Skip to main content

Μπόνους έως 40% για τη ρύθμιση κόκκινων δανείων σε επιχειρήσεις

Από την έντυπη έκδοση

Τη δυνατότητα διαγραφής έως και το 40% των τόκων, των προστίμων και των προσαυξήσεων θα έχουν οι επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών μεγαλύτερο από τα 2,5 εκατ. ευρώ και οι οποίες χρωστούν άνω του 1 εκατ. ευρώ στο Δημόσιο και στα ασφαλιστικά ταμεία στην περίπτωση που υπαχθούν στο σχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης για τη ρύθμιση των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων.

Εν συντομία, το τελικό σχέδιο του υπουργείου, που διέρρευσε χθες με τη μορφή νομοσχεδίου, καθορίζει μια απλή – οριζόντια διαδικασία υπαγωγής στη ρύθμιση όσων επιχειρήσεων και επαγγελματιών έχουν κύκλο εργασιών έως 2,5 εκατ. ευρώ, ενώ για τις μεγαλύτερες σε τζίρο επιχειρήσεις προβλέπει τη ρύθμιση των χρεών κατόπιν συμφωνίας της πλειοψηφίας των πιστωτών και σχετικής απόφασης από το οικείο Μονομελές Πρωτοδικείο.

Το ίδιο σχέδιο δίνει μπόνους 20% διαγραφής προστίμων και προσαυξήσεων προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία και σε όσες μικρές βιώσιμες επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες (με τζίρο έως 2,5 εκατ. ευρώ) ζητήσουν και καταφέρουν να υπαχθούν στην οριζόντια ρύθμιση, ενώ σε ό,τι αφορά τη ρύθμιση των χρεών έναντι των πιστωτών, αυτή -και για τις δύο κατηγορίες επιχειρήσεων- μπορεί να προβλέπει διαγραφή οφειλών, επιμήκυνση χρόνου αποπληρωμής, μετοχοποίηση χρεών κ.ο.κ.

Το σχέδιο νόμου, που φέρει τον τίτλο «Μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης και την ενίσχυση της απασχόλησης: κίνητρα για τη ρύθμιση χρεών μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών και έκτακτες διαδικασίες ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων», ενδέχεται να κατατεθεί από στιγμή σε στιγμή στη Βουλή, αφού πρώτα λάβει το «πράσινο» φως της τρόικας.

Πάντως, έως χθες, όπως ανέφεραν κύκλοι του υπουργείου Ανάπτυξης, δεν είχε διατυπωθεί κάποια αντίρρηση από την πλευρά των ελεγκτών.

Σύμφωνα με το πρώτο κεφάλαιο και το Αρθρο 1 του νομοσχεδίου, με το εν λόγω νομοθέτημα θεσπίζονται έκτακτα προσωρινά μέτρα για την ελάφρυνση του ιδιωτικού χρέους, ειδικότερα οφειλών βιώσιμων μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών προς χρηματοδοτικά ιδρύματα, το Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ), καθώς και έκτακτες διαδικασίες για την εξυγίανση ή εκκαθάριση εν λειτουργία υπερχρεωμένων αλλά βιώσιμων επιχειρήσεων.

Ειδικότερα, θεσπίζονται: α) η ελάφρυνση και ο διακανονισμός χρεών μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών προς το Δημόσιο και ΦΚΑ που προβαίνουν σε ρύθμιση οφειλών τους προς χρηματοδοτικά ιδρύματα, β) έκτακτη διαδικασία ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων (με δεσμευτική δύναμη για το σύνολο των πιστωτών) και γ) έκτακτη διαδικασία ειδικής διαχείρισης.

Κεφάλαιο Δεύτερο

Αρθρο 2

Ρύθμιση χρεών μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών

1. Για τις ανάγκες του παρόντος άρθρου:

α. ως «μικρές επιχειρήσεις» νοούνται επιχειρήσεις που κατά τη χρήση που έληξε την 31η Δεκεμβρίου 2013 είχαν κύκλο εργασιών έως ευρώ 2.500.000.

β. ως «επαγγελματίες» νοούνται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που κατά τη χρήση που έληξε την 31η Δεκεμβρίου 2013 είχαν κύκλο εργασιών μέχρι 2.500.000 ευρώ.

γ. ως «επιλέξιμοι οφειλέτες» νοούνται μικρές επιχειρήσεις και επαγγελματίες που πληρούν σωρευτικώς τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

1) δεν έχουν υποβάλει αίτηση για υπαγωγή στις διατάξεις του Ν.3869/2010 ή έχουν εγκύρως παραιτηθεί από αυτήν,

2) δεν έχουν λυθεί ούτε παύσει τις εργασίες τους,

3) δεν έχει υποβληθεί αίτηση υπαγωγής τους σε οποιαδήποτε από τις διαδικασίες του Πτωχευτικού Κώδικα,

4) δεν έχουν καταδικαστεί τελεσιδίκως για φοροδιαφυγή ή απάτη σε βάρος του Δημοσίου.

δ. ως «συνοφειλέτης» νοείται κάθε πρόσωπο που ευθύνεται εις ολόκληρον με τον οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένου και κάθε εγγυητή ως προς τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από την εγγύηση.

ε. ως «καθαρή περιουσιακή θέση» νοείται η συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνονται στη βεβαίωση της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, μείον το σύνολο των οφειλών του οφειλέτη προς κάθε πρόσωπο εκτός από το χρηματοδοτικό ίδρυμα στο οποίο απευθύνεται.

στ. ως «χρηματοδοτικό ίδρυμα» νοείται κάθε τράπεζα, κάθε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης και κάθε εταιρεία πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων.

2. Επιλέξιμες διαγραφές είναι διαγραφές απαιτήσεων ως προς κεφάλαιο και τόκο:

α. κατά επιλέξιμων οφειλετών, εφόσον τα πρόσωπα αυτά την 30ή Ιουνίου 2014:

1) Είχαν προς το χρηματοδοτικό ίδρυμα οφειλή σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών ή επίδικη ή ρυθμισμένη, ή

2) δεν είχαν φορολογική ενημερότητα λόγω ληξιπρόθεσμων οφειλών ή είχαν ενημερότητα λόγω ρύθμισης, ή

3) δεν είχαν ασφαλιστική ενημερότητα λόγω ληξιπρόθεσμων οφειλών ή είχαν ενημερότητα λόγω ρύθμισης.

β. αφορούν μία ή περισσότερες πιστώσεις του χρηματοδοτικού ιδρύματος προς τον οφειλέτη, για τις οποίες το χρηματοδοτικό ίδρυμα έχει σχηματίσει σχετική πρόσθετη ειδική πρόβλεψη μέχρι τις 31.12.2014.

γ. αφορούν μία ή περισσότερες πιστώσεις του χρηματοδοτικού ιδρύματος προς τον οφειλέτη και συνολικά ανά επιλέξιμο οφειλέτη δεν υπερβαίνουν το ποσό των ευρώ 500.000.

δ. ισούνται τουλάχιστον προς:

(1) το 50% των συνολικών απαιτήσεων του χρηματοδοτικού ιδρύματος κατά του οφειλέτη όπως αποτυπώνονται στα βιβλία του χρηματοδοτικού ιδρύματος ή, εφόσον είναι μικρότερο,

(2) του ποσού που απαιτείται έτσι ώστε μετά τη διαγραφή το υπόλοιπο της απαίτησης του χρηματοδοτικού ιδρύματος κατά του οφειλέτη να μην υπερβαίνει το 75% της καθαρής περιουσιακής θέσης του οφειλέτη και των συνοφειλετών.

