Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]
Η Σεμίνα Διγενή βλέπει το επιτυχημένο, ευρηματικό «Κίτρινο Υποβρύχιό» της -που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη- να οδεύει στην πέμπτη έκδοσή του, ενώ γράφει ήδη το δεύτερο βιβλίο της.
Η χαρισματική δημοσιογράφος, που έλαμψε τη χρυσή εποχή της ελληνικής τηλεόρασης με την πολυδιάστατη και πολυβραβευμένη πορεία της, διατηρεί τη λάμψη της και, αφήνοντας πίσω την πρόσφατη μεγάλη της νίκη στις ευρωεκλογές, μετέχει και στις εθνικές εκλογές, με έδρα της το μεγάλο λιμάνι της χώρας, τον Πειραιά.
Το «Κίτρινο Υποβρύχιο», πάει για πέμπτη έκδοση, έγινε best seller. Τι σας οδήγησε στη συγγραφή του;
«Μ’ έπνιγαν, πλέον, οι ιστορίες μέσα μου… Έπρεπε να βγουν από το μυαλό και την καρδιά και να γραφτούν, να ζωντανέψουν. Τώρα όμως, νιώθω πως υπάρχουν άλλα τόσα, που βιάζονται να βγουν κι αυτά στην επιφάνεια. Το δεύτερο βιβλίο βρίσκεται ήδη στη μέση».
Θα θέλατε να επιλέξετε και να μοιραστείτε μαζί μας, ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο;
«Τη γέφυρα της Λιοσίων την έβλεπα συνήθως βράδυ. Υπο-φωτισμένη και έρημη, ασπρόμαυρη, σαν να είχε μεριμνήσει ο Παζολίνι για τις φωτοσκιάσεις.
Οι πικροδάφνες μού φαινόταν πως μύριζαν έντονα. Αν ξύσεις λίγο το κύτταρο, θα μυρίσουν πάλι οι πικροδάφνες και θα ’ρθει εκείνη η αλμυρή γεύση στο στόμα.
Τα δάκρυα. Παιδικό, μάταιο κλάμα, που κανείς δεν αξιολογεί σαν κάτι σημαντικό, σαν κάτι που πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη. Αραιά και πού μέσα στον χρόνο, οι χωρισμένοι –χωρίς διαζύγιο– γονείς ανταλλάσσουν πάνω στη γέφυρα το παιδί-δέμα. Κατά την παραλαβή και την επιστροφή του “δέματος”, προηγούνται γονεϊκές υποσχέσεις του τύπου “μην κλαις, δε θα μείνεις πολύ εκεί, θα σε ξαναπάρω σύντομα” και “την άλλη φορά που θα ’ρθω, θα σου φέρω κι εκείνη την κούκλα”.
Σύντομες σκηνές, συνήθως χωρίς λόγια, πάνω στη γέφυρα της Λιοσίων. Ασπρόμαυρα χειμωνιάτικα απογεύματα του ’63, πάντα γύρω στις 04:20. Δύο όμορφοι τριαντάρηδες, σαν σταρ του σινεμά, κι ένα πεντάχρονο κοριτσάκι με άσπρο φιόγκο στα μαλλιά, χαμένο ανάμεσά τους. Ανίκανο να αποκρυπτογραφήσει το χάσμα μεταξύ τους −και χρόνια μετά, να μην παραδέχεται ότι οι γέφυρες φτιάχτηκαν για να ενώνουν κι όχι για να χωρίζουν· αυτό έζησε, αυτό πίστεψε: Μια σιδερένια διαδρομή, με τους ήχους των τρένων υπόκρουση στο κλάμα και στο σπαρακτικό, παρατεταμένο κάλεσμα: “Μαμά, έλα κι εσύ μαζί”.
Μισόν αιώνα μετά, μπορεί οι εφιάλτες να ξεθωριάζουν, οι δράκοι να ημερεύουν, το χρώμα να επανέρχεται σε κάποιες εικόνες, αλλά οι λεπτομέρειες της κάθε σκηνής είναι εκεί, βιδωμένες στο κύτταρο, ολοζώντανες.
Αν μου έλεγαν σήμερα: “Βάλε λεζάντα σε εκείνα τ’ ασπρόμαυρα πλάνα”, θα ’γραφα: “Δυο ερωτευμένα παιδιά παίζουν πόλεμο. Συναγωνίζονται ποιο θα πονέσει περισσότερο το άλλο. Με κάθε τρόπο”. Μόνο που το μικρό –αβάφτιστο ακόμη, στα πέντε του– κοριτσάκι, βλέπει μέχρι σήμερα στον ύπνο του, ατέλειωτο περπάτημα σε γέφυρες, που δεν ενώνουν τίποτε».
