Skip to main content

Π. Σκουρλέτης: Αύξηση του κατώτατου μισθού χωρίς κραδασμούς στην αγορά

Από την έντυπη έκδοση

Οι προϋποθέσεις για την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, η κατάργηση του μνημονιακού πλαισίου των ομαδικών απολύσεων και της μείωσης του ύψους των αποζημιώσεων σε περίπτωση απόλυσης, αλλά και ο περιορισμός των ελαστικών μορφών απασχόλησης είναι ορισμένες από τις βασικές προτεραιότητες της νέας ηγεσίας του υπουργείου Eργασίας.

Την αναγκαιότητα επαναφοράς των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων μεταξύ των κοινωνικών εταίρων επισημαίνει σε συνέντευξή του στη «Ναυτεμπορική» ο Πάνος Σκουρλέτης και αναφερόμενος στην απορρύθμιση της αγοράς εργασίας κάνει λόγο για «ακραία εργασιακή ευελιξία». Παράλληλα επισημαίνει την ανάγκη ύπαρξης συμπληρωματικών μέτρων ενίσχυσης των επιχειρήσεων που θα συνοδεύσουν την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ.

Οπως λέει χαρακτηριστικά ο υπουργός Εργασίας, «η βίαιη αποδόμηση του εργατικού δικαίου καθιστά, πράγματι, απαραίτητη μια τέτοια προσέγγιση, άρα και τη συζήτηση για την υπό όρους διαμόρφωση ενός συνοδευτικού πακέτου προσωρινών μέτρων όπου αυτό απαιτείται και αποκλειστικά για τη διασφάλιση της ομαλής ή σταδιακής μετάβασης στην αύξηση του κατώτατου μισθού στον διακηρυγμένο στόχο των 751 ευρώ το συντομότερο δυνατόν».

Κύριε υπουργέ, προτείνατε την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ με όρους πρόληψης και απορρόφησης κραδασμών στην αγορά εργασίας. Μπορούν να αντέξουν οι επιχειρήσεις την προτεινόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού, όταν σήμερα, σε αρκετές περιπτώσεις, καθυστερούν να καταβάλλουν τα 586 ευρώ; Ποια είναι τα συμπληρωματικά μέτρα που θα πάρετε για να αποφύγετε ένα «σοκ» σε μια αγορά εργασίας που είναι καθημαγμένη εξαιτίας της κρίσης;

«Πρέπει, αρχικά, να διευκρινιστεί ότι η αποκατάσταση του τρόπου καθορισμού του κατώτατου μισθού αποτελεί τμήμα της ρητής προεκλογικής δέσμευσης του ΣΥΡΙΖΑ για επαναφορά του δικαίου των συλλογικών διαπραγματεύσεων στα αυτονόητα επίπεδα της συνταγματικής, κοινοτικής και διεθνούς νομιμότητας. Αυτό, άλλωστε, είναι και το περιεχόμενο της σχετικής πρότασης νόμου που είχαμε καταθέσει τον Οκτώβριο του 2014.

Ταυτόχρονα, η προγραμματική δέσμευσή μας για έναν επικουρικό ρόλο της κρατικής παρέμβασης σε θέματα που άπτονται της συλλογικής και κοινωνικής διαπραγμάτευσης, όπως άλλωστε ισχύει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, επιβάλλει την πρόβλεψη ενός μηχανισμού διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού κατά προτεραιότητα εντός του συστήματος των αναβαθμισμένων συλλογικών διαπραγματεύσεων σε τριτοβάθμιο επίπεδο.

Ωστόσο, κατ’ εξαίρεση, και κατόπιν συνεννόησης με τους τριτοβάθμιους συνδικαλιστικούς και εργοδοτικούς φορείς θα εξεταστούν το αμέσως επόμενο διάστημα -στο πλαίσιο ενδεχομένως μιας τριμερούς διαδικασίας διαβούλευσης- όλες οι προληπτικές ή συμπληρωματικές ρυθμίσεις που τυχόν απαιτούνται για την απορρόφηση των κραδασμών που πιθανολογείται τεκμηριωμένα ότι θα προκληθούν στην πλήρως απορρυθμισμένη αγορά εργασίας από την αυτόματη αύξηση των κατώτατων ορίων αποδοχών.

