Η συζήτηση για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης κερδίζει δυναμική, ωστόσο οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δεν βοηθούν, αναφέρει ο επικεφαλής της Bundesbank Γενς Βάιντμαν σε άρθρο του στη γερμανική εφημερίδα FAZ. «Ρίχνοντας μια ματιά στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, αποκαλύπτεται πώς μπορούν να γίνουν πιο ανθεκτικές οι νομισματικές ενώσεις», σημειώνει ο κ. Βάιντμαν.
Όπως αναφέρει, δεν υπάρχει αμφιβολία πως η οικονομική ολοκλήρωση της Ευρώπης έχει ενισχύσει την ευημερία της. Ωστόσο, όπως προσθέτει, δεν υπάρχει συναίνεση ως προς το αν θα πρέπει να υπάρξει εμβάθυνση της ολοκλήρωσης και, αν ναι, με ποια μορφή πρέπει να συμβεί αυτό.
Αναμφίβολα, όπως τονίζει, το πιο τολμηρό βήμα προς την ευρωπαϊκής ολοκλήρωση ήταν η οικονομική και νομισματική ένωση. Ωστόσο, ο κ. Βάιντμαν συμπληρώνει ότι η χρηματοπιστωτική κρίση και η κρίση του δημοσίου χρέους εξέθεσαν τα προβλήματα της Ευρώπης: ανεπιθύμητες εξελίξεις στα κράτη μέλη που τα άφησαν οικονομικά εκτεθειμένα, καθώς και ρωγμές στο θεσμικό πλαίσιο.
Κατά τον κ. Βάιντμαν, καταβλήθηκαν σημαντικές προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κρίσης. Τα κράτη μέλη τα οποία επλήγησαν περισσότερο από την κρίση, ήταν εκείνα που χρειάστηκε να εφαρμόσουν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε τομείς όπως η αγορά εργασίας, προκειμένου να καταστούν οι οικονομίες τους πιο ευέλικτες και ανταγωνιστικές.
Την ίδια στιγμή, δημιουργήθηκε ένα δίχτυ ασφαλείας με τη μορφή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), ενός οργανισμού που μπορεί να παράσχει βοήθεια στα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες -με οικονομικούς όρους- εφόσον η χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ζώνης του ευρώ κινδυνεύει. Επιπλέον, προχώρησαν τα σχέδια για μια τραπεζική ένωση και σχηματίστηκε ένα «μονοπάτι» προς την ένωση των κεφαλαιαγορών.
Ωστόσο, όπως προειδοποιεί ο κ. Βάιντμαν, θα ήταν λάθος να πιστεύουμε ότι η ζώνη του ευρώ είναι τώρα προστατευμένη από κάθε ενδεχόμενο. Το μέλλον μπορεί επίσης να επιφυλάσσει κρίσεις σε περιφερειακό ή τομεακό επίπεδο, οι οποίες θα θέσουν σε δοκιμή τη ζώνη του ευρώ. Ο κ. Βάιντμαν τονίζει ότι δεν πρέπει να παρασυρθούμε σε μια ψεύτικη αίσθηση ασφάλειας από την καλή οικονομική κατάσταση αυτή τη στιγμή.
Ο Γερμανός τραπεζίτης επικαλείται δήλωση του προέδρου της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος είπε πως «μετά από χρόνια κρίσεων, είναι καιρός να πάρουμε το μέλλον της Ε.Ε. στα χέρια μας». Χρησιμοποιώντας μια ρήση του Κένεντι, ο κ. Γιούνκερ ανέφερε πως «δεν υπάρχει καλύτερη στιγμή να επισκευαστεί η στέγη, από όταν ο ήλιος λάμπει».
Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με τον κ. Βάιντμαν, ολόκληρο το σπίτι πρέπει να είναι ανθεκτικό στις κακές καιρικές συνθήκες, εάν η Ευρώπη θέλει να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις μελλοντικές καταιγίδες. Συνεπώς, συμπληρώνει ο επικεφαλής της Bundesbank, είναι καλό νέο πως αναζωπυρώθηκε η συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ευρώπη βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι μεταξύ της ενίσχυσης της αρχής της ατομικής ευθύνης, όπως κατοχυρώνεται στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, και της μετάβασης προς τη μεγαλύτερη δημοσιονομική ολοκλήρωση.
