Από την έντυπη έκδοση
Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]
Φρενάρει την ένταση στην οργανική ανάπτυξη των δικτύων της η οργανωμένη λιανική τροφίμων, με τις στρατηγικές των εταιρειών του κλάδου να επικεντρώνονται πλέον στη βελτιστοποίηση των αποδόσεων των υφιστάμενων καταστημάτων.
Εξάλλου, πέρυσι που καταγράφηκε για πρώτη φορά, ύστερα από μια τετραετία, μια ιδιαιτέρως έντονη κινητικότητα στην αγορά, μέσω της λειτουργίας συνολικά 436 νέων σημείων πώλησης τροφίμων, ο κλάδος έγραψε απώλειες εσόδων της τάξεως των 300 εκατ. ευρώ.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του census 2014, της μελέτης για τα δίκτυα πωλήσεων που πραγματοποιεί κάθε χρόνο η IRI, την περσινή χρονιά σε όλη την επικράτεια λειτούργησαν 42.625 καταστήματα, αυξημένα κατά 561 νέα σημεία έναντι του 2013 – συμπεριλαμβανομένων και των φαρμακείων.
Ειδικότερα, τα καταστήματα τροφίμων (σούπερ μάρκετ, μπακάλικα, discount stores κ.τ.λ.) ενισχύθηκαν πέρυσι με 246 νέα αριθμώντας 12.993 σημεία, αντίστοιχα τα Cash&Carry αυξήθηκαν κατά δέκα καταστήματα αριθμώντας πλέον 115 σημεία πανελλαδικά. Τα επονομαζόμενα convenience stores (γειτονικού τύπου καταστήματα με διευρυμένο ωράριο λειτουργίας) αυξήθηκαν κατά 61 καταστήματα στα 8.452, ενώ σημαντική διεύρυνση παρατηρήθηκε και στα tobacco stores, τα οποία με τη δημιουργία 119 νέων σημείων ανήλθαν στα 11.557.
Επίσης, περί τα 125 νέα φαρμακεία ξεκίνησαν λειτουργία το 2014 αυξάνοντας το συνολικό αριθμό της κατηγορίας στα 9.508. Σημειώνεται ότι την περσινή χρονιά άρθηκε ο γεωγραφικός περιορισμός στα φαρμακεία, γεγονός που «πριμοδότησε» τη δημιουργία νέων σημείων.
Αξίζει να επισημανθεί όμως ότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της IRI, η αύξηση της παρουσίας των καταστημάτων τροφίμων δεν σηματοδότησε και ενίσχυση των εσόδων της αγοράς. Αντίθετα, οι τζίροι των σούπερ/hyper μάρκετ, discount stores και μικρότερων σημείων υποχώρησαν, εμφανίζοντας απώλειες της τάξεως των 281 εκατ. ευρώ, κλείνοντας στα 9,2 δισ. ευρώ το 2014.
Διάψευση προσδοκιών
Οπως επισημαίνουν στη «Ν» στελέχη του κλάδου, «το 2014 ήταν μια καλύτερη χρονιά και από τους πρώτους μήνες επικράτησαν σημάδια ανάκαμψης στην αγορά. Εως και τον Σεπτέμβριο το κλίμα σε επίπεδο κατανάλωσης ήταν εμφανώς βελτιωμένο, με την αγορά να αναμένει θετικό κλείσιμο στη χρονιά.
Το γεγονός έδωσε νέα ώθηση στα σχέδια για επέκταση δικτύου, αναθερμαίνοντας τον “πόλεμο σημείων” τουλάχιστον για τους ισχυρούς παίκτες, ενώ προκάλεσε και αισιοδοξία στους μικρούς, που μετρούσαν αντοχές, ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν. Είναι ενδεικτικό πως είναι η πρώτη φορά από το 2010 και έπειτα που καταγράφεται αυξητική τάση στον αριθμό νέων καταστημάτων».
Ωστόσο, το τελευταίο τρίμηνο η κατάσταση αντιστράφηκε με την επιβολή του ΕΝΦΙΑ και την προκήρυξη εκλογών να ανατρέπουν τελείως το σκηνικό, κλονίζοντας την ψυχολογία των καταναλωτών και τις πωλήσεις να κάνουν «βουτιά».
Το αποτέλεσμα ήταν η χρονιά να κλείσει αρνητικά για τον κλάδο της οργανωμένης λιανικής τροφίμων. Ακόμα και με τα νέα καταστήματα η απώλεια στους τζίρους για τα σούπερ μάρκετ μόνο κυμάνθηκε στα 300 εκατ. ευρώ.
Ως εκ τούτου, πλέον οι σχεδιασμοί που αφορούν την οργανική ανάπτυξη των μεγάλων αλυσίδων αλλάζουν -όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν παράγοντες της αγοράς- «κάθε Δευτέρα πρωί», ενώ και οι μικρομεσαίοι παίκτες διατηρούν -αναγκαστικά- ακόμα πιο συντηρητική στάση.
Capital controls
Και αυτό γιατί πέρα από τη συνεχώς μειούμενη πορεία της κατανάλωσης, το καθεστώς των capital controls σε συνδυασμό με το μεταβατικό διάστημα μέχρι την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών «παγώνει» τους όποιους σχεδιασμούς συγχωνεύσεων/εξαγορών/δημιουργίας νέων σημείων.
Παράλληλα, όπως αναφέρουν μιλώντας στη «Ν» αναλυτές της αγοράς, «στην επικράτεια δραστηριοποιείται ένας συγκριτικά μεγάλος αριθμός καταστημάτων σε σχέση με το σύνολο του πληθυσμού, που έχει ως αποτέλεσμα μια ιδιαιτέρως χαμηλή απόδοση τζίρου ανά τ.μ. στα καταστήματα. Ενδεικτική είναι η πορεία του 2014, όταν οι αποδόσεις στους τζίρους από τα νέα σημεία ήταν κάτω των προσδοκιών.
Το γεγονός αυτό δεν έχει περάσει απαρατήρητο από τους λιανέμπορους, οι οποίοι στρέφονται στη βελτιστοποίηση της λειτουργικότητας και της αποδοτικότητας του υφιστάμενου δικτύου τους προκειμένου να θωρακίσουν την παρουσία τους.