Skip to main content

Τουρκία: Εγκρίθηκε αμφιλεγόμενος νόμος που προβλέπει την αποφυλάκιση δεκάδων χιλιάδων εγκλείστων

Τον αμφιλεγόμενο νόμο που προβλέπει την απελευθέρωση δεκάδων χιλιάδων εγκλείστων στις φυλακές, στο πλαίσιο της προσπάθειας να αποσυμφορηθεί το σύστημα μπροστά στην απειλή της πανδημίας του κορωνοϊού ενέκρινε τη Δευτέρα το τουρκικό κοινοβούλιο.

«Το σχέδιο έγινε νόμος αφού υιοθετήθηκε», ανακοίνωσε η τουρκική εθνοσυνέλευση μέσω Twitter.

Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch, HRW) και η Διεθνής Αμνηστία επέκριναν το νομοσχέδιο, κυρίως διότι εξαιρεί από τα πρόσωπα που θα αποφυλακιστούν όλους όσοι έχουν καταδικαστεί δυνάμει της υπερβολικά ευρείας αντιτρομοκρατικής νομοθεσίας στην Τουρκία.

Οι δύο ΜΚΟ υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στηλίτευσαν επίσης την εξαίρεση από το μέτρο πολλών δημοσιογράφων, αντιπολιτευόμενων, δικηγόρων, που κρατούνται προσωρινά εν όψει διαδικασιών σε βάρος τους. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται άνθρωποι που κρατούνται εν αναμονή του καθορισμού ημερομηνίας για την έναρξη της δίκης τους, άλλοι που αναμένουν ακόμη να τους απαγγελθούν επίσημα κατηγορίες, όπως και πολλοί που οι δίκες τους βρίσκονται σε εξέλιξη ή αναμένουν να μάθουν την ετυμηγορία.

«Άνθρωποι που βρίσκονται στη φυλακή επειδή άσκησαν τα δικαιώματά τους – και δεν έχουν διαπράξει κανένα έγκλημα – εξαιρέθηκαν (από το μέτρο της αποφυλάκισης) διότι η κυβέρνηση επιλέγει να αξιοποιήσει τους αντιτρομοκρατικούς νόμους της, που είναι εξαιρετικά εύκαμπτοι, υπερβολικά ευρείς και αόριστοι» επί τούτου, κατήγγειλε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Άντριου Γκάρντνερ, στέλεχος της Διεθνούς Αμνηστίας.

Στους εγκλείστους αυτούς συμπεριλαμβάνονται μεταξύ άλλων ο επιχειρηματίας και φιλάνθρωπος Οσμάν Καβαλά και ο κούρδος πολιτικός Σελαχατίν Ντεμίρτας.

Ο νόμος εγκρίθηκε με 279 ψήφους υπέρ έναντι 51 κατά, σημείωσε μέσω Twitter η Μιλένα Μπουγιούμ, ακτιβίστρια της Αμνηστίας στην Τουρκία.

Δικηγόρος του Ντεμίρτας σημείωσε πως πρόσφατα ζήτησε να αποφυλακιστεί ο εντολέας του για λόγους υγείας, αλλά ακόμη περιμένει να υπάρξει απόφαση. Ο άλλοτε επικεφαλής του Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (HDP) είχε διαμαρτυρηθεί τον Δεκέμβριο για πόνους στον θώρακα και δύσπνοια και του είχαν προσφερθεί επειγόντως ιατρικές φροντίδες στη φυλακή. Ο νόμος που εγκρίθηκε είναι «άδικος και παράνομος», έκρινε ο συνήγορος του Ντεμίρτας.

Η κυβέρνηση της Τουρκίας εξαπέλυσε ευρείας κλίμακας εκστρατεία καταστολής μετά το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα του 2016. Ο Ντεμίρτας ήταν ανάμεσα στους δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους που φυλακίστηκαν εξαιτίας των υποτιθέμενων σχέσεών τους με παράνομες κουρδικές αυτονομιστικές οργανώσεις, ή την παραθρησκευτική οργάνωση της οποίας ηγείται ο μουσουλμάνος ιεροκήρυκας Φετουλάχ Γκιουλέν, μόνιμος κάτοικος των ΗΠΑ.

Η Άγκυρα κατηγορεί τον Γκιουλέν, άλλοτε φλογερό υποστηρικτή του νυν προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ότι ήταν ο εγκέφαλος της απόπειρας πραξικοπήματος. Ο ιεροκήρυκας αρνείται την κατηγορία.

Ο νέος νόμος αφορά πολλές κατηγορίες εγκλείστων, ανάμεσά τους ηλικιωμένους με προβλήματα υγείας καθώς και τις εγκύους. Εξαιρεί όσους καταδικάστηκαν για φόνους, σεξουαλικά εγκλήματα και διακίνηση ναρκωτικών.

Σύμφωνα με την Μπουγιούμ της Διεθνούς Αμνηστίας, «ούτε μία» τροπολογία από αυτές που κατέθεσε η αντιπολίτευση δεν συμπεριλήφθηκε στο κείμενο.

Το κυβερνών κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AK) παρουσιάζοντας το σχέδιο νόμου διαβεβαίωσε ότι περίπου 45.000 έγκλειστοι θα αφεθούν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους και ο αριθμός αυξάνεται σε 90.000 αν υπολογιστούν άνθρωποι που ήδη προβλέφθηκε να κρατούνται κατ’ οίκον. Ο υπουργός Δικαιοσύνης της Τουρκίας Αμπντουλχαμίτ Γκιουλ δήλωσε χθες ότι τρεις φυλακισμένοι πέθαναν αφού μολύνθηκαν από τον κορωνοϊό και ότι, συνολικά, οι έγκλειστοι που έχει επιβεβαιωθεί πως προσβλήθηκαν είναι 17. Δεκατρείς νοσηλεύονται σε νοσοκομείο σε ικανοποιητική κατάσταση, αλλά ένας άλλος, που έχει υποκείμενες παθήσεις, εισήχθη σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ), διευκρίνισε ο Γκιουλ.

Σύμφωνα με τα δεδομένα του υπουργείου Υγείας της Τουρκίας, ως χθες Δευτέρα πάνω από 61.000 άνθρωποι είχαν μολυνθεί από τον SARS-CoV-2 στη χώρα και σχεδόν 1.300 είχαν υποκύψει στην ασθένεια COVID-19.

Πηγές: ΑΜΠΕ, AFP, Reuters