Skip to main content

Ν. Τζανάκης: Καλό είναι τα σχολεία να ανοίξουν στις 17/1- Η χώρα μας υπολείπεται σε εμβολιαστική κάλυψη

«Καλό είναι τα σχολεία να ανοίξουν στις 17 Ιανουαρίου με πιο αυστηρά υγειονομικά πρωτόκολλα», δήλωσε σε συνέντευξή του, ο Διευθυντής Πνευμονολογικής κλινικής Νοσοκομείου Ηρακλείου, Νίκος Τζανάκης, υπογραμμίζοντας ότι «Με το που θα ανοίξουν τα σχολεία θα προκαλέσουμε νοσήσεις των παιδιών. Αν ανοίξουν, θα είναι τόσο μεγάλη η διάδοση που όποια πρωτόκολλα και να βάλουμε θα αναγκαστούμε να τα κλείσουμε». 

Μιλώντας στην ΕΡΤ, ο καθηγητής τόνισε ότι «Στη χώρα μας εξελίσσονται δύο πανδημικά κύματα. Το ένα αφορά την Δέλτα και το άλλο την Όμικρον. Οι αποφάσεις μας πρέπει να σχετιστούν με αυτό το γεγονός, το οποίο δεν υφίσταται σε άλλες χώρες», συμπληρώνοντας ότι «Η χώρα μας υπολείπεται σε εμβολιαστική κάλυψη σε ποσοστό 15- 20% σε σχέση με άλλες χώρες», 

Επομένως, επεσήμανε ότι οι δείκτες της πανδημίας θα είναι πιο επιδεινωμένοι.

Πρόσθεσε δε ότι, καλύτερο είναι να κάνουν υπομονή οι εκπαιδευτικοί έως ότου διασφαλιστεί καλύτερη εμβολιαστική κάλυψη των παιδιών πριν γυρίσουν στα σχολεία και να μην φέρνουν αντιρρήσεις ώστε να παραταθεί η χρονιά ή να εξοικονομηθούν η μία ή δύο εβδομάδες των διακοπών.

Εκτίμησε μάλιστα, ότι όταν το 20- 25 των μαθητών ανά τάξη νοσήσουν είναι βέβαιο ότι θα κλείσουν τα τμήματα. «Καλύτερα να μείνουν τώρα οι γονείς στα σπίτια, παίρνοντας μια άδεια ειδικού σκοπού, έχοντας τα παιδιά τους υγιή», δήλωσε χαρακτηριστικά ο καθηγητής. 

Η 17η Ιανουαρίου, είπε, είναι μια ημερομηνία που θα μας έχει δώσει στοιχεία σχετικά «με την επίδραση των γιορτών και θα έχουμε πανδημικούς δείκτες ώστε να αποφασίσουμε για την ασφαλή λειτουργία των σχολείων», ωστόσο, τόνισε ότι διαφαίνεται σαφής αυξητική τάση στον αριθμό των κρουσμάτων με την  κορύφωση μετά τις 20 Ιανουαρίου.

Όσον αφορά την πίεση στο ΕΣΥ, ανέφερε ότι «Έχει προεξοφληθεί μια πίεση λόγω Δέλτα και πάνω εκεί θα προστεθεί η όποια πίεση από την Όμικρον και να σκεφτούμε ότι προκαλεί βαριά νόσο σε μια κατηγορία πολιτών». 

«Αυτή την εβδομάδα είχαμε κατά μέσο όρο 28.000 κρούσματα. Συνεπώς το όποιο πλεονέκτημα από την υποτιθέμενη μειωμένη νοσηρότητα της Όμικρον εξουδετερώνεται από τον μεγάλο αριθμό των κρουσμάτων», πρόσθεσε ο κ. Τζανάκης.