ε. περιλαμβάνουν τον περιορισμό των δικαιωμάτων των πιστωτών κατά των συνοφειλετών του οφειλέτη, καθώς και τα περιουσιακά δικαιώματά τους σε περιουσιακά αντικείμενα του οφειλέτη ή τρίτων.

στ. έχουν συντελεσθεί το αργότερο μέχρι την 30ή Ιουνίου 2016.

3. Για την παροχή επιλέξιμης διαγραφής από χρηματοδοτικό ίδρυμα απαιτείται η υποβολή αίτησης και βεβαίωσης με το περιεχόμενο που προσδιορίζεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου.

4. Η συνδρομή των προϋποθέσεων που τον καθιστούν επιλέξιμο οφειλέτη καθώς και η καθαρή περιουσιακή θέση του αποτυπώνονται από τον οφειλέτη σε βεβαίωση που υπογράφεται από τον οφειλέτη. Ως αξία των δηλουμένων ακινήτων λαμβάνεται σε κάθε περίπτωση η αντικειμενική αξία ή άλλη αξία που τίθεται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες φορολογικές διατάξεις. Στην ίδια βεβαίωση ο οφειλέτης παρέχει πλήρη στοιχεία τυχόν ομοειδούς επιχείρησης με έναρξη λειτουργίας μεταγενέστερη της 1ης Ιανουαρίου 2010 την οποία ασκεί συγγενής πρώτου βαθμού ή σύζυγος του οφειλέτη καθώς και πλήρη στοιχεία ακινήτων που τυχόν μεταβιβάστηκαν από τον οφειλέτη από την 1η Ιανουαρίου 2010 και εφεξής. Η βεβαίωση αυτή καθώς και η βεβαίωση της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου επέχουν τη θέση βεβαιωτικού όρκου. Σε περίπτωση ψευδορκίας, επιβάλλεται η προβλεπόμενη ποινή και πρόσθετη χρηματική ποινή ίση προς το εξαπλάσιο των συνολικών διαγραφών που έλαβε ο οφειλέτης.

5. Το χρηματοδοτικό ίδρυμα παρέχει την αιτούμενη διαγραφή και ρύθμιση κατά τη διακριτική του ευχέρεια σύμφωνα με κριτήρια τα οποία επιλέγει για την αξιολόγηση της ικανότητας του αιτούμενου τη διαγραφή να αντεπεξέλθει στις ρυθμισθείσες υποχρεώσεις. Σε άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας το χρηματοδοτικό ίδρυμα μπορεί να παράσχει διαγραφή ή και ρύθμιση υπό διαφορετικούς όρους από τους περιλαμβανόμενους στην αίτηση ή και να αρνηθεί συνολικά τη διαγραφή ή και ρύθμιση.

6. Εφόσον πρόσωπο υπαγόμενο σε ρύθμιση σύμφωνα με τα άρθρα του παρόντα νόμου προσκομίσει βεβαίωση χρηματοδοτικού ιδρύματος ότι έχει λάβει από χρηματοδοτικό ίδρυμα επιλέξιμη διαγραφή κατά την έννοια της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, δικαιούται να υπαχθεί σε πρόγραμμα εξυπηρέτησης της ληξιπρόθεσμης οφειλής του σε 100 μηνιαίες δόσεις και να λάβει πρόσθετη διαγραφή των προσαυξήσεων και προστίμων που το βαρύνουν ίση προς 20%.

Το διαγραφόμενο ποσό θα αφαιρεθεί από τις οφειλόμενες δόσεις σε αντίστροφη χρονική σειρά μέχρις ολικού συμψηφισμού του και υπό την προϋπόθεση της ολοσχερούς εξυπηρέτησης του ποσού της οφειλομένης κυρίας οφειλής και των επ’ αυτής λογιζομένων τόκων καθώς και των υποχρεώσεών του ως προς τις ρυθμισθείσες από το χρηματοδοτικό ίδρυμα οφειλές. Σε περίπτωση που το ανωτέρω πρόσωπο κατά το χρόνο που προσκομίζει τη βεβαίωση έχει ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση σύμφωνα με τον παρόντα νόμο με πρόγραμμα εξόφλησης διαφορετικής διάρκειας από το εδώ προβλεπόμενο, και επιλέγει να ασκήσει το δικαίωμα επιλογής που του παρέχει η παρούσα διάταξη, τότε με ευθύνη της αρμόδιας υπηρεσίας ή φορέα, κατά περίπτωση, υπολογίζεται εκ νέου η παρεχόμενη διαγραφή έτσι ώστε ως ποσοστό επί του συνολικού ποσού προσαυξήσεων και προστίμων (και χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η με το παρόν παρεχόμενη πρόσθετη διαγραφή) να αντιστοιχεί στη διά του παρόντος νόμου παρεχόμενη για την εξόφληση της ρυθμισθείσας οφειλής σε 100 δόσεις.

7. Η μη προσήκουσα εκπλήρωση από τον οφειλέτη των όρων ρύθμισης σύμφωνα με το παρόν άρθρο για χρονικό διάστημα αθροιστικά μεγαλύτερο των τριών μηνών ως προς οποιαδήποτε από τις ρυθμισθείσες οφειλές, προκαλεί αυτοδικαίως την αναβίωση των ρυθμισθεισών οφειλών μείον τυχόν καταβολές που έχουν γίνει στο πλαίσιο των ρυθμίσεων.

8. Με κοινή απόφαση των υπουργών Ανάπτυξης, Οικονομικών και Εργασίας, ορίζεται η ειδικότερη μορφή και το περιεχόμενο της αίτησης της παραγράφου 3 και της βεβαίωσης της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, της βεβαίωσης της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου, καθώς και το περιεχόμενο και η διαδικασία ενημέρωσης και ανταλλαγής πληροφοριών ως προς οφειλέτες που αιτούνται ρύθμιση απαιτήσεων χρηματοδοτικών ιδρυμάτων, αρχών και φορέων των οποίων οι απαιτήσεις ρυθμίζονται σύμφωνα με το παρόν, η παροχή άδειας από οφειλέτες για κοινοποίηση δεδομένων τους, καθώς και κάθε άλλο ειδικό θέμα ή αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά την υλοποίηση των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

9. Το ποσό το οποίο ωφελείται οφειλέτης από τη διαγραφή υποχρεώσεών του σύμφωνα με το παρόν άρθρο δεν αποτελεί φορολογητέο εισόδημα ούτε κτήση περιουσίας αιτία δωρεάς.

Εκτακτη διαδικασία ρύθμισης υποχρεώσεων εμπόρων (με δεσμευτική δύναμη για το σύνολο των πιστωτών)

Αρθρο 3

Υπαγωγή στην έκτακτη διαδικασία ρύθμισης υποχρεώσεων εμπόρων

1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του Πτωχευτικού Κώδικα (Ν. 3588/2007), το οποίο έχει το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων των οφειλετών του άρθρου 2 του παρόντος νόμου, δύναται να αιτείται τη ρύθμιση των υποχρεώσεών του κατά το παρόν άρθρο, εφόσον στη ρύθμιση αυτή συναινούν πιστωτές που εκπροσωπούν τουλάχιστον 50,1% του συνόλου των απαιτήσεων, στο οποίο περιλαμβάνεται τουλάχιστον 50,1% των τυχόν εμπραγμάτως ή με ειδικό προνόμιο ή με άλλης μορφής εξασφαλιστική συμφωνία ως προς περιουσιακό στοιχείο ή προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων απαιτήσεων, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον δύο χρηματοδοτικών ιδρυμάτων, μεταξύ αυτών προς τα οποία οι υποχρεώσεις του οφειλέτη αντιπροσωπεύουν περισσότερο του 20% των συνολικών του υποχρεώσεων.

2. Τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου μπορούν να αιτούνται την υπαγωγή στις διαδικασίες του παρόντος νόμου μέχρι τις 30.6.2016.

