Από την έντυπη έκδοση
Tου Φάνη Ζώη
[email protected]
Στο στόχαστρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού φαίνεται ότι μετά τις τράπεζες έχει μπει ο κλάδος των ταχυμεταφορών, τομέας που άντεξε στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και κατάφερε να ενισχύσει τα οικονομικά του μεγέθη.
Ο έντονος ανταγωνισμός των εταιρειών, μετά την απελευθέρωση της αγοράς, το 2013, για επικράτηση -κάτι που είχε ως αποτέλεσμα τα EΛTA αρχικά να χάσουν σημαντικό μερίδιο αγοράς, το οποίο όμως ανέκτησαν, σε μεγάλο βαθμό, στη συνέχεια- φαίνεται να έχει κινητοποιήσει την Επιτροπή Ανταγωνισμού, κυρίως λόγω καταγγελιών για αθέμιτο ανταγωνισμό. Μάλιστα, ορισμένες εταιρίες φέρονται να ακολουθούν εναρμονισμένες πρακτικές, προκειμένου να εκτοπίσουν τους ανταγωνιστές και να θέσουν εκτός αγοράς τις μικρές εταιρείες.
Όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς, χρησιμοποιούν συστηματικά την ανασφάλιστη εργασία και την απλήρωτη υπερεργασία, αλλά και τιμολογούν κάτω του κόστους. Παράλληλα, κάποιες από τις εταιρείες ταχυμεταφορών φέρονται να ακολουθούν εναρμονισμένη τιμολογιακή πολιτική, είτε αυτή αφορά τις αμοιβές για τη μεταφορά δεμάτων-αντικειμένων, είτε τις πληρωμές με αντικαταβολή κ.λπ.
Ανοδικά τα δέματα
Γεγονός είναι πάντως ότι η αύξηση της αγοράς του δέματος σε συνδυασμό με τη σταθερά μειούμενη διακίνηση -λόγω ηλεκτρονικής υποκατάστασης- του επιστολικού ταχυδρομείου έχει αλλάξει ριζικά το μίγμα των εσόδων τους. Σύμφωνα με έρευνες, η ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου προβλέπεται να οδηγήσει τον κλάδο σε μια μεσοσταθμική ανάπτυξη της τάξεως του 5,5% μέχρι το 2022, καθώς το καταναλωτικό κοινό και οι επιχειρήσεις αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη εξοικείωση με τις αγορές μέσω διαδικτύου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο τζίρος του e-shopping στην Ελλάδα αναμένεται να αυξηθεί στα 10,5 δισ. ευρώ μέχρι το 2022. Tα τελευταία χρόνια βασικός στόχος των εταιρειών ταχυδρομικών υπηρεσιών ήταν η διακίνηση της αλληλογραφίας κρατικών οργανισμών και ιδιωτικών τηλεπικοινωνιακών κυρίως ομίλων.
Ο ρόλος της ΕΕΤΤ
Επισημαίνεται πως, σε αντίθεση με τον τραπεζικό τομέα, στον χώρο των ταχυδρομικών εταιρειών λόγο έχει και η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), η οποία είναι αρμόδια για την τήρηση του κανονιστικού πλαισίου από πλευράς εταιρειών, τον έλεγχο της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών και την προστασία των καταναλωτών.
Για να αντιληφθεί κανείς το µέγεθος και τη σηµασία του συγκεκριμένου κλάδου, αρκεί να λάβει υπόψη του πως ο τζίρος της ελληνικής αγοράς ταχυµεταφορών ανέρχεται σήμερα σε 360 εκατ. ευρώ, µε επτά µεγάλες εταιρείες να κατέχουν το 90%. Τα 2/3 αφορούν εγχώριες αποστολές και το 1/3 διεθνείς.
Στον τοµέα των υπηρεσιών ταχυµεταφορών δραστηριοποιούνται περισσότερες από 400 εταιρείες, κατέχοντας γενική άδεια από την ΕΕΤΤ. Ωστόσο, στις µεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου (εταιρείες µε τζίρο πάνω από 10 εκατ. ευρώ) εντάσσονται μόνο τρεις πολυεθνικές, οι οποίες ασχολούνται κυρίως µε τον διεθνή τοµέα υπηρεσιών της αγοράς, που αφορά αποστολές από και προς το εξωτερικό.
Επίσης, δραστηριοποιούνται και τέσσερις ελληνικές εταιρείες, οι οποίες έχουν και πανελλαδικό δίκτυο και ασχολούνται ως επί το πλείστον µε τον εγχώριο τοµέα υπηρεσιών της αγοράς, που αφορά κυρίως αποστολές εντός Ελλάδας. Αντίστοιχα, στον τοµέα των υπηρεσιών αμιγούς ταχυδροµείου, ο οποίος αποτιµάται σε περίπου 200 εκατ. , δραστηριοποιούνται περισσότερες από 10 εταιρείες, κατέχοντας ειδική άδεια από την ΕΕΤΤ, εκ των οποίων µόλις δύο εµφανίζουν τζίρο άνω των 10 εκατ. ευρώ.
Εγχώρια αγορά
Τους κινδύνους και τις αβεβαιότητες στην εγχώρια αγορά ταχυμεταφορών παραθέτει, στις τελευταίες ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της, η ΕΛΤΑ Courier. Στις οικονομικές καταστάσεις (έχουν υπογραφεί από την προηγούμενη διοίκηση) αναφέρεται ότι το 2018 παρατηρήθηκαν θετικές προοπτικές στην οικονομία, όπως αποτυπώθηκαν από το θετικό ισοζύγιο των συστάσεων – διαγραφών επιχειρήσεων. Επομένως, ο αυξανόμενος αριθμός νέων επιχειρήσεων αποτελεί δυνητικό πελατολόγιο του κλάδου και όχι μόνο.
Από την άλλη πλευρά, η σκλήρυνση του ανταγωνισμού εντείνεται, όπως και οι αλλαγές στο πλήθος και στο μέγεθος των επιχειρήσεων ταχυμεταφορών, αλλά και των μεταφορικών που δραστηριοποιούνται στην ελληνική οικονομία. Επίσης, εντείνεται η πίεση που παρατηρείται στις τιμές, καθώς η Ελλάδα, λόγω της επίδρασης των αλλαγών που επέφερε η εφαρμογή των μνημονίων, μετατράπηκε σε μια price driven αγορά.
Σε θεσμικό επίπεδο, ζητείται η ενεργότερη συμβολή της ΕΕΤΤ στην οριοθέτηση ενός πιο καθαρού και -με διαφανείς κανόνες- ανταγωνιστικού περιβάλλοντος, ώστε να αποφεύγονται φαινόμενα όπως πόλεμος τιμών χωρίς όριο, μαύρη εργασία, διακίνηση κεφαλαίων εκτός τραπεζικού συστήματος, πιθανές ολιγοπωλιακές τάσεις κ.ά.