Skip to main content

Ποιοι είναι αυτοί που διεκδικούν τα κορυφαία αξιώματα της Ε.Ε.

Η συμφωνία για τα κορυφαία αξιώματα της Ε.Ε. είναι όλο και πιο κοντά. Το μήνυμα το έστειλε ο ίδιος ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ ενόσω η Σύνοδος Κορυφής στις Βρυξέλλες βρισκόταν σε εξέλιξη. Νωρίτερα, πληροφορίες ήθελαν τη Γαλλία και τη Γερμανία να έχουν αν μη τι άλλο συμφωνήσει στα δύο ανώτατα αξιώματα, τα οποία θα αναλάβουν γυναίκες: η Γερμανίδα υπουργός Άμυνας Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στην προεδρία της Κομισιόν και η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.   

Τις αντιρρήσεις τους, κυρίως για την υποψηφιότητα της Γερμανίδας υπουργού Άμυνας Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, εξέφρασαν οι Πράσινοι και οι Σοσιαλιστές, χαρακτηρίζοντάς της «μη αποδεκτή».  

«Στην Ευρώπη αξίζει κάτι καλύτερο», έγραψε στο Twitter ο Σβεν Γκίγκολντ, των Πρασίνων, υπογραμμίζοντας, σύμφωνα με το Γερμανικό πρακτορείο, ότι η Γερμανίδα υπουργός δεν ήταν υποψήφια στις ευρωεκλογές, το οποίο οι πολιτικές ομάδες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θεωρούν αναγκαία προϋπόθεση για να αναλάβει την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Στο μεταξύ, ο Spitzenkadidat του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος Μάνφρεντ Βέμπερ απέσυρε την υποψηφιότητά του για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως ανέφερε ο εκπρόσωπός του στο Γερμανικό Πρακτορείο.

Από την Κυριακή, οπότε διεξάγονται οι μαραθώνιες διαβουλεύσεις για τα ύπατα αξιώματα της Ε.Ε., αρκετά είναι τα ονόματα τα οποία φέρονται να έχουν τεθεί επί τάπητος. Ποιοι είναι όμως εκείνοι οι οποίοι διεκδικούν τις κορυφαίες θέσεις της Ε.Ε.;

Μισέλ Μπαρνιέ

Γάλλος πολιτικός και αξιωματούχος της Ε.Ε., ο Μισέλ Μπαρνιέ είναι ο Ευρωπαίος επικεφαλής διαπραγματευτής για το Brexit από τον Δεκέμβριο του 2016. Γεννημένος σε γκολική οικογένεια, το 1951, ο Μπαρνιέ αποφοίτησε από την επιχειρηματική σχολή ESCP Europe, το 1972.

Προτού αναλάβει τη συγκεκριμένη θέση, ο Μπαρνιέ υπηρέτησε σε διάφορα υπουργεία της Γαλλίας – υπουργός Εξωτερικών από το 2004 έως το 2005, υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων από το 1995 έως το 1997 και υπουργός Περιβάλλοντος από το 1993 έως το 1995.

Υπήρξε επίσης Ευρωπαίος Επίτροπος Περιφερειακής Πολιτικής (1999-2004) και Ευρωπαίος Επίτροπος για την Εσωτερική Αγορά (2010-2014), ενώ διετέλεσε επίσης αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) από το 2010 έως το 2015.

Αν και επισήμως δεν ήταν υποψήφιος για την προεδρία της Κομισιόν, η «Monde» τον είχε χαρακτηρίσει πριν από τις ευρωεκλογές «ανεπίσημο υποψήφιο για την προεδρία της Κομισιόν» και σημείωνε ότι αν και δεν το δήλωσε δημόσια, ο Μπαρνιέ βρισκόταν ήδη σε εκστρατεία για την πιο υψηλόβαθμη θέση της Ε.Ε. Ο βασικός λόγος που, σύμφωνα με πολιτικούς αναλυτές, ο Μπαρνιέ δεν επιβεβαίωνε τις πληροφορίες που τον ήθελαν να διεκδικεί τη θέση του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ ήταν για να μην έρθει σε αντιπαράθεση με τον Μάνφρεντ Βέμπερ, φαβορί πριν από τις ευρωεκλογές για την προεδρία της Κομισιόν.