Το καταστροφικό πέρασμα του νεο-φιλελεύθερου μνημονιακού τυφώνα και η βίαιη αποδόμηση του εργατικού δικαίου καθιστούν, πράγματι, απαραίτητη μια τέτοια προσέγγιση, άρα και τη συζήτηση για την υπό όρους διαμόρφωση ενός συνοδευτικού πακέτου προσωρινών μέτρων όπου αυτό απαιτείται και αποκλειστικά για τη διασφάλιση της ομαλής ή σταδιακής μετάβασης στην αύξηση του κατώτατου μισθού στον διακηρυγμένο στόχο των 751 ευρώ το συντομότερο δυνατόν.

Ηδη δρομολογούνται μια σειρά τέτοια μέτρα που σχετίζονται με τη ρύθμιση των υποχρεώσεων προς ασφαλιστικά ταμεία, το Δημόσιο αλλά και τις τράπεζες».

Τι θα αλλάξετε στο ισχύον νομικό πλαίσιο των ομαδικών απολύσεων; Το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας θα διατηρήσει τις αρμοδιότητες που έχει σήμερα για τις ομαδικές απολύσεις; Το ποσοστό των ομαδικών απολύσεων θα παραμείνει στο 5% ή θα μειωθεί;

«Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταθέσει συγκεκριμένη πρόταση νόμου ήδη από τον Μάιο του 2013 για την αποκατάσταση όλων των απορρυθμίσεων στο δίκαιο της καταγγελίας της σχέσης εργασίας την τελευταία πενταετία.

Εκτός από την άμεση κατάργηση του μνημονιακού πλαισίου που απελευθέρωσε τις ομαδικές απολύσεις, άρα και τη μείωση του σχετικού ποσοστού νόμιμων απολύσεων σε μηνιαία βάση, επεξεργαζόμαστε ήδη συνολικά μια νέα νομοθεσία για τις απολύσεις, ατομικές και ομαδικές, όπου θα εξεταστούν όλα τα επιμέρους θέματα, συμπεριλαμβανομένων και αυτών στα οποία αναφέρεστε στην ερώτησή σας για την αρμοδιότητα του ΑΣΕ».

Ο τρόπος και το ύψος αποζημίωσης των εργαζομένων σε περίπτωση απόλυσης θα παραμείνει όπως είναι σήμερα ή θα επανέλθει στο νομικό καθεστώς που ίσχυε πριν από το 2010; Το ερώτημα αφορά εκτός από το ύψος της αποζημίωσης και τον χρόνο προειδοποίησης σε περίπτωση απόλυσης (ν.3863/2010, ν.3899/2010, ν.4093/2012).

«Σας υπενθυμίζω ότι το σημερινό καθεστώς, που δίνει τη δυνατότητα φθηνής, απροειδοποίητης και αναιτιολόγητης απόλυσης, χωρίς άμεση προληπτική εξωδικαστική προστασία, σε συνδυασμό με τους ρυθμούς απονομής της τακτικής δικαιοσύνης που ξεπερνούν τα όρια της αρνησιδικίας, είναι ένα καθεστώς το οποίο απέχει έτη φωτός από το ευρωπαϊκό κεκτημένο.