3. Η συναίνεση των πιστωτών κατά την παρ. 1 αποτυπώνεται σε συμφωνία ρύθμισης, η οποία υποβάλλεται μαζί με την αίτηση του οφειλέτη. H συμφωνία ρύθμισης δύναται να προβλέπει μέτρα για την αναδιάρθρωση του δανεισμού, όπως μείωση απαιτήσεων, παράταση του χρόνου αποπληρωμής αυτών, μετοχοποίηση των απαιτήσεων ή κάθε άλλο πρόσφορο μέσο. Δεν επιτρέπεται με οποιοδήποτε τρόπο η πρόβλεψη στη συμφωνία μείωσης ή αναδιάρθρωσης των απαιτήσεων πιστωτών που ρυθμίζονται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 περ. δ ή το άρθρο 5 παράγραφος 2.

4. Ως πιστωτές νοούνται τα πρόσωπα των οποίων οι απαιτήσεις κατά του οφειλέτη περιλαμβάνονται στην αποτύπωση των υποχρεώσεων του οφειλέτη κατά την έννοια του Ελληνικού Γενικού Λογιστικού Σχεδίου ή σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, προκειμένου για επιχειρήσεις που καταρτίζουν οικονομικές καταστάσεις, υποχρεωτικά ή προαιρετικά, ενώ περιλαμβάνονται επίσης οι απαιτήσεις από χρηματοδοτικές μισθώσεις που οφείλονται συμβατικά από το χρόνο αναφοράς της παραγράφου 5 μέχρι τη συμβατική ημερομηνία λήξης των συμβάσεων εφόσον σύμφωνα με τις εφαρμοζόμενες λογιστικές αρχές δεν αποτυπώνονται στις πιο πάνω οικονομικές καταστάσεις. Κοινοπρακτούντες και ομολογιούχοι πιστωτές συμμετέχουν στο σχηματισμό του ποσοστού συναίνεσης κατά το λόγο συμμετοχής τους στο σύνολο των απαιτήσεων. Για το σχηματισμό των ποσοστών δεν συνυπολογίζονται οι πιστωτές των οποίων η απαίτηση ρυθμίζεται αυτομάτως με την αποδοχή της αίτησης βάσει του άρθρου 5 παρ. 3 και οι πιστωτές που είναι πρόσωπα συνδεδεμένα προς τον οφειλέτη κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920.

5. Ο υπολογισμός του ποσοστού των συναινούντων πιστωτών γίνεται με βάση κατάσταση πιστωτών που συντάσσεται από κάτοχο άδειας Λογιστή Φοροτεχνικού Α’ ή Β’ Τάξεως του Ν. 2515/1997 ή ορκωτό ελεγκτή, επισυνάπτεται στη συμφωνία ρύθμισης, με ποινή απαραδέκτου, αναφέρεται σε ημερομηνία που δεν προηγείται της ημερομηνίας υποβολής της αίτησης στο δικαστήριο περισσότερο από τρεις μήνες και περιλαμβάνει βεβαίωση του συντάκτη ότι συντρέχει η προϋπόθεση της πλειοψηφίας.

6. Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση της αίτησης είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο.

7. Για τη συζήτηση της αίτησης ορίζεται δικάσιμος εντός διμήνου από την υποβολή της.

8. Η υποβολή της αίτησης προκαλεί την αναστολή τυχόν εκκρεμουσών αιτήσεων υπαγωγής σε καθεστώς εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 100 του Πτωχευτικού Κώδικα, ή εκκρεμουσών αιτήσεων ειδικής εκκαθάρισης ή κήρυξης πτώχευσης.

9. Κατόπιν αιτήσεως οιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, μέχρι την έκδοση της απόφασης του άρθρου 4 μπορούν να διατάζονται από τον πρόεδρο του αρμόδιου δικαστηρίου τα μέτρα του άρθρου 10 του Πτωχευτικού Κώδικα κατ’ αναλογική του εφαρμογή. Η μεγίστη διάρκεια ισχύος των προληπτικών μέτρων είναι έξι (6) μήνες.

Αρθρο 4

Απόφαση του δικαστηρίου

1. Το δικαστήριο αποδέχεται την αίτηση και ρυθμίζει τις υποχρεώσεις του οφειλέτη σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην συνυποβληθείσα με την αίτηση συμφωνία ρύθμισης, εάν οι συμβαλλόμενοι πιστωτές στη συμφωνία ρύθμισης εκπροσωπούν το απαιτούμενο ποσοστό απαιτήσεων, κατά το άρθρο 3 παρ. 1.

2. Το δικαστήριο δύναται σε περίπτωση που δεν του έχουν προσκομιστεί όλα τα στοιχεία που τεκμηριώνουν το βάσιμο της αίτησης, να τάξει προθεσμία για την προσκομιδή εγγράφων ή την παροχή διευκρινίσεων.

3. Η απόφαση επί της αιτήσεως εκδίδεται εντός μηνός από τη συζήτηση.

4. Η απόφαση που δέχεται ή απορρίπτει την αίτηση δημοσιεύεται αμελλητί σε περίληψη στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ) και στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Τομέας Νομικών) με επιμέλεια του οφειλέτη ή οποιουδήποτε άλλου έχει έννομο συμφέρον.

5. Τριτανακοπή κατά της επικυρωτικής απόφασης δύναται να ασκηθεί ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου από πρόσωπο που δεν παρέστη στη συζήτηση και δεν είχε κλητευθεί νομίμως εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την πρώτη δημοσίευσή της σε ένα από τα μέσα της προηγουμένης παραγράφου.

6. Στην περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου το δικαστήριο δεν επικυρώνει τη συμφωνία μόνο εάν ο επανυπολογισμός του ύψους των απαιτήσεων των συναινούντων πιστωτών ανατρέπει την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 3 παρ. 1 ή εφόσον δεν έχουν συμπεριληφθεί απαιτήσεις του τριτανακόπτοντος οι οποίες εάν ληφθούν υπόψη έχουν ως αποτέλεσμα να μην τηρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 παρ.1. Στον επανυπολογισμό αυτόν προβαίνει το ίδιο το δικαστήριο.

7. Κατά της απόφασης που απορρίπτει την αίτηση του οφειλέτη επιτρέπεται έφεση. Η έφεση ασκείται εντός τριάντα ημερών από την έκδοση της απόφασης, για τη δε συζήτηση της έφεσης ορίζεται δικάσιμος εντός διμήνου από την υποβολή της.

8. Για διάστημα δώδεκα μηνών από την απόρριψη αίτησης δεν επιτρέπεται υποβολή αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξυγίανσης ή άμεσης επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης.

Αρθρο 5

Αποτελέσματα της αποδοχής της αίτησης

1. Η αποδοχή της αίτησης του άρθρου 3 από το δικαστήριο επιφέρει τα ακόλουθα αποτελέσματα:

α. εφόσον το προβλέπει η συμφωνία ρύθμισης, δύνανται να αναστέλλονται οι ατομικές και συλλογικές διώξεις των πιστωτών κατά του οφειλέτη, των εγγυητών και συνοφειλετών εις ολόκληρον για ορισμένο διάστημα, έως τριών μηνών.

β. για την ίδια διάρκεια αναστέλλονται οι αποκλειστικές προθεσμίες άσκησης και παραγραφής, υπό τις οποίες τελούν οι απαιτήσεις των συμβαλλόμενων πιστωτών.

γ. αναστέλλεται, για περίοδο δώδεκα μηνών από την έκδοση της απόφασης που αποδέχεται την αίτηση, η λήψη κάθε μέτρου συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης, συμπεριλαμβανομένης της κήρυξης πτώχευσης, σε βάρος του οφειλέτη.