«Ο μόνος τρόπος για να εξασφαλίσουμε την κυριαρχία της Ευρώπης στον κόσμο είναι η συνοχή. Είναι σημαντικό να τεθούν φιλόδοξοι στόχοι για να δοθεί κατεύθυνση στη δράση της Ε.Ε.», είχε τονίσει πριν από τις ευρωεκλογές ο Μπαρνιέ.

Σύμφωνα με τον Μπαρνιέ, τέσσερα είναι τα βασικά στοιχεία αυτής της δρασης της Ε.Ε.: μια «πράσινη συμφωνία» για να καταστεί η Ευρωπαϊκή Ένωση ανεξάρτητη από τον άνθρακα μέχρι το 2050, ένα σύμφωνο για την ασφάλεια, μια κοινωνική και προοδευτική οικονομία για όλους και τέλος, μια ολοκληρωμένη μεταναστευτική πολιτική για την αντιμετώπιση των μελλοντικών ροών προσφύγων από τη Λιβύη ή τη Συρία. «Στο επίκεντρο της δράσης της Ε.Ε. ειναι τα κράτη-μέλη να επιδείξουν αλληλεγγύη με εκείνα τα μέλη που είναι στα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε. – «αυτό είναι το τίμημα του Σένγκεν και η απουσία εσωτερικών συνόρων», είχε υπογραμμίσει.

Φρανς Τίμερμανς

Μεθόδευσε, βάσει της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, την απαγόρευση στα πλαστικά καλαμάκια και διαπραγματεύτηκε τη συμφωνία της Ε.Ε. με την Τουρκία για τη μείωση των μεταναστευτικών ροών. Επιμένει στα καταστροφικά αποτελέσματα της λιτότητας και τάσσεται υπέρ του ευρωπαϊκού κατώτατου μισθού. Ο Α’ αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αρμόδιος για τη βελτίωση της νομοθεσίας, τις διοργανικές σχέσεις, το κράτος δικαίου και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, ο Ολλανδός πολιτικός και διπλωμάτης Φρανς Τίμερμανς ήταν από την αρχή το φαβορί για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Γιος Ολλανδών διπλωματών, ο Τίμερμανς μιλάει επτά γλώσσες – εκ των οποίων άπταιστα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά και ρωσικά. Έχει σπουδάσει γαλλική φιλολογία και λογοτεχνία και θεωρείται εξαιρετικός ρήτορας, και κυρίως πολιτικός που αγωνίζεται με πάθος για τις αξίες της Ε.Ε.

«Αυτό που χρειαζόμαστε περισσότερο είναι να αποκτήσουν οι κοινωνίες μας και πάλι περισσότερη αισιοδοξία. Βλέποντας πόση επιτυχία έχουν στην παρούσα φάση οι εθνικιστές παντού, θα πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί ενθουσιάζονται μαζί τους οι πολίτες μας. Τι έγινε και οι ψηφοφόροι μας βλέπουν σε αυτούς την πολιτική τους στέγη; Πιστεύω ότι υπάρχει ένα συναίσθημα εγκατάλειψης. Διαπιστώνουμε ότι η κρίση αυτή έχει συνέπειες: οι άνθρωποι που αντιμετώπιζαν δυσκολίες έχουν τώρα ακόμη μεγαλύτερες δυσκολίες και οι πλούσιοι έγιναν πιο πλούσιοι», εκτιμά και επιμένει ότι αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και να επιλυθεί άμεσα.

Η ενίσχυση της μεσαίας τάξης, η κλιματική αλλαγή και η βιωσιμότητα αποτελούν για τον Φρανς Τίμερμανς σήμερα τις μεγαλύτερες προκλήσεις της Ε.Ε.

Στο ολλανδικό κοινοβούλιο, ο Τίμερμανς εξελέγη για πρώτη φορά το 1998. Από το 2007 έως το 2010 διετέλεσε υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων και από το 2012 έως το 2014 υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση του Μαρκ Ρούτε. Τη θέση του Α’ αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής την κατέχει από το 2014.

Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν

Πολιτικός αλλά και μητέρα επτά παιδιών. Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν είναι από εκείνες τις γυναίκες που αποδεικνύουν περίτρανα ότι όταν θέλουν μπορούν να συνδυάσουν καριέρα και μητρότητα.

Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν γεννήθηκε στις 8 Οκτωβρίου 1958 στις Βρυξέλλες. Ο πατέρας της, Ερνστ Άλμπρεχτ ήταν επιφανές στέλεχος του κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών και Ευρωπαίος Επίτροπος. Στο Βέλγιο έζησε έως τα 13 της.

Το 1971 η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Κάτω Σαξονία, όπου διετέλεσε πρωθυπουργός ο πατέρας της από το 1976 έως το 1990.

Σπούδασε οικονομικά στα πανεπιστήμια του Γκέτιγκεν και του Μούνστερ (Ρηνανία Βεστφαλία) αλλά και στο London School od Economics.

Στο υπουργείο Άμυνας – η πρώτη γυναίκα σε αυτή τη θέση – διορίστηκε το 2013, και παρέμεινε στην τρίτη και στην τέταρτη κυβέρνηση της Άγκελα Μέρκελ.

Το πολιτικό της ντεμπούτο έκανε το 1990, οπότε εντάχθηκε στη Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU), ενώ ενεργό ρόλο απέκτησε το 2001 στο Αννόβερο.

Από το 2003 έως το 2005 διετέλεσε υπουργός Κοινωνικών Υποθέσεων, Γυναικών, Οικογένειας και Υγείας στο κρατίδιο της Κάτω Σαξονίας, ενώ από το 2005 λεως το 2009 υπουργός Οικογενειακών Υποθέσεων, Ηλικιωμένων, Γυναικών και Νεολαίας και από το 2009 έως το 2013 υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.

Κριστίν Λαγκάρντ

Εάν η γαλλογερμανική συμφωνία προχωρήσει, η Κριστίν Λαγκάρντ θα είναι η πρώτη πρόεδρος της ΕΚΤ που δεν είναι επαγγελματίας οικονομολόγος και η δεύτερη Γαλλίδα υπήκοος που ηγείται του ιδρύματος με έδρα τη Φρανκφούρτη. Προτού αναλάβει επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, η Κριστίν Λαγκάρντ ήταν η πρώτη γυναίκα που διετέλεσε υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας.

Το όνομά της είναι Κριστίν Λαλουέτ, γεννήθηκε το 1956 σε προάστιο του Παρισιού και σπούδασε στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Γαλλία.

Το 1974 αποφοίτησε από το σχολείο Holton-Arms School, στο Μέριλαντ, κι έπειτα σπούδασε Νομική στο Πανεπιστήμιο Παρί Ουέστ Ναντέρ λα Ντεφάνς στο Παρίσι. Το 1981, ξεκίνησε να εργάζεται ως δικηγόρος στο Παρίσι και γρήγορα έγινε μέλος του δικηγορικού γαλλικού γραφείου Baker & McKenzie, το οποίο αποτελεί ένα από τα κορυφαία δικηγορικά γραφεία παγκοσμίως. Το 1987 έγινε μέτοχος στο συγκεκριμένο γραφείο και το 1999 διευθύνων σύμβουλος.

Το 2004, ο Γάλλος πρόεδρος Ζακ Σιράκ της απένειμε το μετάλλιο του Ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής. Το 2006 το περιοδικό Forbes την κατέταξε στην 30ή θέση ανάμεσα στις πιο ισχυρές γυναίκες στον κόσμο και τον επόμενο χρόνο ανέβηκε στη δωδέκατη θέση, στην τρίτη θέση στην Ευρώπη και στη δεύτερη θέση στην Γαλλία. Το περιοδικό «Time» το 2009 και το 2010 τη συμπεριέλαβε στην ετήσια έκδοσή του με τους 100 πιο σημαντικούς ανθρώπους στον κόσμο.