Ρίχνοντας μια ματιά στην αντιπέρα όχθη του Ατλαντικού, μπορείς κανείς, σύμφωνα με τον κ. Βάιντμαν, να δει πώς μια νομισματική ένωση μπορεί να είναι σταθερή, διατηρώντας παράλληλα την αρχή της ατομικής ευθύνης. Όπως αναφέρει, στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οικονομικές διαταραχές που έπληξαν μεμονωμένες πολιτείες έχουν απορροφηθεί καλύτερα σε σύγκριση με τη ζώνη του ευρώ.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες και στον Καναδά, όπως επισημαίνει ο κ. Βάιντμαν, είναι κατά κύριο λόγο οι ιδιωτικές μορφές καταμερισμού κινδύνου που επιτρέπουν την ομοιόμορφη κατανομή του βάρους των περιφερειακών ή τομεακών οικονομικών διαταραχών σε ολόκληρη τη χώρα. Οι επενδύσεις χρηματοδοτούνται από επενδυτές πέρα από τα σύνορα των πολιτειών, γεγονός που επεκτείνει τον οικονομικό κίνδυνο. Ως αποτέλεσμα, τα κέρδη και οι ζημίες δεν συγκεντρώνονται στην πολιτεία των ΗΠΑ, όπου βρίσκεται η έδρα της επιχείρησης.
Ο διασυνοριακός δανεισμός μπορεί επίσης να χρησιμεύσει εάν οι τράπεζες άλλων αμερικανικών πολιτειών βρίσκονται σε καλύτερη θέση από εκείνες που βρίσκονται στην πολιτεία που αντιμετωπίζει δυσκολίες. Συνολικά, περίπου το 65% ενός οικονομικού «σοκ» απορροφάται με αυτόν τον τρόπο, κατά τον κ. Βάιντμαν.
Σε σύγκριση με τις ιδιωτικές μορφές κατανομής του κινδύνου, ωστόσο, ο δίαυλος κατανομής των δημοσιονομικών κινδύνων στις Ηνωμένες Πολιτείες φαίνεται εντελώς πιο μετριοπαθής, απορροφώντας όχι περισσότερο από περίπου το 15% ενός οικονομικού σοκ. Ο κ. Βάιντμαν στέκεται επίσης στο γεγονός πως, όπως αναφέρει, οι ομοσπονδιακές φορολογικές αρχές των ΗΠΑ λαμβάνουν λιγότερους φόρους εισοδημάτων απο τις πολιτείες οι οποίες βρίσκονται αντιμέτωπες με ύφεση, τη στιγμή που οι κοινωνικές και οι ομοσπονδιακές δαπάνες για τις υποδομές παραμένουν σταθερές.
Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ ή τον Καναδά, ο κ. Βάιντμαν παρατηρεί πως η Ευρωζώνη δεν είναι (ακόμα) ομοσπονδιακό κράτος, αλλά μία ενιαία νομισματική ζώνη αποτελούμενη από κυρίαρχα κράτη μέλη. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Γερμανό τραπεζίτη, θα ήταν ευεργετικό για τη ζώνη του ευρώ εάν η διασυνοριακή εταιρική χρηματοδότηση, ιδίως με τη μορφή μετοχικού κεφαλαίου, κέρδιζε έδαφος. Το σχέδιο της Ένωσης για τις κεφαλαιαγορές που δρομολογήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση.
Σύμφωνα με τον κ. Βάιντμαν, θα χρειαστεί μια σειρά μέτρων για την εξάλειψη των «τειχών» στις ευρωπαϊκές κεφαλαιαγορές. Οι επενδυτές χρειάζονται αξιόπιστες συνθήκες πλαισίου και όσο το δυνατόν πιο ισότιμες συνθήκες ανταγωνισμού. Η προτιμητέα φορολογική μεταχείριση του χρέους έναντι του μετοχικού κεφαλαίου παρεμποδίζει επίσης την ανάπτυξη των αγορών ιδίων κεφαλαίων. Ενώ οι τόκοι των χρεών των επιχειρήσεων εκπίπτουν από τη φορολογία, αυτό δεν συμβαίνει για τις πληρωμές μερισμάτων στους μετόχους τους, συμπληρώνει ο κ. Βάιντμαν.