Σε συνθήκες ακραίας εργασιακής ευελιξίας και πρωτοφανώς υψηλής ανεργίας, η απόλυση θα πρέπει να καταστεί πράγματι το έσχατο μέσο, είτε αφορά σε οικονομικούς είτε σε λόγους που αφορούν το πρόσωπο του εργαζομένου. Με αφετηριακή βάση την προαναφερθείσα πρόταση νόμου, που αφορά την κατάργηση των μνημονιακών απορρυθμίσεων, θα διαμορφώσουμε άμεσα, έπειτα από έναν ουσιώδη και όχι προσχηματικό διάλογο με τους κοινωνικούς συνομιλητές, ένα σύγχρονο δίκαιο καταγγελίας της σχέσης εργασίας λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη διεθνή εμπειρία και κυρίως την πλούσια νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων.

Σε κάθε περίπτωση, η επαναφορά στην προ μνημονίων κατάσταση δεν αρκεί γιατί και τότε η προστατευτική λειτουργία της οικείας νομοθεσίας ήταν περιορισμένη. Η θέσπιση ενός σύγχρονου νομικού πλαισίου για την καταγγελία της σχέσης εργασίας απαιτείται να περιλαμβάνει αποτελεσματικούς φραγμούς στις απολύσεις και να θεμελιώνει την αιτιολογημένη απόλυση, την εύλογη και επαρκή προειδοποίηση, την εξάντληση όλων των ηπιότερων μέσων, την αυξημένη αποζημίωση απόλυσης και τον έγκαιρο προδικαστικό έλεγχο της καταχρηστικότητας ή της νομιμότητας της απόλυσης».

Προτείνατε τη μείωση του χρόνου της δοκιμαστικής περιόδου εργασίας ενός νεοπροσλαμβανόμενου και τον περιορισμό των ελαστικών μορφών απασχόλησης. Ποια είναι η δέσμη νομοθετικών μέτρων που θα προτείνετε;

«Σε συνέχεια της απάντησης στο αμέσως προηγούμενο ερώτημά σας, είναι σαφές ότι η εφαρμογή του νέου δικαίου της καταγγελίας της σχέσης εργασίας θα πρέπει να εστιάσει εξ αρχής και στην καθολική επέκταση των προστατευτικών διατάξεών του στο σύνολο των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα.

Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να περιοριστεί στο ελάχιστο η δυνατότητα σύναψης όλων εκείνων των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων που εφευρέθηκαν, μεταξύ άλλων, και για την αποστέρηση του δικαιώματος προστασίας από το δίκαιο της καταγγελίας της σχέσης εργασίας.

Συνεπώς, ενδεικτικά, η επαναφορά της δοκιμαστικής περιόδου στους δύο μήνες (από δώδεκα σήμερα), η μείωση της νόμιμης διάρκειας της προσωρινής εργασίας σε λογικά επίπεδα (σήμερα στους 36 μήνες!) και η καταπολέμηση του φαινομένου της ψευδο-αυτοαπασχόλησης (μπλοκάκια και συμβάσεις ανεξαρτήτων υπηρεσιών που υποκρύπτουν μισθωτή σχέση εργασίας) είναι μερικές από τις άμεσες, αυτονόητες θα έλεγα, προτεραιότητές μας.

Τέλος, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η υποχρέωση αντικειμενικής αιτιολόγησης της σύναψης οποιασδήποτε ελαστικής μορφής απασχόλησης θα αποτρέψει την καταχρηστική αξιοποίηση των οικείων διατάξεων».

Θα θεσμοθετήσετε την επαναφορά της κυριακάτικης αργίας. Τι θα ισχύσει στις τουριστικές περιοχές της χώρας;

«Η ικανοποίηση αυτού του κοινού αιτήματος σχεδόν της απόλυτης πλειοψηφίας των παραγωγικών φορέων και των κοινωνικών συνομιλητών δεν τίθεται προς συζήτηση. Η επαναφορά της κυριακάτικης αργίας αλλά και η επανακατοχύρωση του πενθημέρου, όπου αυτά έχουν καταργηθεί, βρίσκονται στην κορυφή των άμεσων νομοθετικών πρωτοβουλιών της κυβέρνησης».

ΣΤΕΛΙΟΣ ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