Η αναστήλωση της δωρικής στοάς, μήκους 34 μ., που βρέθηκε στη δυτική πλευρά της Αγοράς στην Αρχαία Μεσσήνη, έρχεται να ολοκληρώσει το αναστηλωτικό πρόγραμμα το οποίο – τα τελευταία χρόνια – είναι σε εξέλιξη στον περίφημο αρχαιολογικό χώρο της περιοχής.
Μαζί της θα «σηκωθεί» και το περιστύλιο με τους αρράβδωτους κίονες, που αντιστοιχεί σε αρχαίο σφαγείο, το οποίο αποτελούσε ένα από τα καταστήματα αυτής της πλευράς της αγοράς. Η υλοποίηση των παραπάνω, μετά και τη θετική γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ), έχει ήδη ξεκινήσει.
Η Μεσσήνη ήταν μια αρχαία πόλη της Μεσσηνίας, στο νοτιοδυτικό τμήμα της Πελοποννήσου. Βρίσκεται δίπλα στο σημερινό χωριό Μαυρομμάτι. Η πόλη ιδρύθηκε τον χειμώνα του 370 π.Χ. – 369 π.Χ. από τον Θηβαίο στρατηγό Επαμεινώνδα, μετά τη νίκη του επί των Σπαρτιατών στη μάχη των Λεύκτρων και την εισβολή του στη Λακωνία.
Ο Επαμεινώνδας απελευθέρωσε τη Μεσσηνία από τη σπαρτιατική επιρροή και επέλεξε τους πρόποδες του όρους Ιθώμη για να χτίσει την πρωτεύουσα των ελεύθερων Μεσσηνίων. Χτίστηκε σχεδόν ταυτόχρονα με την αρκαδική Μεγαλόπολη, ώστε να αποκλειστεί η Σπάρτη από εχθρικά κράτη και να εκλείψει η επιρροή της έξω από τη Λακωνική.
Ο περιηγητής Παυσανίας έχει διασώσει τις περισσότερες πληροφορίες για την ίδρυση της πόλης. Κήρυκες σταλμένοι από τους Θηβαίους έφτασαν στην Ιταλία, τη Σικελία, τη Λιβυκή πόλη Ευεσπερίδες και όπου αλλού ζούσαν φυγάδες Μεσσήνιοι, και τους κάλεσαν να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Είναι προφανές ότι οι απελευθερωμένοι είλωτες και περίοικοι της Μεσσηνίας θα συμμετείχαν κι αυτοί αλλά το ζωτικότερο στοιχείο της ξενιτιάς θεωρήθηκε απαραίτητο και, ευτυχώς για τα σχέδια του Επαμεινώνδα, ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα.
Η επιλογή της θέσης της πόλης έγινε μετά από υποτιθέμενη σχετική θαυματουργή αποκάλυψη της διαθήκης του Μεσσήνιου ήρωα Αριστομένη με τη βοήθεια ιερέων και μάντεων. Η πόλη ονομάστηκε από τη μυθική βασίλισσα Μεσσήνη, κόρη του βασιλιά του Άργους Τριόπα. Έτσι ξεκίνησε το χτίσιμο του τείχους, μετά από θυσίες των συμμάχων προς τους τοπικούς θεούς και ήρωες, και υπό τη συνοδεία βοιωτικών και αργείτικων αυλών (αν και ο Παυσανίας δεν θεωρεί πως εκείνο το τείχος ήταν αυτό που είδε ο ίδιος).
Η πόλη παρέμεινε το πολιτιστικό κέντρο της Μεσσηνίας μέχρι το 395, όταν η επιδρομή των Γότθων του Αλάριχου υποτίθεται πως της έδωσε το αποφασιστικό πλήγμα. Τότε οι λιγοστοί πια κάτοικοί της άρχισαν να εγκαθίστανται σε ασφαλέστερους οικισμούς και η θέση να ερημώνεται.
naftemporiki.gr