Skip to main content

Εμπόδια στο επιχειρηματικό περιβάλλον

Από την έντυπη έκδοση 

Του Σταμάτη Ζησίμου
[email protected]

Η κρίση ναι μεν επηρέασε δυσμενώς το επιχειρηματικό περιβάλλον, αλλά ουσιαστικά ανέδειξε και μεγιστοποίησε την επίδραση των βασικών διαρθρωτικών ζητημάτων και προβλημάτων που ήδη ενυπάρχουν στο ελληνικό περιβάλλον. Αυτό προκύπτει από την έρευνα του ΙΟΒΕ για την επιχειρηματικότητα αρχικών σταδίων. Σημειώνεται ότι η επιχειρηματικότητα αρχικών σταδίων αναφέρεται σε όσους προτίθενται να ξεκινήσουν ένα επιχειρηματικό εγχείρημα, ή όσους έχουν ήδη μια επιχείρηση η ηλικία της οποίας δεν ξεπερνά τους 42 μήνες.

Στο πλαίσιο της έρευνας, η οποία είναι παγκόσμια, καθώς εντάσσεται στο ερευνητικό πρόγραμμα Global Entrepreneurship Monitor (GEM), ζητήθηκε η άποψη εμπειρογνώμων επί έξι διαστάσεων του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Οι απαντήσεις κατατάσσονται με βάση μια εννιαβάθμια κλίμακα Likert (όπου 1: απόλυτα λάθος και 9: απόλυτα σωστό). Για παράδειγμα απαντήσεις κοντά στο 5 σημαίνουν πρακτικά ουδέτερη απάντηση, δηλαδή η συγκεκριμένη θέση δεν είναι ούτε σωστή ούτε λάθος. Ωστόσο, τα αποτελέσματα για την Ελλάδα κάθε άλλο παρά ως θετικά μπορούν να χαρακτηριστούν.

Αναλυτικότερα, αναφορικά με την επάρκεια πηγών για τη χρηματοδότηση επιχειρηματικών εγχειρημάτων η Ελλάδα συγκεντρώνει μέσο όρο μόλις 4,1, καταλαμβάνοντας την τρίτη θέση από το τέλος μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών που ανήκουν στην ομάδα των χωρών καινοτομίας. Συνολικά, σε μόλις τέσσερις χώρες ο μέσος όρος των απαντήσεων ξεπερνά το μέσον της κλίμακας (ούτε σωστό/ούτε λάθος), με την υψηλότερη θέση στην κατάταξη να καταλαμβάνει η Ολλανδία με μέσο όρο 5,7. Πρόκειται δηλαδή για μια «προβληματική» γενικά περιοχή, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά συνολικά στην Ευρώπη, καθώς η χρηματοπιστωτική κρίση έχει επηρεάσει δυσμενώς το επιχειρηματικό περιβάλλον στις περισσότερες χώρες καινοτομίας.

Ως προς την αξιολόγηση πολιτικών στην Ελλάδα για την ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας, δεν κρίνονται επαρκείς, με τη χώρα μας να καταλαμβάνει την τελευταία θέση μεταξύ των άλλων ευρωπαϊκών χωρών που ανήκουν στην ομάδα των χωρών καινοτομίας.

Την τελευταία θέση της κατάταξης διατηρεί η Ελλάδα και σε θέματα επάρκειας πολιτικών για τη μείωση της γραφειοκρατίας και τη συνεκτικότητα της φορολογικής πολιτικής για τις νέες επιχειρήσεις. Μάλιστα, ο μέσος όρος των απαντήσεων σε αυτό το πλέγμα των ερωτήσεων είναι της τάξης του 2,2, δηλαδή ακόμα χαμηλότερος από τις προηγούμενες ερωτήσεις. Θα πρέπει, πάντως, να σημειωθεί ότι αρκετές είναι οι χώρες που βρίσκονται χαμηλότερα από το 5 σε αυτό τον παράγοντα, γεγονός που αναδεικνύει τη γραφειοκρατία σε βασικό ανασταλτικό παράγοντα επιχειρηματικότητας σε αρκετές χώρες.

Εξίσου περιορισμένη φαίνεται να είναι η εφαρμογή κυβερνητικών προγραμμάτων στήριξης της επιχειρηματικότητας, τα οποία έχουν να κάνουν π.χ. με υπηρεσίες μιας στάσης, θερμοκοιτίδες και γενικώς την υποστήριξη της νέας επιχειρηματικότητας, με την Ελλάδα να βρίσκεται τελευταία στην κατάταξη (μέσος όρος απαντήσεων 3,4). Αδυναμίες εντοπίζονται αναφορικά με το πλήθος και τη στόχευση των κρατικών προγραμμάτων, αλλά και την αποτελεσματική διαχείρισή τους. Ουσιαστικά η Ελλάδα κατατάσσεται μαζί με την Ιταλία και τη Σλοβακία σε μια ομάδα χωρών με μέσο όρο κάτω του 4 σε αυτόν τον παράγοντα.