Στις ευρωεκλογές, 37.000 πολίτες σας ανέδειξαν δεύτερη στο ψηφοδέλτιο του ΚΚΕ. Μιλήστε μας για την απόφασή σας να παραιτηθείτε και να κατέβετε στις εθνικές εκλογές ως υποψήφια βουλευτής με το ΚΚΕ στην Α΄ Πειραιά.
«Ευχαρίστησα όλον αυτόν το κόσμο που με τίμησε και μπήκα χωρίς δεύτερη σκέψη, την ίδια στιγμή, στη μάχη των κρίσιμων εθνικών εκλογών, εκεί που ο αγώνας ήταν σκληρότερος. Όλοι είμαστε στην πρώτη γραμμή, δίπλα στον λαό κι απέναντι σ’ όσους λεηλάτησαν και κατέστρεψαν τη χώρα».
Γιατί στον Πειραιά;
«Γιατί εκεί είναι δύσκολα τα πράγματα και πρέπει επειγόντως ν’ αλλάξουν. Ο λαός του Πειραιά έχει πληγεί από την καπιταλιστική “ανάπτυξη”! Κι αν κάποιοι κλάδοι έχουν τεράστια κερδοφορία, στους τόπους δουλειάς επικρατεί εργασιακός μεσαίωνας, ανυπαρξία συλλογικών συμβάσεων, εργοδοτική τρομοκρατία και, βεβαίως, παντού στην πόλη, έργα βιτρίνας, αλλά ανύπαρκτο κοινωνικό κράτος, τεράστιες ελλείψεις σε υγεία, παιδεία, πολιτισμό».
Γιατί με το ΚΚΕ;
«Γιατί μ’ εμπνέει! Το εμπιστεύομαι γιατί δεν μου είπε ψέματα ποτέ, το σέβομαι γιατί σέβεται τον άνθρωπο, το αγαπώ γιατί -από την εφηβεία μου- μ’ έμαθε να αγωνίζομαι και να κάνω όνειρα για έναν δίκαιο κόσμο. Είναι τιμή μου να βρίσκομαι στις τάξεις του».
Κάτι που σας φτιάχνει τη διάθεση;
«Το να βλέπω ανθρώπους με όνειρα, μαχητικότητα, οράματα, στόχους».
Κάτι που σας τη χαλά;
«Έχω θυμώσει πολύ διαπιστώνοντας στον Πειραιά, το πώς υλοποιείται η “ανάπτυξη”, πάνω στα διαλυμένα από το κεφάλαιο, εργατικά και λαϊκά δικαιώματα. Σκεφτείτε πως τη λέξη “δικαίωμα”, φρόντισαν να την εξαφανίσουν από το λεξιλόγιό τους, αντικαθιστώντας την με τη λέξη “ευκαιρία”. Πίσω, λοιπόν, από την πειραιώτικη βιτρίνα των πολυτελών εγκαταστάσεων και των εντυπωσιακών κρουαζιερόπλοιων, οι Πειραιώτες ζουν τη δική τους -συχνά εφιαλτική- καθημερινότητα, με προβληματικές έως ανύπαρκτες συγκοινωνίες, έρμαια -επί χρόνια!- στις πλημμύρες, με πολλά σκουπίδια παντού, χωρίς κανόνες υγιεινής κι ασφάλειας στους τόπους δουλειάς -γι’ αυτό και τόσα πολλά εργατικά ατυχήματα, απομονωμένοι από χώρους πράσινου, αναψυχής, πολιτισμού και άθλησης, που είτε δεν υπάρχουν είτε είναι εμπορευματοποιημένοι. Είδα πως ο τρίτος δήμος της χώρας έχει μόνο τρεις βρεφικούς σταθμούς, με βρέφη και νήπια που στοιβάζονται ή… περισσεύουν! Πίσω από την πολυδιαφημισμένη πρόοδο της πόλης, υπάρχει κόλαση, που δεν πρόκειται ν’ αλλάξει όσο την υπομένει ο κόσμος στωικά ή πιστεύει σε παραμύθια πολιτικών σωτήρων, επιτρέποντας, έτσι, στους εκμεταλλευτές να οργιάζουν».
Αγαπημένοι προορισμοί;
«Πειραιάς, Χανιά, Θεσσαλονίκη, Άμστερνταμ, Όσλο, Φλωρεντία, Λεμεσός, Μέμφις».
Μια αγωνία σας;
«Δεν θέλω να παραμυθιαζόμαστε. Φοβάμαι το να μη σκεφτόμαστε, να μην αξιολογούμε καταστάσεις και συμπεριφορές ανθρώπων».
Μια ευχή σας;
«Να ξημερώσει μια καλύτερη 8η Ιουλίου, έχοντας κάνει όλοι μας το σωστό για τις ζωές μας και τις ζωές των παιδιών μας. Χωρίς κανέναν συμβιβασμό με την αδικία και την αθλιότητα!».