σύνολο του ξενοδοχειακού δυναμικού, δηλαδή λαμβάνοντας υπ’ όψιν και τα κλειστά ξενοδοχεία) άγγιξε τον Αύγουστο το 74,8%, όταν την αντίστοιχη περίοδο του 2020 η πληρότητα στα ξενοδοχεία της χώρας είχε διαμορφωθεί στο 29,8%, αποτέλεσμα που δικαιώνει την απόφαση της πολιτείας για άνοιγμα του τουρισμού στα μέσα του περασμένου Μαΐου.
Για τον Σεπτέμβριο η πληρότητα διαμορφώθηκε μεσοσταθμικά στο 58,4%. Σημειώνεται ότι η πληρότητα του Σεπτεμβρίου άρχισε από σχετικά υψηλά επίπεδα, για να κατέλθει τελικά στο 58%, λόγω του σταδιακού κλεισίματος των ξενοδοχείων της περιφέρειας αλλά και της χαμηλής πληρότητας των μονάδων της Αττικής, οι οποίες είναι ακόμη πολύ μακριά από τις κανονικές επιδόσεις τους τους μήνες Σεπτέμβριο – Οκτώβριο, καθώς οι αγορές επιχειρηματικών ταξιδιών, συνεδρίων και εκθέσεων δεν έχουν ανακάμψει ακόμη. Μεσοσταθμικά, επίσης, η πληρότητα στην Κρήτη και στα νησιά του Νοτίου Αιγαίου ανήλθε τον Οκτώβριο σε 58,9% και 55,7% αντίστοιχα, ποσοστό που καταδεικνύει ότι στις περιοχές αυτές καταγράφηκε μετατόπιση της τουριστικής περιόδου, δεδομένου ότι η σεζόν άρχισε ουσιαστικά στις αρχές Ιουλίου.
Οι υψηλότερες πληρότητες
Με βάση τα στοιχεία της έρευνας, τα τεσσάρων και πέντε αστέρων ξενοδοχεία παρουσίασαν τις υψηλότερες πληρότητες καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια της τουριστικής σεζόν. Επισημαίνεται, βέβαια, ότι το 76% των ελληνικών ξενοδοχείων ανήκει στις κατηγορίες τριών, δύο και ενός αστεριών. Ταυτόχρονα διαπιστώθηκε ότι οι υψηλότερες επιδόσεις καταγράφηκαν στις Περιφέρειες Κρήτης και Νοτίου Αιγαίου. Όσον αφορά τις τιμές, η μεγαλύτερη μέση τιμή για τα εποχικής λειτουργίας ξενοδοχεία έφτασαν τα 131 ευρώ στις αρχές Αυγούστου, ενώ για τα συνεχούς λειτουργίας, για την υπό εξέταση περίοδο, διαμορφώθηκε στα 81 ευρώ στα μέσα Αυγούστου