Επικεφαλής του ΔΝΤ, ορίστηκε τον Ιούλιο του 2011, όταν ο Ντομινίκ Στρος Καν παραιτήθηκε, αφότου κατηγορήθηκε για απόπειρα βιασμού εναντίον καμαριέρας στο ξενοδοχείο Κάρλτον της Νέας Υόρκης.

Το 2016, η Λαγκάρντ κρίθηκε ένοχη από τη γαλλική Δικαιοσύνη για την υπόθεση Ταπί. Η επικεφαλής του ΔΝΤ καταδικάστηκε για αμέλεια, χωρίς ωστόσο να της επιβληθεί ποινή φυλάκισης.

Σαρλ Μισέλ

Γιος του πολιτικού Λουί Μισέλ, πρώην υπουργού Εξωτερικών του Βελγίου και Ευρωπαίου Επιτρόπου, ο Σαρλ Μισέλ έγινε το 2014, σε ηλικία 38 ετών, ο νεότερος ηγέτης του Βελγίου από το 1841.

Σύμφωνα με όσους τον γνωρίζουν, ο Σαρλ Μισέλ είναι ρεαλιστής, αυστηρός και σύνθετος ως προσωπικότητα. «Η ικανότητά του να διατηρεί την ψυχραιμία του μπορεί να είναι το μεγαλύτερο προτέρημά του, πέραν του ότι είναι σκληρός εργάτης», επισημαίνει στο Politico Καρλ Δεβός, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Γάνδης.  

«Ο Μισέλ είναι σε θέση να παραμείνει ήρεμος ακόμη και σε μια αγχωτική κατάσταση και είναι σε θέση να σκεφτεί μακροπρόθεσμα», έχει πει γι’ αυτόν ο Γκι Φέρχοφστατ, επικεφαλής των Φιλελεύθερων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και πρώην πρωθυπουργός του Βελγίου. «Αυτές οι δύο ιδιότητες είναι χρυσός στην πολιτική», είχε τονίσει.

Το πάθος του για την πολιτική φάνηκε σε μικρή ηλικία, όταν άρχισε να συνοδεύει τον πατέρα του στις πολιτικές συναντήσεις. Απηύθυνε την πρώτη του δημόσια ομιλία σε ηλικία 12 ετών και απολάμβανε να διανέμει πολιτικές αφίσες και φυλλάδια. Ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία στα 16 του χρόνια όταν έγινε μέλος των Νέων Φιλελευθέρων της Ζοντόν, όπου ο πατέρας του ήταν δήμαρχος από το  1983.

Τον Δεκέμβριο του 2018, ο Μισέλ παραιτήθηκε καθώς η κυβέρνησή του δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής.

Μάρος Σέφτσοβιτς

Σλοβάκος διπλωμάτης με σπουδές στη Μόσχα, ο 51 ετών Μάρος Σέφτσοβιτς είναι αντιπρόεδρος της Κομισιόν και Ευρωπαίος επίτροπος Ενέργειας.

Ο Σέφτσοβιτς υποστηρίχθηκε από το Smer, το αριστερό κόμμα που κυριαρχεί στη σλοβακική πολιτική από το 2006, στις προεδρικές εκλογές της Σλοβακίας τον Μάρτιο, αλλά έχασε από τη φιλελεύθερη δικηγόρο Ζουζάνα Τσαπούτοβα, που εξελέγη εν μέσω ενός κύματος λαϊκής οργής για τη διαφθορά.

Σε εκείνες τις εκλογές υποστήριζε ότι ήθελε να αγωνιστεί απέναντι στο αυξανόμενο κύμα του ευρωσκεπτικισμού που σαρώνει την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο Σέφτσοβιτς είχε δηλώσει πέρυσι ότι θα ήταν υποψήφιος για την προεδρία της Κομισιόν αλλά αργότερα αποσύρθηκε και στήριξε τον Φρανς Τίμερμανς, συνάδελφό του στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα.

Σύμφωνα με πληροφορίες μετά τις ευρωεκλογές, την υποψηφιότητα του Σέφτσοβιτς για τη θέση του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, επρόκειτο να στηρίξουν οι χώρες του Βίσεγκραντ (Τσεχία, Σλοβακία, Ουγγαρία και Πολωνία).