Η αύξηση των φορολογικών συντελεστών την περίοδο 2010 – 2018 οδήγησε σε σημαντική διόγκωση της παραοικονομίας, σύμφωνα με μελέτες της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία συστήνει αλλαγή του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής.
Όπως εξήγησε ο επικεφαλής οικονομολόγος και διευθυντή οικονομικών αναλύσεων και μελετών της ΤτΕ Δημήτρης Μαλλιαρόπουλος, μιλώντας σε συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, για να καταπολεμηθεί η παραοικονομία πρέπει συμπληρωματικά να εξαλειφθούν τα κίνητρα που οδηγούν στην απόκρυψη εισοδημάτων. «Και αυτά τα κίνητρα δεν είναι άλλα από την υψηλή φορολογία», πρόσθεσε.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΤτΕ προκρίνει ως λύση την αλλαγή του μίγματος της δημοσιονομικής πολιτικής από φοροκεντρικό σε ένα μίγμα με έμφαση στη μείωση μη παραγωγικών δαπανών. Κατά τον ίδιο, το δημοσιονομικό κόστος θα είναι μόνο βραχυχρόνιο ενώ μακροχρόνια θα έχει δημοσιονομικό όφελος καθώς θα οδηγήσει σε διεύρυνση της φορολογικής βάσης.
Διευκρίνισε, δε, ότι αλλαγή του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής σημαίνει συγκεκριμένα μείωση φορολογικών συντελεστών εισοδήματος, εταιρικών κερδών και ασφαλιστικών εισφορών. Όπως παρατήρησε, αυτό είναι αναγκαίο για να γίνει η χώρα ένας ελκυστικός πόλος έλξης επενδύσεων και ανθρώπινου κεφαλαίου, το οποίο συρρικνώθηκε σημαντικά ως αποτέλεσμα του brain drain τα χρόνια της κρίσης.
Ο κ. Μαλλιαρόπουλος στάθηκε στην ανάγκη το νέο αναπτυξιακό πρότυπο να βασίζεται στις επενδύσεις και στις εξαγωγές. Ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ενίσχυση και των δύο, «βλέπει» την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και, όσον αφορά τις επενδύσεις, τη χρηματοδότηση.
Επιπλέον, υπερθεμάτισε ως προς την ενίσχυση του αποθέματος κεφαλαίου και συνεπώς της δυνητικής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, χαρακτηρίζοντας βασική προϋπόθεση τις θετικές καθαρές επενδύσεις κεφαλαίου. Για να συμβεί αυτό, υπογράμμισε πως η ελληνική οικονομία χρειάζεται ένα επενδυτικό σοκ, καθώς όπως συμπλήρωσε, οι επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα πρέπει να αυξηθούν κατά 40% τα επόμενα χρόνια.
naftemporiki.gr