δ. εξοφλείται το οφειλόμενο στους εργαζόμενους χρέος του εδαφίου (γ) του άρθρου 154 του Πτωχευτικού Κώδικα σε 12 ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις.

2. Οφειλέτης του οποίου οι υποχρεώσεις έχουν ρυθμισθεί βάσει συμφωνίας επικυρωμένης δικαιούται να υπαχθεί σε πρόγραμμα εξυπηρέτησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών του προς τη Φορολογική Διοίκηση ή Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης σε 100 μηνιαίες δόσεις και να λάβει πρόσθετη διαγραφή των προσαυξήσεων και προστίμων που το βαρύνουν ίση προς 20%. Το διαγραφόμενο ποσό θα αφαιρεθεί από τις οφειλόμενες δόσεις σε αντίστροφη χρονική σειρά μέχρις ολικού συμψηφισμού του και υπό την προϋπόθεση της ολοσχερούς εξυπηρέτησης του ποσού της οφειλομένης κυρίας οφειλής και των επ’ αυτής λογιζομένων τόκων καθώς και των υποχρεώσεών του ως προς τις ρυθμισθείσες από το χρηματοδοτικό ίδρυμα οφειλές. Σε περίπτωση που το ανωτέρω πρόσωπο έχει ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση σύμφωνα με τον παρόντα νόμο με πρόγραμμα εξόφλησης διαφορετικής διάρκειας από το προβλεπόμενο, και επιλέγει να ασκήσει το δικαίωμα επιλογής που του παρέχει η παρούσα διάταξη, τότε με ευθύνη της αρμόδιας υπηρεσίας υπολογίζεται εκ νέου η παρεχόμενη διαγραφή έτσι ώστε ως ποσοστό επί του συνολικού ποσού προσαυξήσεων και προστίμων (και χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η με το παρόν παρεχόμενη πρόσθετη διαγραφή) να αντιστοιχεί στη διά του παρόντος νόμου παρεχόμενη για την εξόφληση της ρυθμισθείσας οφειλής σε 100 δόσεις. Το περιεχόμενο της αίτησης του φορολογουμένου καθώς και ο τρόπος επικοινωνίας με τα χρηματοδοτικά ιδρύματα προσδιορίζονται με ΚΥΑ των υπουργών Ανάπτυξης, Οικονομικών και Εργασίας.

3. Σε περίπτωση που λόγω ύψους οφειλής ο οφειλέτης δεν δύναται να ρυθμίσει τις οφειλές του προς τη Φορολογική Διοίκηση ή Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων του παρόντος νόμου, τότε εφόσον γίνει δεκτή η αίτηση από το δικαστήριο, ο οφειλέτης δικαιούται να αιτηθεί προς την εφορία ή τα ταμεία κατά περίπτωση, τη διαγραφή ποσοστού 40% επί των προσαυξήσεων, τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής και στην τμηματική εξόφληση του υπολοίπου της οφειλής του σε 100 μηνιαίες δόσεις. Η αίτηση γίνεται δεκτή εκτός εάν ληφθεί αιτιολογημένη αντίθετη απόφαση από πλευράς της αρμόδιας υπηρεσίας εντός δύο μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης. Ως νόμιμη αιτιολογία αντίθεσης συνιστά η μη επίτευξη βιωσιμότητας για την επιχείρηση.

4. Η απόφαση που αποδέχεται την αίτηση του οφειλέτη αποτελεί τίτλο εκτελεστό για τις αναλαμβανόμενες με αυτήν υποχρεώσεις.

5. Τα δικαιώματα των πιστωτών κατά των εγγυητών και συνοφειλετών εις ολόκληρον του οφειλέτη, καθώς και τα περιουσιακά δικαιώματά τους σε περιουσιακά αντικείμενα τρίτων, περιορίζονται στο ίδιο ποσό με την απαίτησή τους κατά του οφειλέτη όπως αυτή διαμορφώνεται με τη συμφωνία ρύθμισης. Σε περίπτωση ικανοποίησης πιστωτή από εγγυητή ή συνοφειλέτη εις ολόκληρο, ο οφειλέτης ευθύνεται έναντι των τελευταίων, εάν συντρέχει δικαίωμα αναγωγής, με τον ίδιο τρόπο που ευθύνεται κατά τη συμφωνία ρύθμισης έναντι του πιστωτή που ικανοποιήθηκε από αυτούς.

6. Τα δικαιώματα των ενεγγύων πιστωτών διατηρούνται υπέρ της απαίτησής τους όπως αυτή διαμορφώνεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

7. Από τη δημοσίευση της απόφασης που δέχεται την αίτηση και για δώδεκα (12) μήνες δεν επιτρέπεται υποβολή αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξυγίανσης ή άμεσης επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης κατά τα άρ. 100 και 106β του Πτωχευτικού Κώδικα αντιστοίχως.

8. Η παράβαση από τον οφειλέτη όρου της συμφωνίας ρύθμισης, συμπεριλαμβανομένης και της μη καταβολής για διάστημα αθροιστικά τριών (3) μηνών δόσεων οφειλόμενων προς το δημόσιο ή ασφαλιστικό φορέα, εφόσον το ποσό υπερημερίας είναι τουλάχιστον ευρώ 5.000, παρέχει σε κάθε άλλο πιστωτή του οποίου οι απαιτήσεις ρυθμίζονται συναινετικά ή μη από τη συμφωνία ρύθμισης το δικαίωμα καταγγελίας της, ενώ αναβιώνουν οι απαιτήσεις των πιστωτών κατά του οφειλέτη ως προς τις διαγραφείσες οφειλές (μείον τυχόν καταβολές που έχουν γίνει στο πλαίσιο της συμφωνίας ρύθμισης) και καθίστανται αυτοδικαίως ληξιπρόθεσμες και απαιτητές όλες οι ρυθμισθείσες οφειλές όπως έχουν διαμορφωθεί μετά την αναβίωσή τους.

9. Εξαιρούνται της πτωχευτικής ανάκλησης, κατά την έννοια των άρθρων 41 επ. του Πτωχευτικού Κώδικα, πράξεις που έλαβαν χώρα σε εκπλήρωση της συμφωνίας ρύθμισης του άρθρου 5 παρ. 3 του παρόντος νόμου.

Αρθρο 6

Χρηματοδότηση της επιχείρησης

Χρηματοδοτήσεις ή εισφορές αγαθών ή υπηρεσιών προς τον οφειλέτη, οι οποίες γίνονται από τη στιγμή υποβολής της αίτησης του άρθρου 3 και για διάστημα ενός έτους από τη δημοσίευση της απόφασης του άρθρου 4, καταλαμβάνονται από το προνόμιο του άρθρου 154 περ. α’ του Πτωχευτικού Κώδικα. Σε περίπτωση απόρριψης από το δικαστήριο της αίτησης το ως άνω προνόμιο καταλαμβάνει χρηματοδοτήσεις που παρασχέθηκαν από την υποβολή της αίτησης μέχρι την έκδοση της δικαστικής απόφασης. Το προνόμιο του παρόντος άρθρου δεν καταλαμβάνει χρηματοδοτήσεις ή εισφορές αγαθών ή υπηρεσιών από ιδιοκτήτες, εταίρους ή μετόχους ή εισφορές στο πλαίσιο αύξησης κεφαλαίου. Το προνόμιο καταλαμβάνει χρηματοδοτήσεις ή εισφορές μέχρις ορίου που προσδιορίζεται στην υποβληθείσα συμφωνία ρύθμισης και μόνο εφόσον προσδιορίζεται τέτοιο όριο.