Την τελευταία θέση της κατάταξης διατηρεί η Ελλάδα και σε θέματα εκπαίδευσης, με την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση να θεωρείται ότι δεν προάγει επαρκώς την επιχειρηματικότητα (2,9). Σημειώνεται ότι γενικότερα στις ευρωπαϊκές χώρες που ανήκουν στην ομάδα των χωρών καινοτομίας το σύστημα εκπαίδευσης σε αυτές τις βαθμίδες δεν φαίνεται να είναι επαρκώς προσανατολισμένο στην προώθηση της επιχειρηματικότητας. Πιο θετικές είναι οι κρίσεις για το εκπαιδευτικό σύστημα στην Ολλανδία, η οποία αποτελεί και τη μοναδική χώρα όπου ο μέσος όρος των απαντήσεων ξεπερνά το 5. Αντίθετα, καλύτερη είναι η εικόνα για τη μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση και κατάρτιση, με τον μέσο όρο απαντήσεων να διαμορφώνεται στο 4,3, καθώς η εισαγωγή των μαθημάτων επιχειρηματικότητας στα πανεπιστήμια και στην ανώτερη εκπαίδευση στις αρχές της δεκαετίας του 2000 φαίνεται να έχει αρχίσει να αποδίδει αποτελέσματα, τουλάχιστον σύμφωνα με τη γνώμη των εμπειρογνωμόνων.

Συνολικά, από τη σύγκριση των επιδόσεων της Ελλάδας σε σχέση με τον μέσο όρο των αξιολογήσεων στις χώρες καινοτομίας για τις πρώτες τέσσερις διαστάσεις του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, φαίνεται με σαφήνεια ότι οι Έλληνες εμπειρογνώμονες αξιολογούν τις συγκεκριμένες διαστάσεις δυσμενέστερα σε σχέση με τους εμπειρογνώμονες στις άλλες χώρες καινοτομίας. Εξαίρεση αποτελεί ο τομέας της εκπαίδευσης, όπου οι επιδόσεις της Ελλάδας το 2016 συγκλίνουν με τον μέσο όρο των χωρών καινοτομίας. Οι μεγαλύτερες υστερήσεις εντοπίζονται αναφορικά με τις Εθνικές Πολιτικές σε θέματα Γραφειοκρατίας και Φορολογίας, καθώς και το Γενικότερο Πλαίσιο Εθνικών Πολιτικών.

Σημαντικά βελτιωμένη εικόνα, όμως, εντοπίζεται και στο πεδίο μεταφοράς/διάχυσης της γνώσης στην επιχειρηματική κοινότητα και ιδιαίτερα στις νέες επιχειρήσεις. Έτσι, η Ελλάδα με μέσο όρο 4,5 (από 3,8 το 2015) βρίσκεται στην έκτη θέση της κατάταξης, ενώ την πρώτη θέση καταλαμβάνουν το Λουξεμβούργο και η Ολλανδία με μέσο όρο 5,5.

Οι εμπειρογνώμονες αξιολογούν επίσης την επάρκεια εμπορικών υποδομών και υπηρεσιών για τη στήριξη της επιχειρηματικότητας, με την έννοια της διαθεσιμότητας σε βοηθητικές υπηρεσίες που χρειάζονται οι επιχειρήσεις για τη λειτουργία τους (consulting, τραπεζικές, νομικές, λογιστικές υπηρεσίες κ.λπ.). Γενικά οι μέσοι όροι των απαντήσεων σε αυτή τη διάσταση σε όλες τις χώρες είναι υψηλότεροι σε σύγκριση με τις άλλες διαστάσεις των επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Παρ’ όλα αυτά, η Ελλάδα εξακολουθεί να παρουσιάζει υστερήσεις συγκριτικά με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες καινοτομίας, καθώς με μέσο όρο απαντήσεων 4,9 ξεπερνά μόνο την Ιταλία.

Δυσχέρειες για την είσοδο νέων επιχειρήσεων στην αγορά
Διαφορετική εικόνα εντοπίζεται στο επιχειρηματικό περιβάλλον στην Ελλάδα, ενδεχομένως λόγω και της διαδικασίας αναδιάρθρωσης και γενικότερων αλλαγών που συμβαίνουν σε επιμέρους αγορές προϊόντων/υπηρεσιών, καθώς φαίνεται να δημιουργούνται ευκαιρίες σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με πιο ώριμες ίσως αγορές. Έτσι η Ελλάδα κατατάσσεται μεταξύ των τριών πρώτων χωρών, με μέσο όρο απαντήσεων 5,6, με τη Σουηδία και την Ολλανδία να βρίσκονται στην πρώτη θέση της κατάταξης με 5,7. 

Παρά τη δυναμική που διαφαίνεται στο περιβάλλον, εξακολουθούν να υφίστανται σημαντικές δυσχέρειες στην Ελλάδα όσον αφορά την είσοδο νέων επιχειρήσεων στην αγορά, καθώς η Ελλάδα βρίσκεται στην προτελευταία θέση της κατάταξης μαζί με τη Σλοβακία με μέσο όρο 4. Δεν είναι εύκολο, δηλαδή, σε νέες και αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις να διεισδύσουν σε νέες αγορές, με τα εμπόδια εισόδου να είναι ακόμη υψηλά.

Σημαντικά καλύτερες είναι οι συνθήκες στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά την πρόσβαση των νέων επιχειρήσεων σε υλικές υποδομές, όπως είναι τα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα, το νερό, το ηλεκτρικό ρεύμα, αλλά και το κόστος των παροχών αυτών, με τον μέσο όρο των απαντήσεων να ανέρχεται σε 6,2. Και πάλι, όμως, η Ελλάδα βρίσκεται χαμηλότερα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Τέλος, σε ό,τι αφορά τα πολιτισμικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά της εθνικής κουλτούρας, εκτιμάται ότι αυτά δεν ενθαρρύνουν την επιχειρηματικότητα, καθώς ο μέσος όρος των απαντήσεων (3,9) είναι μικρότερος συγκριτικά με την πλειονότητα των ευρωπαϊκών χωρών καινοτομίας.