Skip to main content

Όσα άκουσε η BofA στην Αθήνα: Τι προχωράει καλά, τι την ανησυχεί

Θετική είναι η γενική εικόνα, που αποκόμισαν τα στελέχη της BofA Merill Lynch από την επίσκεψή τους στην Αθήνα, όπου συναντήθηκαν με εκπροσώπους των τεσσάρων μεγάλων τραπεζών, της κυβέρνησης, αλλά και των πιστωτών. Παρόλα αυτά προειδοποιούν ότι οι προκλήσεις επιμένουν τόσο για τον τραπεζικό τομέα όσο και συνολικά για την οικονομία. Τι θεωρούν ότι έχει πάει καλά, τι τους ανησυχεί και τι περιμένουν  για τα ελληνικά ομόλογα. 

«Σε μόλις τέσσερις μήνες η ελληνική κυβέρνηση έχει να επιδείξει ουσιαστική πρόοδο, αλλά έχει ακόμη μπροστά της δρόμο» σχολιάζει στο σημείωμά της για την επίσκεψη η BofA. Όπως εξηγεί οι δημοσιονομικοί στόχοι επιτυγχάνονται παρά τις μειώσεις φρόων, ενώ το σχέδιο Ηρακλής για την αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων είναι ένα «πολύ σημαντικό πρώτο βήμα», που θα μπορούσε να επιτρέπει περισσότερες πρωτοβουλίες να ακολουθήσουν. Αν και εκτιμά ότι φοροελαφρύνσεις και επενδύσεις θα στηρίξουν μεσοπρόθεσμα την ανάπτυξη, βλέπει χαμηλές πτήσεις για την ελληνική οικονομία μακροπρόθεσμα και επισημαίνει την ανάγκη για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, που θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα. 

Τράπεζες: Περιμένοντας τον Ηρακλή 

Οι προοπτικές για τις ελληνικές τράπεζες βελτιώνονται, αλλά οι αναλυτές του αμερικανικού επενδυτικού οίκου παραμένουν επιφυλακτικοί εξαιτίας διαρθρωτικών κινδύνων.

Τα καλά: α) Οι συνθήκες ρευστότητας έχουν βελτιωθεί, καθώς οι εισροές καταθέσεων έχουν επιταχυνθεί, επιτρέποντας την πλήρη άρση των capital controls. Επιπλέον οι τράπεζες έχουν ανακτήσει πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίου και διατραπεζικού δανεισμού. Δεν εξαρτώνται έτσι πια από την υψηλού κόστους χρηματοδότηση του ELA. 

β) Οι χαμηλές αποδόσεις των κρατικών ομολόγων: Έχουν στηρίξει τους κεφαλαιακούς δείκτες, τα κέρδη από συναλλαγές, όπως και την διατίμηση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) και έχουν ωθήσει προς τα επάνω τις μετοχικές τιμές. 

γ) Η ανάκαμψη των μακροοικονομικών δεδομένων: Οι οικονομικές συνθήκες στηρίζουν τις τραπεζικές δραστηριότητες. Η θετική τάση στις τιμές ακινήτων λειτουργούν ως καταλύτης. 

δ) Συστημικές προσπάθειες για ταχύτερη μείωση των κόκκινων δανείων: Οι αρχές έχουν αρχίσει να αποσύρουν τα ρυθμιστικά εμπόδια για την εξυγίανση των ισολογισμών από τα κόκινα δάνεια. Οι προσδοκίες για το σχέδιο Ηρακλής επίσης τονώνουν το κλίμα. 

Οι ανησυχίες: α) Περιορισμένα κεφαλαιακά μαξιλάρια: Τα κεφάλαια CET1 των ελληνικών τραπεζών (22 δισ. ευρώ) είναι αισθητά χαμηλότερα από το ύψος των ακάλυπων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (40 δισ. ευρώ). Επομένως η ικανότητα των τραπεζών να χρησιμοποιοήσουν κεφάλαια για να επιταχύνουν την μείωση των κόκκινων δανείων είναι περιορισμένη. 

β) Χαμηλή ποιότητα κεφαλαίων: Τα κεφάλαια εξαρτώνται σε υπεροβολικό βαθμό από τις αναβαλλόμενες φορολογικές υποχρεώσεις. 

γ)Μία μία φιλική για τις τράπεζες λύση στα κόκκινα δάνεια: Το ποσοστό των κόκκινων δανείων θα εξακολουθεί να είναι υπερβολικά υψηλό σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρωζώνη ακόμη και εάν επιτευχθούν οι στόχοι. 

δ) Τα έσοδα παραμένουν υπό πίεση: Σχεδόν το 30% των εσόδων από τόκους λαμβάνεται από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τα οποία θα περιοριστούν. Επίσης η αναθεώρηση της αξίας δανείων και χρεογράφων θα ασκήσει περαιτέρω πίεση, ενώ η υψηλή σήμερα συμβολή από πράξεις σε χρηματοοικονομικές αγορές θα επιστρέψει σε φυσιολογικά επίπεδα μετά το 2020. 

ε) Υψηλό ποσοστό ιδιοκτησίας του ΤΧΣ. Αν και έχει μειωθεί σταθερά τα τελευταία χρόνια, το ποσοστό του ΤΧΣ παραμένει υψηλό ειδικά σε Εθνική και Πειραιώς. Βραχυπρόθεσμα πάντως αυτό δεν ενέχει κάποιο κίνδυνο. 

Σύμφωνα με την BofA το Σχέδιο Ηρακλής θα λειτουργήσει υποστηρικτικά, ωστόσο η αποτελεσματικότητά του θα εξαρτηθεί εν πολλοίς από την όρεξη των επενδυτών για distressed ελληνικό ενεργητικό, όπως και το κόστος για τις τράπεζες. 

Τα ομόλογα:  H αμερικανική επενδυτική τράπεζα εκτιμά ότι το θετικό μομέντουμ θα διατηρηθεί. Χαρακτηρίζει εντυπωσιακή την έως τώρα επίδοση, αλλά βλέπει και περαιτέρω κέρδη χάρη σε τρεις παράγοντες: α) συνεχής αναζήτηση αποδόσεων από τους επενδυτές, β) επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και αναγνώρισή τους από τους οίκους αξιολόγοησης και γ) αυξημένες πιθανότητες η Ελλάδα να ανακτήσει έναν αγοραστή τελευταίου καταφυγίου, τον τραπεζικό τομέα. 

naftemporiki.gr