Αρθρο 7

Δικαίωμα αποζημίωσης πιστωτών

Πιστωτές, οι οποίοι δεν έχουν συνυπογράψει τη συμφωνία του άρθρου 3 παρ. 3 του παρόντος κεφαλαίου και των οποίων οι απαιτήσεις έχουν περιοριστεί κατά την ονομαστική τους αξία, δικαιούνται να λάβουν αποζημίωση από τον οφειλέτη για την προκληθείσα σε αυτούς ζημία, εφόσον αποδεικνύουν ότι εξαιτίας της εφαρμογής της συμφωνίας η αξία της απαίτησής τους μειώθηκε πέραν του ποσού που ευλόγως θα ανακτούσαν (α) μέσω της θέσης της επιχείρησης σε πτωχευτική ρευστοποίηση κατά τον αυτό χρόνο ή (β) εάν η απαίτησή τους είχε δυσμενέστερη μεταχείριση από απαίτηση πιστωτή που βρίσκεται στην ίδια θέση, χωρίς να συντρέχει σπουδαίος επιχειρηματικός ή κοινωνικός λόγος διακριτικής μεταχείρισης. Σε κάθε περίπτωση, η υποβολή αποζημιωτικής αγωγής αλλά και η αποδοχή της κατά τα ανωτέρω δεν επηρεάζει την εφαρμογή της συμφωνίας ρύθμισης. Σε περίπτωση ευδοκίμησης της αγωγής ευθύνονται εις ολόκληρον και αλληλεγγύως για την αποζημίωση του ενάγοντα πιστωτή οι εγγυητές και συνοφειλέτες εις ολόκληρον της απαίτησής του, ενώ ευθύνονται συμμέτρως προς τις ρυθμισμένες απαιτήσεις τους σύμφωνα με αίτηση του άρθρου 3 παρ.1 του παρόντος κεφαλαίου, οι συνυπογράφοντες τη συμφωνία πιστωτές.

Αρθρο 8

Φορολογικές διευκολύνσεις – περιορισμός αμοιβών

1. Οι πράξεις κατ’ εφαρμογή της συμφωνίας ρύθμισης απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος ή δικαίωμα Δημοσίου ή τρίτων, συμπεριλαμβανομένων των τελών χαρτοσήμου (πλην του ΦΠΑ). Ως προς τις αμοιβές για τις αυτές πράξεις ή συμβάσεις εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 134 του Πτωχευτικού Κώδικα.

2. Ως προς τα αποτελέσματα της συμφωνίας ρύθμισης του παρόντος κεφαλαίου που έχουν γίνει δεκτές από το αρμόδιο δικαστήριο σύμφωνα με τα άρθρα 3 έως και 5 εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 12 του παρόντος νόμου.

3. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ΚΦΕ, ν. 4172/2013) προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής: «Το ποσό το οποίο ωφελείται οφειλέτης από τη διαγραφή υποχρεώσεών του σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου με τίτλο “Μέτρα κ.λπ.” δεν αποτελεί φορολογητέο εισόδημα κι επομένως εξαιρείται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου».

4. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 34 του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών (ν.2961/2001) προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής: «Το ποσό το οποίο ωφελείται οφειλέτης από τη διαγραφή υποχρεώσεών του σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου με τίτλο “Μέτρα κ.λπ.” δεν αποτελεί κτήση περιουσίας αιτία δωρεάς κι επομένως, εξαιρείται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου».

Κεφάλαιο Τέταρτο

Εκτακτη διαδικασία ειδικής διαχείρισης

Αρθρο 9

Αίτηση υπαγωγής στην έκτακτη διαδικασία ειδικής διαχείρισης

1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του Πτωχευτικού Κώδικα (Ν. 3588/2007), το οποίο έχει το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του στην Ελλάδα και βρίσκεται σε κατάσταση παύσης πληρωμών, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 του Πτωχευτικού Κώδικα, δύναται να υπάγεται στη διαδικασία ειδικής διαχείρισης του παρόντος άρθρου. Στην περίπτωση κεφαλαιουχικών εταιρειών, αυτές μπορούν να υπάγονται στη διαδικασία ειδικής διαχείρισης του παρόντος άρθρου και εφόσον συντρέχει ως προς αυτές για δύο συνεχόμενες χρήσεις λόγος λύσης κατά το άρθρο 48 παρ. 1 κ.ν. 2190/1920 (αναλογικά εφαρμοζομένου στις λοιπές μορφές κεφαλαιουχικών εταιρειών).

2. Η αίτηση υποβάλλεται από πιστωτή ή πιστωτές του οφειλέτη, στους οποίους περιλαμβάνεται τουλάχιστον ένα χρηματοδοτικό ίδρυμα, κατά την έννοια της παραγράφου 1 περ. στ’ του άρθρου 2 του παρόντος νόμου, οι οποίοι εκπροσωπούν τουλάχιστον το 40% του συνόλου των υποχρεώσεων με βάση τις τελευταίες δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις του οφειλέτη ή και τα στοιχεία του πιστωτή ή πιστωτών, το αργότερο μέχρι την 30ή Ιουνίου 2016.

3. Για τις ανάγκες του παρόντος ως πιστωτές νοούνται όσοι έχουν απαιτήσεις κατά του οφειλέτη, ενώ περιλαμβάνονται επίσης οι απαιτήσεις από χρηματοδοτικές μισθώσεις που οφείλονται συμβατικά από τον ως άνω χρόνο αναφοράς μέχρι τη συμβατική ημερομηνία λήξης των συμβάσεων, εφόσον σύμφωνα με τις εφαρμοζόμενες λογιστικές αρχές δεν αποτυπώνονται στις πιο πάνω οικονομικές καταστάσεις.

4. Ο υπολογισμός του ποσοστού των συναινούντων πιστωτών για τις ανάγκες της παραγράφου 2 γίνεται με βάση κατάσταση πιστωτών που συντάσσεται.

5. Για το παραδεκτό της αίτησης απαιτείται η ταυτόχρονη κατάθεση δήλωσης του προτεινομένου ως ειδικού διαχειριστή (φυσικού ή νομικού προσώπου) περί αποδοχής του σχετικού έργου.

Αρθρο 10

Ορισμός Ειδικού Διαχειριστή

1. Ως ειδικός διαχειριστής ορίζεται νόμιμος ελεγκτής ή ελεγκτικό γραφείο ή δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή δικηγορική εταιρεία στην οποία συμμετέχει δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις. Αν ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο, ως ειδικός διαχειριστής δύναται να ορίζεται και ελεγκτής πτυχιούχος ανωτάτης σχολής, που είναι μέλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΟΕΕ) και κάτοχος άδειας Λογιστή Φοροτεχνικού Α’ τάξεως. Ειδικός διαχειριστής μπορεί να ορισθεί και σύμπραξη προσώπων εφόσον συμμετέχει σε αυτή νόμιμος ελεγκτής ή ελεγκτικό γραφείο ή δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή δικηγορική εταιρεία στην οποία συμμετέχει δικηγόρος με οικονομoτεχνικές γνώσεις.

2. Ως προς τον ειδικό διαχειριστή ισχύει το άρθρο 106ι παρ. 1 του Πτωχευτικού Κώδικα.

3. Η διαδικασία και το λειτούργημα του ειδικού διαχειριστή παύουν εντός δώδεκα (12) μηνών από την έκδοση της απόφασης του άρθρου 11, ανεξαρτήτως της αντικατάστασης του ειδικού διαχειριστή κατά το επόμενο εδάφιο, εκτός όπου άλλως προβλέπεται στο παρόν.

4. Ο ειδικός διαχειριστής ευθύνεται μόνο για δόλο και βαριά αμέλεια. Ο ειδικός διαχειριστής και, αν πρόκειται για νομικό πρόσωπο, οι εκπρόσωποί του, δεν προσωποκρατούνται ούτε υπέχουν οποιαδήποτε αστική, ποινική ή άλλη ευθύνη για χρέη της υπό ειδική διαχείριση εταιρείας, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους και το χρόνο στον οποίο ανάγονται.

