Από την έντυπη έκδοση
Της Σοφίας Εμμανουήλ
[email protected]
Τα αίτια της κρίσης (η οποία κρίνεται ελληνικής προέλευσης), τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες η Ελλάδα θα παραμείνει στην πρώτη ταχύτητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα αποφύγει τον κίνδυνο να γίνει «Ιφιγένεια» σε υποτιθέμενο σενάριο διάσπασης, αλλά και τα εργαλεία με τα οποία η χώρα θα διαχειριστεί τις προκλήσεις σε ένα περιβάλλον όπου αναδύονται νέοι παράγοντες αβεβαιότητας, όπως η εκλογή Τραμπ, βρέθηκαν στο επίκεντρο συζήτησης υψηλού επιπέδου, με τη συμμετοχή ακαδημαϊκών, που διοργάνωσε χθες στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών ο πρώην υπουργός Βασίλης Κοντογιαννόπουλος.
Β. Κοντογιαννόπουλος: Η χώρα έχει περιέλθει σε παρακμή
Με τα λόγια του Νίκου Καζαντζάκη, «Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβάμαι τίποτα είμαι ελεύθερος», ερμήνευσε ο πρώην υπουργός Βασίλης Κοντογιαννόπουλος την απόφασή του να διοργανώσει τη συζήτηση προκειμένου να αναδειχθούν τρόποι εξόδου της χώρας από την κρίση. Έχοντας απομακρυνθεί από την ενεργό πολιτική, βλέπει -όπως είπε ο ίδιος- πιο καθαρά την πραγματικότητα και σ’ αυτή τη συγκυρία δεν επιθυμεί να φανεί ευχάριστος αλλά χρήσιμος, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι «η χώρα έχει περιέλθει σε παρακμή». Σημείωσε ότι όλες οι κοινοβουλευτικές δυνάμεις της χώρας που πιστεύουν ότι το μέλλον της είναι εντός της Ε.Ε. πρέπει να συστρατευτούν και να κατέλθουν με κοινό ψηφοδέλτιο σε επικείμενες εκλογές.
«Η χώρα χρειάζεται ένα νέο ΕΑΜ» τόνισε ο κ. Κοντογιαννόπουλος εξηγώντας την ανάγκη της χώρας να απελευθερωθεί από οτιδήποτε καταπνίγει τις παραγωγικές δυνάμεις της.
«Πρέπει να κάνουμε αυτό που έκαναν και άλλες χώρες που μπήκαν σε μνημόνια και σήμερα είναι μεταξύ των ταχύτερα αναπτυσσόμενων χωρών διότι:
Πρώτον, ανέλαβαν την ιδιοκτησία του μνημονίου.
Δεύτερον, εξασφάλισαν πολιτική συνεννόηση.
Τρίτον, πέτυχαν κοινωνική συναίνεση.
Τέταρτον, εφάρμοσαν τις μεταρρυθμίσεις που έπρεπε.
Πέμπτον, μείωσαν τη φορολογία.
Εμείς κάναμε ακριβώς τα αντίθετα. Οι Έλληνες είμαστε τα κακομαθημένα παιδιά της ιστορίας. Όλα γίνονται για την εξουσία. Η ακραία δημαγωγία και το ρουσφέτι με σκυταλοδρομία γενεών μας οδήγησαν στη σημερινή έβδομη χρεοκοπία», ανέφερε μεταξύ άλλων ο κ. Κοντογιαννόπουλος.
Γ. Παγουλάτος: Νέες διεθνείς ισορροπίες
Μιλώντας για τη διαχείριση της κρίσης στην τρέχουσα συγκυρία ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργος Παγουλάτος αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στην αλλαγή ηγεσίας στις ΗΠΑ σημειώνοντας ότι «για πρώτη φορά ο μεγαλύτερος παράγοντας αστάθειας στο διεθνές σύστημα δεν προέρχεται από την περιφέρεια αλλά από το κέντρο του συστήματος». Εξήγησε ότι ο νέος ηγέτης των ΗΠΑ βλέπει ένα διεθνές σύστημα κανόνων που θέλει να αναθεωρήσει. «Έχουμε μια ηγεσία που δεν έχει την ίδια προσέγγιση στο διεθνές σύστημα κανόνων και συμφωνιών και δεν βλέπει αυτό το πλαίσιο ως ένα πλαίσιο αναγκαίων προϋποθέσεων για σταθερότητα στο παγκόσμιο σύστημα» τόνισε.
