Από την έντυπη έκδοση
Της Σοφίας Εμμανουήλ
[email protected]
Την αγορά φυσικών καλλυντικών στο κανάλι ευρείας διανομής, τα super market και τα καταστήματα καλλυντικών επιχειρεί να ανοίξει η L’Oreal στην Ελλάδα με «όχημα» την Garnier. Η τελευταία, με μερίδιο που οριοθετείται ήδη γύρω στο 11%-12%, επενδύει σε νέα προϊόντα, πιστοποιημένα ως 100% βιολογικά, όπως η σειρά Garnier Bio, που τοποθετείται στα ράφια των ελληνικών καταστημάτων.
Για την ανάπτυξη της νέας οικογένειας προϊόντων χρησιμοποιούνται 21 πρώτες ύλες επιλεγμένων καλλιεργειών, από το λεμονόχορτο της Σρι Λάνκα και το αργκάν του Μαρόκου, μέχρι το θυμάρι και το ανθόνερο της Γαλλίας, ενώ στόχος είναι να μπει στον χάρτη των προμηθευτών και η Ελλάδα.
Ο όμιλος
Με επενδύσεις 914 εκατ. ευρώ σε έρευνα και καινοτομία (ήτοι 3,4% του κύκλου εργασιών του) και 21 ερευνητικά κέντρα σε όλο τον κόσμο επιχειρεί να κεφαλαιοποιήσει την τεχνογνωσία του ο γαλλικός όμιλος, ο οποίος τα τελευταία χρόνια διερεύνησε δυνατότητες διείσδυσης στην αγορά βιολογικών καλλυντικών μέσω εξαγορών και αναδιάρθρωσης χαρτοφυλακίου.
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται π.χ. η προσπάθεια αναδιάρθρωσης της αλυσίδας Body Shop, η οποία τελικά πουλήθηκε το 2017 στη Natura, οι συζητήσεις με την ελληνική Apivita, η οποία περιήλθε την ίδια χρονιά στον ισπανικό όμιλο Puig, αλλά και πιο πρόσφατα η απόκτηση της γερμανικής Logocos Naturkosmetik AG και η ανάπτυξη του σήματος La Provencale Bio στη Γαλλία.
Ενίσχυση θέσης
Με τη στρατηγική της η L’Oreal ενδυναμώνει τη θέση της στη βιομηχανία βιολογικών καλλυντικών διεθνώς, επικοινωνεί πιο αποτελεσματικά τις δεσμεύσεις της στο πλαίσιο της βιώσιμης ανάπτυξης και ειδικότερα στην Ελλάδα ανοίγει την αγορά στο κανάλι της ευρείας διανομής, αφού μέχρι σήμερα τέτοιου τύπου καλλυντικά είναι κυρίως διαθέσιμα στο κανάλι του φαρμακείου.
Έτσι, αν και απολαμβάνει ηγετικά μερίδια στην ελληνική αγορά -με ισχυρό portfolio brands, παρουσία σε όλα τα κανάλια διανομής και κύκλο εργασιών κοντά στα 150 εκατ. ευρώ-, θέτει τις προϋποθέσεις για περαιτέρω ενίσχυση της θέσης της σε μια αγορά που προσεγγίζει το μισό δισ. ευρώ σε τιμές λιανικής (καλλυντικά και είδη προσωπικής περιποίησης) και με ισχυρά περιθώρια ανάπτυξης της κατηγορίας φυσικών και βιολογικών καλλυντικών – στο σύνολο της ελληνικής βιομηχανίας καλλυντικών το μερίδιο των βιολογικών καλλυντικών κυμαίνεται κατά τις εκτιμήσεις γύρω στο 1,5%, όταν σε άλλες χώρες αποτελεί διψήφιο ποσοστό.