Αρθρο 11

Εκδίκαση της αίτησης

1. Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση της αίτησης είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του, και δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.

2. Για τη συζήτηση της αίτησης ορίζεται δικάσιμος εντός διμήνου από την υποβολή της. Στην περίπτωση νομικών προσώπων εφαρμόζεται το άρθρο 96 παρ. 2 εδάφιο β’ του Πτωχευτικού Κώδικα.

3. Κατόπιν αιτήσεως οιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, μέχρι την έκδοση της απόφασης του άρθρου 12 μπορούν να διατάζονται από τον πρόεδρο του αρμόδιου δικαστηρίου τα μέτρα του άρθρου 10 του Πτωχευτικού Κώδικα κατ’ αναλογική του εφαρμογή.

4. Η αίτηση του άρθρου 9 μαζί με την πράξη ορισμού δικασίμου κοινοποιείται στην επιχείρηση και περίληψη αυτής δημοσιεύεται στο ΓΕΜΗ και στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων δέκα εργάσιμες ημέρες πριν από τη δικάσιμο, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται η ημέρα της επίδοσης και της δικασίμου. Κύριες παρεμβάσεις κατατίθενται υποχρεωτικά και με ποινή απαραδέκτου το αργότερο τρεις εργάσιμες ημέρες πριν από τη δικάσιμο, με τον ίδιο παραπάνω υπολογισμό των ημερών, και συνεκδικάζονται, υποχρεωτικώς, όπως και οι τυχόν πρόσθετες παρεμβάσεις, με την αίτηση. Οι κυρίως παρεμβαίνοντες φέρουν το βάρος απόδειξης ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 9.

5. Η υποβολή της αίτησης αναστέλλει τυχόν εκκρεμούσες αιτήσεις υπαγωγής σε καθεστώς εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 100 του Πτωχευτικού Κώδικα ή εκκρεμούσες αιτήσεις ειδικής εκκαθάρισης ή κήρυξης πτώχευσης, εφαρμοζόμενων αναλόγως των διατάξεων των παρ. 6 και 8 του άρθρου 99 του Πτωχευτικού Κώδικα.

Αρθρο 12

Απόφαση του δικαστηρίου

1. Το δικαστήριο αποδέχεται την αίτηση εάν υποβάλλεται παραδεκτώς και συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 9 παρ. 1 και 2.

2. Το δικαστήριο αποδεχόμενο την αίτηση διορίζει με την απόφασή του τον προτεινόμενο στην αίτηση ειδικό διαχειριστή, εκτός εάν υπάρχει πέραν της μιας αίτηση ή κύρια παρέμβαση με το αυτό αίτημα (θέση σε ειδική διαχείριση) και διαφορετική πρόταση ως προς τον ειδικό διαχειριστή, οπότε διορίζει τον κατά την κρίση του καταλληλότερο μεταξύ των προταθέντων.

3. Η απόφαση επί της αιτήσεως εκδίδεται εντός μηνός από τη συζήτηση.

4. Η απόφαση που δέχεται ή απορρίπτει την αίτηση δημοσιεύεται αμελλητί σε περίληψη στο ΓΕΜΗ και στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων με επιμέλεια του οφειλέτη.

5. Τριτανακοπή κατά της απόφασης που δέχεται την αίτηση δύναται να ασκηθεί ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου από πρόσωπο που δεν παρέστη στη συζήτηση και δεν είχε κλητευθεί νομίμως εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα ημερών από τη δημοσίευση σε ένα από τα μέσα της προηγουμένης παραγράφου, όποια προηγείται χρονικά.

6. Κατά της απόφασης που απορρίπτει την αίτηση του άρθρου 9 παρ. 2 επιτρέπεται έφεση. Η έφεση ασκείται εντός τριάντα ημερών από την έκδοση της απόφασης, για τη δε συζήτηση της έφεσης ορίζεται δικάσιμος εντός διμήνου.

Αρθρο 13

Συνέπειες αποδοχής της αίτησης

1. Η αποδοχή της αίτησης συνεπάγεται την αυτοδίκαιη αναστολή όλων των ατομικών διώξεων κατά της επιχείρησης καθ’ όλη τη διάρκεια της ειδικής διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένων και των διοικητικών ή φορολογικών μέτρων, ιδίως των αναγκαστικών μέτρων είσπραξης από το δημόσιο και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς και των μέτρων διασφάλισης του δημοσίου.

2. Με τη δημοσίευση της απόφασης η εξουσία των καταστατικών οργάνων διοίκησης και διαχείρισης της επιχείρησης περιέρχεται στο σύνολό της στο διοριζόμενο ειδικό διαχειριστή. Αυτός αναλαμβάνει την εκπροσώπηση της εταιρείας έναντι τρίτων και τη διεκπεραίωση των καθημερινών της συναλλαγών, συμπεριλαμβανομένης και της σύνταξης οικονομικών καταστάσεων και της υποβολής φορολογικών δηλώσεων, ενώ η υποχρέωση έγκρισης των οικονομικών καταστάσεων από τη γενική συνέλευση των μετόχων.

3. Η θέση της επιχείρησης σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης δεν συνιστά σπουδαίο λόγο για την καταγγελία εκκρεμών συμβάσεων, ούτε αποτελεί λόγο ανάκλησης διοικητικών αδειών.

Αρθρο 14

Διενέργεια ειδικής διαχείρισης – διάθεση του ενεργητικού

1. Ο ειδικός διαχειριστής εγκαθίσταται με τη βοήθεια της δημόσιας αρχής στη διοίκηση της επιχείρησης, συντάσσει αμελλητί απογραφή των στοιχείων της επιχείρησης, και εν συνεχεία καταρτίζει με βάση την απογραφή υπόμνημα προσφοράς, στο οποίο, πλην των απογραφέντων στοιχείων της επιχείρησης, περιλαμβάνει και κάθε πληροφορία χρήσιμη για την εικόνα του ενεργητικού της.

2. Ο ειδικός διαχειριστής, προκειμένου να διατηρήσει τη λειτουργία της επιχείρησης και να καλύψει δαπάνες και έξοδα της ειδικής διαχείρισης, περιλαμβανομένων και των δικών του αμοιβών, δύναται να λάβει κατά τη διάρκεια της ειδικής διαχείρισης χρηματοδοτήσεις ή εισφορές αγαθών ή υπηρεσιών, οι οποίες φέρουν το ειδικό προνόμιο του άρθρου 154 περ. α’ του Πτωχευτικού Κώδικα.

3. Το συντομότερο δυνατόν από την εγκατάστασή του, ο ειδικός διαχειριστής διενεργεί δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό για την εκποίηση του συνόλου του ενεργητικού της υπό ειδική διαχείριση επιχείρησης ή επιμέρους λειτουργικών συνόλων της επιχείρησης (κλάδων) ή περιουσιακών της στοιχείων εφόσον αυτά δεν αποτελούν κλάδους.

4. Για την εκποίηση του ενεργητικού, ως σύνολο ή ως μέρη, κατά περίπτωση, ο ειδικός διαχειριστής, δημοσιεύει με ολοσέλιδη καταχώρηση σε δύο καθημερινής πανελλήνιας κυκλοφορίας εφημερίδες, στο ΓΕΜΗ και στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Τομέας Νομικών) και αναρτά επίσης στον τυχόν ιστότοπο της επιχείρησης στο διαδίκτυο πρόσκληση διενέργειας ενός ή περισσοτέρων, κατά περίπτωση, δημόσιων πλειοδοτικών διαγωνισμών.

