Η υψηλή φορολογική επιβάρυνση σε συνδυασμό με την αδυναμία του χρηματοπιστωτικού τομέα να ανταποκριθεί στις ανάγκες της αγοράς συνιστούν εμπόδια για την εξωστρεφή ανάπτυξη της οικονομίας, παραδέχτηκε ο υπουργός Οικονομίας Δημήτρης Παπαδημητρίου, ωστόσο δήλωσε εξαιρετικά αισιόδοξος για την προοπτική.
Όπως είπε η αισιοδοξία του στηρίζεται στους εξής λόγους:
1. Πολλές μεγάλες επενδύσεις που τώρα αναλαμβάνονται στην Ελλάδα έχουν στόχο τις ξένες αγορές, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τις επενδύσεις από την Παπαστράτος και τη Βιοχάλκο.
Συγχρόνως, άλλες επενδύσεις που γίνονται στο εξωτερικό, όπως η περίπτωση Μυτιληναίου στη Λιβύη, ανοίγουν νέες εξαγωγικές δυνατότητες για τις ελληνικές επιχειρήσεις.
2. Τα περιθώρια αύξησης των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών είναι μεγάλα, με δεδομένο ότι το ποσοστό τους στο ΑΕΠ είναι 13 εκατοστιαίες μονάδες χαμηλότερο του μέσου όρου στην ΕΕ και
3. η εξωτερική ζήτηση από Ευρώπη και παγκόσμια οικονομία προβλέπεται να αυξηθεί περαιτέρω καθώς οι ρυθμοί ανάπτυξης τους επιταχύνονται.
Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης σε συνδυασμό με τη βελτίωση της ρευστότητας και την δημόσια παρέμβαση για την ενίσχυση του εξαγωγικού αποτυπώματος της χώρας, θα επιδράσουν ευεργετικά σε επενδύσεις και εξαγωγές.
Πρόσθεσε ότι υπάρχουν ακόμη σημαντικά και δομικά προβλήματα στην εξωστρεφή ανάπτυξη της οικονομίας, όπως για παράδειγμα, το δυναμικό για τη διεύρυνση της εξαγωγικής βάσης, το οποίο αφορά κατά κύριο λόγο μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, κυρίως οικογενειακές, με μικρή παραγωγική δυναμικότητα, εσωστρεφή διοίκηση και περιορισμένα κεφάλαια κίνησης ή η απουσία ισχυρών εξαγωγικών θεσμών και ανάλογης επιχειρηματικής αντίληψης και εμπειρίας.
«Χρειάζεται εκσυγχρονισμός της οικονομίας»
«H Ελλάδα χρειάζεται να εκσυγχρονίσει την μικρή οικονομία της, ανοίγοντάς την σε παραγωγικές επενδύσεις και ειδικότερα στις ξένες άμεσες επενδύσεις, στρέφοντας ταυτόχρονα το παραγωγικό δυναμικό της στις εξαγωγές, με βασικό πυλώνα τις βιομηχανικές εξαγωγές» είπε κ. Παπαδημητρίου, μιλώντας στο συνέδριο της Τράπεζας της Ελλάδος, με θέμα: «Εξαγωγές για την Ανάπτυξη».
Σύμφωνα με τον ίδιο, χρειάζεται ένα νέο παραγωγικό πρότυπο, προσανατολισμένο στις ανάγκες του νέου, υπό διαμόρφωση διεθνούς καταμερισμού εργασίας, δύο από τους δυναμικότερους πόλους του οποίου είναι η ΝΑ Ασία και η Ευρώπη, ενώ ανέφερε πως «το μέλλον της ελληνικής οικονομίας είναι ταυτόσημο με την ουσιαστική ενσωμάτωσή της στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια και το παράλληλο άνοιγμά της στην Ανατολή. Είναι αυτό που λέμε, ότι η Ελλάδα τείνει να καταστεί βασική γέφυρα της Ευρώπης προς την Κίνα και την ΝΑ Ασία, είτε ως ενεργειακός είτε ως διαμετακομιστικός κόμβος».
Έκανε λόγο για αύξηση της εξωστρέφειας στην οποία συνέβαλε και συμβάλλει καθοριστικά, με όλα τα λάθη, τις ελλείψεις ή και τις υπερβολές των μνημονιακών πολιτικών που ασκήθηκαν, η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και η συνακόλουθη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.
Να σημειωθεί πως τόσο στην δημοσιονομική προσαρμογή, όσο και στην πρόοδο των μεταρρυθμίσεων, η Ελλάδα κατέλαβε την 1η θέση μεταξύ των 28 για την περίοδο 2009-2016 και όπως παραδέχεται πρόσφατη έκθεση της Berenberg Research, στην εξαετία 2011-2016, η Ελλάδα είχε τη μεγαλύτερη ανταπόκριση στις προτάσεις μεταρρυθμίσεων του ΟΟΣΑ, τόσο έναντι της Ευρωζώνης συνολικά, όσο και έναντι της Ισπανίας, Πορτογαλίας και Ιταλίας.
Ο κ. Παπαδημητρίου σημείωσε, ότι το σοκ της επταετούς ύφεσης, που καμία άλλη χώρα δεν πέρασε ποτέ στην ιστορία, αφήνει πίσω βαριά τραύματα στον παραγωγικό ιστό της χώρας, που οι συγκριτικά περιορισμένες εξαγωγές και ξένες άμεσες επενδύσεις δεν μπορούν να υπερκεράσουν σε μικρό χρονικό διάστημα.
«Σε καμία περίπτωση, ωστόσο, δεν είναι αυτός λόγος να υποτιμήσουμε τη δυναμική τους. Γιατί οι μεν ξένες άμεσες επενδύσεις αυξήθηκαν κατά 142% το 2016 έναντι του 2015, ξεπερνώντας μάλιστα τα επίπεδα του 2014, ενώ φέτος, στο α’ εννεάμηνο, είναι αυξημένες κατά 69% έναντι του 2016 και τείνουν να υπερβούν τα 4 δισ. ευρώ στο σύνολο του έτους. Οι δε εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξάνονται σε όγκο το α’ εξάμηνο του 2017 κατά 7,4%, όταν για το 2017 συνολικά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά αύξηση 3,3%, ο ΟΟΣΑ 5,7% και ο επίσημος στόχος, βάσει προϋπολογισμού, είναι 6,9%. Με άλλα λόγια, στο α’ εξάμηνο οι εξαγωγές έχουν ήδη υπερβεί κάθε επίσημη εκτίμηση με τις προβλέψεις για το 2018 να κινούνται γύρω στο 4-5%».