Αναφέρει εξάλλου ότι η εξάλειψη αυτής της προκατάληψης θα καθιστούσε τη χρήση του μετοχικού κεφαλαίου ως μέσου χρηματοδότησης μια σχετικά λιγότερο δαπανηρή επιλογή – και αυτό θα διευκόλυνε τον μεγαλύτερο ιδιωτικό καταμερισμό κινδύνου, μειώνοντας ταυτόχρονα το χρέος των επιχειρήσεων. Η λογικά προβλεπόμενη εναρμόνιση της φορολογικής βάσης των εταιρειών σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα αποτελέσει μια πρόσθετη ευκαιρία, κατά τον κ. Βάιντμαν.
Τα διασυνοριακά τραπεζικά δάνεια είναι ένα άλλο δυνητικό μέσο για την ενίσχυση του ιδιωτικού επιμερισμού κινδύνου. Ο κ. Βάιντμαν εκτιμά ότι ωστόσο ότι, ενώ θα μπορούσε αυτό συμβεί εν μέσω χρηματοπιστωτικής κρίσης, τελικά επελέγη να δημιουργηθεί ένας μηχανισμός στην Ευρωζώνη. Η εμπιστοσύνη στα τραπεζικά συστήματα των χωρών που επλήγησαν από κρίση «εξατμίστηκε», οι επενδυτές απέσυραν τα χρήματά τους και η διατραπεζική αγορά έμεινε ουσιαστικά ακινητοποιημένη. Και εν όψει της πίεσης για μείωση των κινδύνων και συρρίκνωση των ισολογισμών, οι τράπεζες επέστρεψαν στις διασυνοριακές δραστηριότητές τους, συμπληρώνει ο κ. Βάιντμαν. Ο κ. Βάιντμαν διευκρινίζει ότι δεν χρειάζεται η Ευρωζώνη να μιμηθεί τις ΗΠΑ, αλλά σε ό,τι αφορά των καταμερισμό των ιδιωτικών κινδύνων, δεν θα ήταν κακό να ακολουθήσει τις ΗΠΑ.
Κατά τον ίδιο, οι πιο πρόσφατες προτάσεις της Κομισιόν για μεταφορά του δημοσιονομικού «πακέτου» στο ευρωπαϊκό δίκαιο, δεν θα απλοποιήσουν τους δημοσιονομικούς κανόνες. Όπως αναφέρει, οι προτάσεις είναι ελάχιστα χρήσιμες σε ό,τι αφορά τον σημαντικό στόχο της ενίσχυσης της δεσμευτικής ισχύος των δημοσιονομικών κανόνων και της σταθερότητας των δημόσιων οικονομικών των κρατών μελών μακροπρόθεσμα. Υπογραμμίζει επίσης ότι η πρόταση της Επιτροπής για έναν Ευρωπαίο υπουργό Οικονομικών, ο οποίος θα είναι πρόεδρος του Eurogroup και αντιπρόεδρος της Κομισιόν, επίσης δεν προμηνύει καμία πρόσθετη δημοσιονομική πειθαρχία.
Μια καλύτερη ιδέα, όπως εκτιμά ο κ. Βάιντμαν, θα ήταν να μεταφερθεί η δημοσιονομική εποπτεία σε μια ανεξάρτητη αρχή, καθώς αυτό θα έδειχνε σαφώς «πού τελειώνει η αμερόληπτη ανάλυση και αρχίζουν οι πολιτικές παραχωρήσεις». Ο ESM, τον οποίο η Κομισιόν ελπίζει να μετατρέψει σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, θα μπορούσε να είναι μία επιλογή, συνεχίζει ο κ. Βάιντμαν. Καταλήγει, δε, λέγοντας πως η αρχή «όποιος απολαμβάνει τα οφέλη πρέπει επίσης να φέρει το κόστος» πρέπει να εφαρμόζεται και στα δημόσια οικονομικά της ζώνης του ευρώ.