5. Στην πρόσκληση ορίζεται ημερομηνία για την ενώπιον του ειδικού διαχειριστή στα γραφεία της επιχείρησης ή κατά την κρίση του στο κατάστημα του αρμόδιου δικαστηρίου υποβολή δεσμευτικών προσφορών, απαλλαγμένων από οιαδήποτε αίρεση ή επιφύλαξη και συνοδευόμενων από εγγυητική επιστολή για το ισόποσο του προσφερομένου τιμήματος. Η ημερομηνία του προηγούμενου εδαφίου απέχει είκοσι (20) τουλάχιστον και το πολύ (40) εργάσιμες ημέρες από τη δημοσίευση της πρόσκλησης.

6. Ο ειδικός διαχειριστής δύναται να διαθέτει προς ενδιαφερομένους πληροφορίες ως προς τα διατιθέμενα περιουσιακά στοιχεία και την επιχειρηματική δραστηριότητα και τα εργασιακά θέματα και σχέσεις της υπό ειδική διαχείριση εταιρείας καθώς και πρόσβαση σε ενδιαφερομένους αγοραστές σε στοιχεία της εταιρείας.

7. Μετά τη σύμφωνα με την πρόσκληση λήξη της διαδικασίας υποβολής, ο ειδικός διαχειριστής αποσφραγίζει τις προσφορές και συντάσσει έκθεση, η οποία αναφέρει τον πλειοδοτήσαντα.

8. Σε περίπτωση που ο διαγωνισμός αφορά το σύνολο του ενεργητικού της επιχείρησης και κατατέθηκε μία μόνο προσφορά, συνέρχεται αμελλητί με πρόσκληση του ειδικού διαχειριστή συνέλευση των πιστωτών, η οποία με απόφαση της πλειοψηφίας επί του συνόλου των εκπροσωπουμένων στη συνέλευση απαιτήσεων (εφόσον υφίσταται η απαιτούμενη απαρτία που ορίζεται ως η πλειοψηφία των απαιτήσεων των πιστωτών οφειλέτη) αποφασίζει την υποβολή της έκθεσης της προηγούμενης παραγράφου στο δικαστήριο. Δέκα (10) τουλάχιστον μέρες πριν από τη συνέλευση των πιστωτών τίθεται στη διάθεση των πιστωτών η προσφορά. Δικαίωμα συμμετοχής στη συνέλευση έχουν οι αναφερόμενοι στην κατάσταση πιστωτών της παραγράφου 4 του άρθρου 9, ενώ η πρόσκλησή τους γίνεται με τον τρόπο δημοσίευσης της πρόσκλησης διενέργειας δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου. Σε περίπτωση λήψης απόφασης υποβολής, ο ειδικός διαχειριστής υποβάλλει αίτηση αποδοχής στο δικαστήριο κατά την προηγούμενη παράγραφο. Σε περίπτωση μη λήψης απόφασης υποβολής, επέρχονται οι συνέπειες της επόμενης παραγράφου.

9. Σε περίπτωση που ο διαγωνισμός αφορά το σύνολο του ενεργητικού της επιχείρησης και δεν κατατέθηκε καμία προσφορά ή δεν κατατέθηκε καμία προσφορά για οποιοδήποτε από τα λειτουργικά σύνολα, η διαδικασία θεωρείται ότι έχει λήξει και ο ειδικός διαχειριστής υποχρεούται να υποβάλει αίτηση πτώχευσης σε βάρος του οφειλέτη.

10. Σε περίπτωση που δεν κατατέθηκε προσφορά για ορισμένα μόνο από τα λειτουργικά σύνολα, ο ειδικός διαχειριστής δεν διενεργεί νέο διαγωνισμό ως προς αυτά, αλλά περιορίζεται στη διάθεση αυτών για τα οποία ελήφθησαν προσφορές εφαρμόζοντας αναλογικά την παραπάνω διαδικασία.

Αρθρο 15

Διενέργεια ειδικής διαχείρισης – εκδίκαση της αίτησης αποδοχής

1. Για τη συζήτηση της αίτησης αποδοχής της παραγράφου 7 του άρθρου 14, τις τυχόν παρεμβάσεις κ.λπ. ισχύουν τα οριζόμενα για την αίτηση υπαγωγής σε ειδική διαχείριση, αναλόγως εφαρμοζόμενα.

2. Το δικαστήριο αποδέχεται την υποβληθείσα αίτηση εφόσον διαπιστώσει ότι τηρήθηκαν οι όροι του παρόντος και ότι η εισαγόμενη προς έγκριση προσφορά είναι του πλειοδοτήσαντα ή, σε περίπτωση μόνης προσφοράς, ότι έχει την έγκριση της συνέλευσης των πιστωτών και ανακηρύσσει τον Αγοραστή ή τους Αγοραστές, κατά περίπτωση με απόφασή του, που δεν υπάγεται σε ένδικα μέσα.

3. Η απόφαση του δικαστηρίου δημοσιεύεται σε περίληψη στο ΓΕΜΗ και στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Τομέας Νομικών). Σε περίπτωση αποδοχής της αίτησης το αρμόδιο δικαστήριο ορίζει και εισηγητή δικαστή για τις ανάγκες της διανομής του πλειστηριάσματος.

4. Τριτανακοπή κατά της αποφάσεως δύναται να ασκηθεί από πρόσωπο που δεν παρέστη στη συζήτηση και δεν είχε κλητευθεί νόμιμα σε αυτήν εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης κατά το προηγούμενο εδάφιο.

Αρθρο 16

Διενέργεια ειδικής διαχείρισης – μεταβίβαση του ενεργητικού

1. Με τη δημοσίευση της τυχόν θετικής απόφασης ο ειδικός διαχειριστής απευθύνει εγγράφως προς τον αγοραστή ή τους αγοραστές σχετική πρόσκλησή του για υπογραφή εντός πέντε εργασίμων ημερών της σύμβασης μεταβίβασης που περιλήφθηκε στην πρόσκληση.

2. Εφόσον το τίμημα καταβληθεί εμπροθέσμως, ο ειδικός διαχειριστής συντάσσει αμελλητί πράξη εξόφλησης. Η πράξη αυτή προσαρτάται στη Σύμβαση Μεταβίβασης.

3. Στη μεταβίβαση του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης ή και λειτουργικών συνόλων αυτής, στο πλαίσιο της ειδικής διαχείρισης, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 479 Α.Κ.

4. Ως προς την παραπάνω σύμβαση μεταβίβασης, τις εκκρεμείς συμβάσεις της επιχείρησης και τις διοικητικές άδειες ισχύουν τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 106θ του Πτωχευτικού Κώδικα.

5. Οι πράξεις για την πραγματοποίηση της μεταβίβασης απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος ή δικαίωμα Δημοσίου ή τρίτων, καθώς και τελών χαρτοσήμου (πλην του ΦΠΑ).

6. Ως προς αμοιβές για τις αυτές πράξεις ή συμβάσεις εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 134 του Πτωχευτικού Κώδικα.

7. Οι πράξεις αυτές εξαιρούνται επίσης της πτωχευτικής ανάκλησης, κατά την έννοια των άρθρων 41 επ. του Πτωχευτικού Κώδικα.

Αρθρο 17

Διενέργεια ειδικής διαχείρισης – περάτωση της διαδικασίας

1. Σε περίπτωση που δεν ολοκληρωθεί η όλη διαδικασία μεταβίβασης τουλάχιστον του 90% του συνόλου του ενεργητικού της εταιρείας (ως λογιστική αξία) εντός της προθεσμίας του άρθρου 9 παρ. 4, τότε η διαδικασία θεωρείται ότι έχει λήξει και ο ειδικός διαχειριστής υποχρεούται να υποβάλει αίτηση πτώχευσης του οφειλέτη. Σε περίπτωση που εκκρεμεί αίτηση πτώχευσης προχωρά η εξέτασή της. Κατ’ εξαίρεση, εάν εντός της ανωτέρω προθεσμίας εκκρεμεί πλειοδοτική διαδικασία και υποβολή αίτησης προς το δικαστήριο για αποδοχή προσφοράς με την οποία να επιτυγχάνεται η διάθεση τουλάχιστον του 90% του συνόλου του ενεργητικού της εταιρείας (ως λογιστική αξία) τότε η ειδική διαχείριση παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι την έκδοση των σχετικών αποφάσεων από το αρμόδιο δικαστήριο και την ολοκλήρωση της διαδικασίας μεταβίβασης των σχετικών στοιχείων.