«Πολλοί βλέπουν ότι η εκλογή Τραμπ μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω συνένωση της Ευρώπης», είπε ο κ. Παγουλάτος καλούμενος να αναδείξει τους συσχετισμούς για την Ευρώπη. Κατά την άποψή του οι παραπάνω συμπεριφορές λειτουργούν διασπαστικά και αναφέρθηκε ενδεικτικά σε αναφορές περί Grexit. Πρόσθεσε ότι το πιθανότερο είναι πως όταν η Ελλάδα βρεθεί σε δύσκολη θέση ο αμερικανικός παράγοντας δεν θα βρεθεί στο τηλέφωνο (για δύσκολες καταστάσεις τύπου Ίμια) και αντίστοιχη θα είναι η προσέγγιση στην Ευρώπη.
«Σκεφτείτε στο μεταναστευτικό τη δυναμική αφρικανικών μεταναστευτικών ροών στο μέλλον, την τρομοκρατία, την κρίση στην Ευρωζώνη… Αν η Ε.Ε. δεν διαχειριστεί την κρίση της Ευρωζώνης σύντομα, δεν θα μπορέσει σε ένα τέτοιο περιβάλλον να διαχειριστεί προκλήσεις». Ο κ. Παγουλάτος αναφέρθηκε στην εκδοχή της Ευρώπης πολλαπλών ταχυτήτων που μπαίνει στη συζήτηση, για να τονίσει ότι όπως είναι τα πράγματα σήμερα η Ευρώπη δεν μπορεί να προχωρήσει ενωμένη, οπότε αυτοί που έχουν κοινούς στόχους πιθανόν να προχωρήσουν μαζί. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να αποφευχθεί το ενδεχόμενο της θυσίας της Ελλάδας ως «Ιφιγένειας» για να παραδειγματιστούν οι υπόλοιποι και να προχωρήσουν οι λίγοι (Γερμανία, Ολλανδία).
Π. Τσακλόγλου: Κρίση ανταγωνιστικότητας
Ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Πάνος Τσακλόγλου σημείωσε ότι «η ελληνική κρίση ήταν πρωτίστως κατασκεύασμα δικό μας, καθώς είχε έκφανση δημοσιονομικής κρίσης, αλλά ήταν κρίση ανταγωνιστικότητας διότι σταματήσαμε να κάνουμε μεταρρυθμίσεις». Αναφορικά με το τι πρέπει να κάνουμε, ο κ. Τσακλόγλου σημείωσε ότι «πρέπει να διαφυλάξουμε τη δημοσιονομική πειθαρχία και να αλλάξουμε τη σύνθεση του προϊόντος μας – περισσότερες επενδύσεις, εξαγωγές και λιγότερη κατανάλωση. Πρέπει να στραφούμε σε αγαθά διεθνώς εμπορεύσιμα και να ορίσουμε τα όρια δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Το κράτος πρέπει να έχει ρυθμιστικό ρόλο. Ο ιδιωτικός τομέας υστερεί ως προς το μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων. Όλα αυτά θα υποβοηθηθούν αν μείνουμε στον δρόμο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με ιδιαίτερη έμφαση στο να αλλάξει το κλίμα, το οποίο είναι αρνητικό για το επιχειρείν. Και τέλος πρέπει να έχουμε ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης, να προχωρήσουμε σε απελευθέρωση αγορών και διαχείριση των κόκκινων δανείων. Αλλά για όλα αυτά θέλουμε ένα minimum συναίνεσης στο πολιτικό μας πεδίο».
Δ. Παπαδημητρίου: Νέες πολιτικές
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ Δημήτρης Παπαδημητρίου σημείωσε ότι χρειάζεται ένα καλύτερο σημείο ισορροπίας μεταξύ της δημόσιας διοίκησης και των αγαθών που αυτή καλείται να παράξει. «Σήμερα το ελληνικό κράτος προσπαθεί να παράξει τα ίδια αγαθά με 30% λιγότερους πόρους και 30% λιγότερους εργαζόμενους, ξεκινώντας μάλιστα από ένα χαμηλό επίπεδο ποιότητας το 2009. Επομένως σήμερα η ποιότητα αυτών των προϊόντων έχει υποχωρήσει σε τέτοιο βαθμό, που παράγει φαινόμενα δυσπιστίας… επικίνδυνα». Τόνισε επίσης τη σημασία τού ότι «δεν ξανασχεδιάστηκαν πολιτικές για το σήμερα. Οι οικονομικές δυνατότητες της χώρας τώρα και αυτές που φαίνεται να είναι στα επόμενα 10-20 χρόνια δεν εμπνέουν αισιοδοξία. Κάτι πρέπει να κάνουμε. Ο συνδυασμός σε βάθος χρόνου πολιτικών που θα λάβουν υπ’ όψιν τα σημερινά δεδομένα είναι απαραίτητες. Και δεν υπάρχει αρκετός χρόνος». O κ. Παπαδημητρίου αναφέρθηκε επίσης στο ελληνικό παράδοξο όπου οι αλλαγές των κυβερνήσεων συνοδεύονται από ξήλωμα όλης της δομής των υπαλλήλων που υποστηρίζουν τις πολιτικές της κυβέρνησης, στελέχη υπουργείων, γραμματείς, συμβούλους κ.ο.κ. «Έτσι χάνουμε χρόνο. Και για ένα μεγάλο διάστημα αναλωνόμαστε σε συζήτηση περί των πελατειακών σχέσεων» επισήμανε.
Β. Κιντή: Εκπαίδευση και γνώση
«Αν λύσουμε τα οικονομικά προβλήματα, δεν θα πάψουμε να έχουμε προβλήματα» τόνισε η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών Βάσω Κιντή αναφερόμενη στην ανάγκη της επένδυσης στην εκπαίδευση. «Η αξία της παιδείας δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως κάτι τρέχον. Σε 20 χρόνια που διαρκεί η εκπαίδευση προσπαθούμε να συνδεθούμε με τη γνώση για το παρελθόν και στη συνέχεια να εμπλουτίσουμε αυτή τη γνώση για να την παραδώσουμε στους νεότερους. Από το παρελθόν πρέπει να αναδείξουμε τις πτυχές που θέλουμε να αξιοποιήσουμε στους στόχους που επιθυμούμε να θέσουμε για το μέλλον… Το πρόβλημα είναι ότι στην εκπαίδευση δεν έχουμε θέσει στόχους. Πρόκειται για προσομοίωση εκπαίδευσης με τον τρόπο που τη διαχειριζόμαστε… Η εκπαίδευση είναι μια βιτρίνα» σημείωσε, εξηγώντας την αδιαφορία των κυβερνήσεων για σχεδίαση ουσιαστικών πολιτικών. Και πρόσθεσε: «Tα παιδιά που διαπρέπουν, διαπρέπουν από μόνα τους με την υποστήριξη λίγων δασκάλων και των οικογενειών τους. Η σημερινή κυβέρνηση έχει δείξει ότι το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να γκρεμίζει».
Κ. Κωστής: Κοινωνικές αντιθέσεις
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Κώστας Κωστής σημείωσε ότι στην Ελλάδα έχουμε την τάση να εξιδανικεύουμε ακόμη και την Ιστορία. «Δεν πιστεύω στις εξαιρετικές ικανότητες του ιστορικού ώστε να μπορεί να προβλέψει πώς θα αποφύγουμε το μοιραίο ή πώς θα προβλέψει το μέλλον… Το παρελθόν δεν επαναλαμβάνεται… Ουδείς ποτέ διδάχθηκε από την ιστορία και τρανταχτό παράδειγμα είναι η Ελλάδα. Η χώρα μας χαρακτηρίζεται από κοινωνικές αντιθέσεις που προϋπήρχαν της κρίσης και είναι δύσκολο να αντιμετωπιστούν σήμερα υπό τις τρέχουσες συνθήκες. Η κρίση μας είναι η αντίθεση μεταξύ παραγωγικών και μη παραγωγικών και μεταξύ εργαζόμενων και μη εργαζόμενων. Η δεύτερη σημαντική αντίθεση είναι αυτοί που πληρώνουν φόρους και αυτοί που βρίσκουν τρόπους να φοροδιαφεύγουν».