Skip to main content

ΔΕΗ – Κωτσόβολος: Αλλαγή τάσης στην αγορά ηλεκτρονικών ειδών

Στην πρίζα της ΔΕΗ το δίκτυο καταστημάτων της Κωτσόβολος - Τι αλλαγές φέρνει το deal στην αγορά

Ο «νέος εξηλεκτρισμός» αλλάζει την αγορά των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών, καθώς και των παρόχων ενέργειας.

Στελέχη του χώρου τονίζουν στη «Ν» ότι μετά και την επίσημη ανακοίνωση της τελικής συμφωνίας για την εξαγορά της Κωτσόβολος από τη ΔΕΗ, ύψους 200 εκατ. ευρώ, τώρα ξεκινάει η μάχη για την επόμενη μέρα της συμφωνίας, που αφορά τόσο τους άμεσα εμπλεκόμενους στο deal, ΔΕΗ-Kωτσόβολος, όσο και τον υπόλοιπο ανταγωνισμό, λιανέμπορους αλλά και ενεργειακούς παρόχους και φυσικά τους καταναλωτές.

Όσο για τη ΔΕΗ, κάνει ένα ακόμα μεγάλο βήμα για τον μετασχηματισμό της σε leader της καθαρής ενέργειας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και παράλληλα σε ολοκληρωμένο πάροχο ενεργειακών υπηρεσιών με πελατοκεντρικό χαρακτήρα.

Και τούτο διότι πριν προλάβει να στεγνώσει το μελάνι από την οριστικοποίηση της μεγάλης συμφωνίας ύψους 1,2 δισ. ευρώ για την εξαγορά της Enel Romania (που εξυπηρετεί τον πρώτο στόχο), αποκτά το δίκτυο της Κωτσόβολος που προωθεί τον δεύτερο στόχο.

Πρόκειται για μια συμφωνία στρατηγικού χαρακτήρα, στη λογική της απόκτησης ενός φυσικού και ηλεκτρονικού δικτύου πωλήσεων, με μια από τις πιο αναγνωρίσιμες επωνυμίες, με μεγάλες δυνατότητες ανάπτυξης σταυροειδών πωλήσεων, στο μοντέλο της εξαγοράς του δικτύου της Γερμανός από τον ΟΤΕ.

Τι αλλάζει στο retail

Η λιανική του κλάδου ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών έχει πολλές ιδιαιτερότητες, δυσκολίες αναφορικά με τα περιθώρια κέρδους και τη χρηματοδότηση, αλλά πλέον και ενδιαφέρουσες προκλήσειςευκαιρίες που προκύπτουν από τις συνέργειες στο μεταβαλλόμενο περιβάλλον της λιανικής των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών και της ενέργειας, οι οποίες τώρα αναδεικνύονται, ενώ εκείνος που θα πάρει έγκαιρα την κατάλληλη θέση θα μπορέσει να ηγηθεί στην αγορά.

Η εδραίωση της ισχύος που προκύπτει από την εξαγορά της Κωτσόβολος που ηγείται στον χώρο της από τη ΔΕΗ, που επίσης έχει ισχυρό προβάδισμα στον δικό της χώρο, ανατρέπει τις μέχρι τώρα ισχύουσες ισορροπίες μεταξύ των retailers του χώρου, αλλά και των παρόχων ενέργειας.

Αυτοί από τη μια πλευρά θα επιδιώξουν να υπενθυμίσουν την παρουσία τους στην αγορά μέσω στοχευμένης εμπορικής πολιτικής, αξιοποιώντας το διάστημα της προσαρμογής της Κωτσόβολος στο νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς και της ΔΕΗ στο νέο λιανικό της προφίλ, από την άλλη όμως θα πρέπει να προετοιμάσουν και τη δική τους επόμενη μέρα, όταν οι δύο ισχυροί παίκτες θα έχουν βρει τα κοινά τους πατήματα.

Μεγάλα πλεονεκτήματα

Ειδικότερα, ο κλάδος των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών εισέρχεται σε μια νέα εποχή στην οποία:

  • ενέργεια, υπηρεσίες ενέργειας, ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά προϊόντα και σχετικές υπηρεσίες πέριξ αυτών μπορούν να αποτελέσουν ενιαίο τρίπτυχο κάτω από την ομπρέλα ενός ομίλου.
  • πλέον στην γκάμα των προσφερόμενων προϊόντων εντάσσονται και τα ενεργειακά είδη, όπως φωτοβολταϊκά, αντλίες θερμότητας, ιδιωτικοί φορτιστές για την ηλεκτροκίνηση, καθώς και οι αντίστοιχες υπηρεσίες του έξυπνου σπιτιού, οι έξυπνοι ηλεκτρικοί πίνακες και οι υπηρεσίες για την ηλεκτροκίνηση.
  • από την πλευρά των καταναλωτών δημιουργείται ένα νέο σημείο αναφοράς δύο ισχυρών και καθολικά αναγνωρίσιμων επωνυμιών, της Κωτσόβολος και της ΔΕΗ, για την αγορά προϊόντων, ενεργειακών υπηρεσιών και υποστήριξης.
    Η ΔΕΗ -πέραν του δικού της δικτύουαποκτά παρουσία σε 95 σημεία σε όλη την Ελλάδα, όσα είναι και τα καταστήματα της Κωτσόβολος, και η πλήρως ενημερωμένη πελατειακή βάση των δύο πλευρών συγκροτεί ένα σύνολο σημαντικής υπεραξίας, με υψηλή πιστότητα και με βάθος χρόνου.
    Όλα αυτά βέβαια σε ένα ευμετάβλητο οικονομικό περιβάλλον, λόγω των διεθνών εξελίξεων αλλά και των ιδιαιτεροτήτων της εγχώριας οικονομίας, καθώς και της οικονομικών δυσκολιών των καταναλωτών, που δυσκολεύουν την αξιοποίηση των ευκαιριών που φέρνει η ενεργειακή μετάβαση.

Για την οικονομική χρήση 1.5.2022 – 29.4.2023, η Κωτσόβολος είχε κύκλο εργασιών 733 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 12% σε σχέση με την προηγούμενη χρήση, το EBITDA διαμορφώθηκε σε 49 εκατ. ευρώ (στη βάση του IFRS 16) και ο τραπεζικός δανεισμός ήταν σχεδόν μηδενικός.

Η εταιρεία διαθέτει 95 καταστήματα, σε Ελλάδα και Κύπρο, εκ των οποίων τα 27 megastores. Επιπλέον διαθέτει ένα ολοκληρωμένο, πανελλαδικό δίκτυο εφοδιαστικής αλυσίδας με δικές της αποθήκες, ιδιόκτητο στόλο οχημάτων και ένα μεγάλο δίκτυο συνεργατών για εγκαταστάσεις των συσκευών, και πολυκαναλικό (omnichannel) δίκτυο πωλήσεων που, εκτός από τα φυσικά καταστήματα, περιλαμβάνει call center και e-shop.

Εντατικές επενδύσεις

Το οικονομικό έτος 2022-2023 η Κωτσόβολος ενίσχυσε για μία ακόμα χρονιά τα μερίδιά της στην ελληνική και την κυπριακή αγορά, συνεχίζοντας εντατικά τις επενδύσεις της, όσον αφορά το δίκτυο καταστημάτων της.

Συγκεκριμένα, άνοιξε 3 νέα καταστήματα στην Ελλάδα και ένα ακόμα στην Κύπρο -το τρίτο κατά σειρά-, ενώ ολοκλήρωσε μία σειρά σημαντικών αναβαθμίσεων, τόσο σε υποδομές όσο και σε λειτουργικά συστήματα εξυπηρέτησης, δίνοντας στους πελάτες της πρωτοποριακές λύσεις, μέσα από ένα ισχυρό omnichannel λειτουργικό μοντέλο.

Παράλληλα, ενίσχυσε την εφοδιαστική της αλυσίδα με επενδύσεις σε ρομποτικούς αυτοματισμούς τελευταίας τεχνολογίας, ενώ ολοκλήρωσε μία σειρά μεγάλων έργων ψηφιακού μετασχηματισμού. Επίσης, ετοιμάζει την κατασκευή και λειτουργία ενός νέου κέντρου διανομής συνολικής έκτασης άνω των 50.000 τ.μ. στο Θριάσιο Πεδίο, σε μια έκταση 120 στρεμμάτων.

H Κωτσόβολος έχει ήδη επεκτείνει την γκάμα των παρεχόμενων προϊόντων και υπηρεσιών της στον τομέα της ενέργειας, μέσω της ανάληψης έργων (μελέτη – εγκατάσταση – υποστήριξη) στο πλαίσιο του προγράμματος «Φωτοβολταϊκά στη Στέγη». Επίσης, καταστήματα της Κωτσόβολος είχαν συμπεριληφθεί στο δίκτυο ηλεκτροκίνησης της ΔΕΗ, το ΔΕΗ Blue.

Να σημειωθεί ότι ο τζίρος της αγοράς των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών κατά το α’ εξάμηνο 2023, σύμφωνα με τα στοιχεία της GFK, ανήλθε στο 1,478 δισ. ευρώ, αυξημένος κατά 26,6% σε σύγκριση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, με τη στήριξη των κουπονιών επιδότησης. Για αυτό και η αύξηση των τεμαχίων υπολείπεται κατά πολύ, σημειώνοντας ρυθμό ανόδου μόλις κατά 6,4%.