2. Εφόσον ολοκληρωθεί επιτυχώς από τον ειδικό διαχειριστή η μεταβίβαση τουλάχιστον του 90% του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης και εάν κατά την εκτίμησή του, βάσει των αναγγελθεισών απαιτήσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 18, το προϊόν ρευστοποίησης επαρκεί για την πλήρη ικανοποίηση όλων των πιστωτών, υποβάλλει σχετικό αίτημα στο αρμόδιο δικαστήριο το οποίο δύναται να παρατείνει το διορισμό του με αποκλειστικό αντικείμενο τη διάθεση του προϊόντος ρευστοποίησης προς τους δικαιούχους και, στη συνέχεια, τη σύγκληση γενικής συνέλευσης των μετόχων με θέμα τη θέση του φορέα της επιχείρησης σε εκκαθάριση και διορισμό εκκαθαριστή κατά τις εφαρμοζόμενες διατάξεις. Σε αντίθετη περίπτωση, ο ειδικός διαχειριστής υποχρεούται να υποβάλει αίτηση πτώχευσης του οφειλέτη.

3. Σε περίπτωση θέσης του φορέα της επιχείρησης σε πτώχευση, εάν εκκρεμεί η διάθεση προϊόντος διάθεσης μέρους του ενεργητικού της επιχείρησης στους πιστωτές, ο ειδικός διαχειριστής διατηρεί τον έλεγχο του ανωτέρω υπολοίπου και την ευθύνη διανομής του στους δικαιούχους σύμφωνα με το άρθρο 18 του παρόντος και η διανομή αυτή δεν υπόκειται σε πτωχευτική ανάκληση.

Αρθρο 18

Διενέργεια ειδικής διαχείρισης – διανομή προς πιστωτές

1. Ο ειδικός διαχειριστής, το συντομότερο μετά τη μεταβίβαση του ενεργητικού της επιχείρησης υποχρεούται να δημοσιοποιήσει πρόσκληση αναγγελίας απαιτήσεων των πιστωτών. Οι πιστωτές αναγγέλλουν τις απαιτήσεις τους μέσα σε προθεσμία ενός μηνός.

2. Στη συνέχεια ο ειδικός διαχειριστής, αφού αφαιρέσει από το προϊόν της ειδικής διαχείρισης τα έξοδα της διαδικασίας και αποδώσει τα αντίστοιχα ποσά συμμέτρως προς τους δικαιούχους, επαληθεύει τις απαιτήσεις με βάση τα στοιχεία της επιχείρησης σύμφωνα με την απλοποιημένη διαδικασία του άρθρου 163 του Πτωχευτικού Κώδικα ανεξαρτήτως ποσού απαίτησης, και συντάσσει, για το απομένον υπόλοιπο, πίνακα κατάταξης κατά τις διατάξεις των άρθρων 153-161 του Πτωχευτικού Κώδικα εφαρμοζομένων αναλόγως.

3. Κατ’ εξαίρεση των διατάξεων του άρθρου 975 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και του δευτέρου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 61 ν.δ. 356/1974, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 33 του ν. 4141/2013, οι απαιτήσεις των φορέων κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθώς και οι ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του δημοσίου από φόρο προστιθέμενης αξίας, με τις πάσης φύσης προσαυξήσεις, ικανοποιούνται όπως προβλέπεται στο άρθρο 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Κεφάλαιο Πέμπτο

Αρθρο 19

Λοιπές φορολογικές διατάξεις

Στο άρθρο 27 του ν. 4172/2013 προστίθεται παράγραφος 3 και οι υπάρχουσες παράγραφοι 3 και 4 αναριθμούνται ως παράγραφοι 4 και 5 ως εξής:

«3. Η χρεωστική διαφορά (οριστική ζημία) λόγω πιστωτικού κινδύνου η οποία προκύπτει για τους πιστωτές από τη διαγραφή χρεών οφειλετών τους κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 του νόμου με τίτλο “Μέτρα κ.λπ.”, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά σε […δέκα…] ισόποσες ετήσιες δόσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση στην οποία πραγματοποιήθηκε η διαγραφή. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, ως χρεωστική διαφορά λαμβάνεται η διαφορά από την [ονομαστική] αξία του κεφαλαίου και των εγγεγραμμένων τόκων της [αρχικής] απαίτησης του πιστωτή, η οποία καταχωρείται σε χρέωση των αποτελεσμάτων της χρήσης στην οποία προκύπτει. Σε περίπτωση που ο πιστωτής έχει σχηματίσει και εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδά του, για το χρέος που διαγράφεται, πρόσθετη ειδική πρόβλεψη κατά τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 26 του ν. 4172/2013, η πρόβλεψη αντιλογίζεται σε πίστωση των αποτελεσμάτων του φορολογικού έτους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η διαγραφή και αποτελεί για τον πιστωτή φορολογητέο κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα.

Αρθρο 20

Λοιπές διατάξεις

1. Με κοινή απόφαση των υπουργών Ανάπτυξης, Οικονομικών και Εργασίας συστήνεται επιτροπή με αρμοδιότητες την παρακολούθηση της εφαρμογής των μέτρων του παρόντος νόμου, το συντονισμό και υποστήριξη των συμμετεχόντων φορέων και αρχών, τη συλλογή και επεξεργασία στατιστικών και άλλων στοιχείων ως προς την εφαρμογή τους και τις οικονομικές και άλλες επιπτώσεις, την υποβολή εισηγήσεων και προτάσεων προς την Τράπεζα της Ελλάδος και άλλα εποπτικά όργανα καθώς και προς τον υπουργό Ανάπτυξης. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζεται επίσης κάθε ειδικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία της επιτροπής αυτής.

2. Η διαγραφή ή και ρύθμιση υπολοίπου δανείου, το οποίο τελεί υπό την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου, που συντελείται εντός του πλαισίου της διαδικασίας των άρθρων 2 ή 3 έως και 7 του παρόντος νόμου δεν νοείται ως μεταβολή των όρων της δανειακής συμφωνίας και δεν επηρεάζει την ισχύ της παρασχεθείσας εγγύησης από το ελληνικό δημόσιο.

3. Τα άρθρα 479 ΑΚ και 13 παρ. 1 του ν. 2238/1994 δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις εταιρειών που μίσθωσαν ακίνητα, προμηθεύτηκαν ή μίσθωσαν μηχανήματα, έως την 30ή/6/2014, από άλλες επιχειρήσεις, οι οποίες είχαν διακόψει τη λειτουργία τους, για οποιαδήποτε επαγγελματική χρήση, εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α. ο μισθωτής δεν έχει ως μετόχους τους μετόχους του εκμισθωτή ή συγγενείς του με βαθμό συγγένειας α’ βαθμού,

β. δεν μεταβιβάστηκε με σύμβαση στον μισθωτή η επιχείρηση του εκμισθωτή ή μετοχές αυτής και γ. δεν συμμετέχει στο Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας του μισθωτή κανένα φυσικό πρόσωπο από τα συμμετέχοντα στο Διοικητικό Συμβούλιο της εκμισθώτριας εταιρείας.

ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΖΗΣΙΜΟΥ[email protected]