Στις δηλώσεις του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Θοδωρή Δρίτσα σχετικά με την τρομοκρατική οργάνωση 17Ν απαντά αναλυτικά η βουλευτής της ΝΔ Ντόρα Μπακογιάννη με άρθρο της με τίτλο «Ποια δημοκρατία θέλουμε επιτέλους;».
Ειδικότερα, μέσω της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ» η κ. Μπακογιάννη δηλώνει πως «ο κ. Δρίτσας επανέλαβε ανερυθρίαστα τη ρητορική των τρομοκρατών ακολουθώντας κατά γράμμα τη προσέγγισή τους. Χρωμάτισε πολιτικά τα θύματα, υιοθετώντας τη φασιστική αντίληψη ότι η αξία της ανθρώπινης ζωής μετριέται με βάση τα πολιτικά τους πιστεύω. Και προσέβαλλε τους νεκρούς, ακολουθώντας την πάγια τακτική των τρομοκρατών που συκοφαντούσαν τα θύματά τους προκειμένου να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους. Σκοτώνοντάς τα έτσι δυο φορές». Όπως συμπληρώνει, ο κ. Δρίτσας «διαχώρισε, βέβαια, τον Παύλο Μπακογιάννη από όλους τους υπόλοιπους, επειδή, λέει, δεν ήταν δεξιός. Άρα τι; Ο Μπακογιάννης ήταν ένα λάθος και οι άλλοι ήταν σωστό; Και ο Αξαρλιάν; Ξέρετε τα πολιτικά πιστεύω αυτού του 20χρονου παιδιού για να τον κατατάξετε; Φρίκη».
Στη συνέχεια, η πρώην υπουργός αναφέρεται στο φαινόμενο της τρομοκρατίας στην Ιταλία και στην υπεύθυνη στάση των πολιτικών κομμάτων που συνέβαλε καταλυτικά ώστε, όπως υπογραμμίζει, η Ιταλία να κόψει εντελώς τους δεσμούς της με την τρομοκρατία.
Η Ντόρα Μπακογιάννη απαντά στο ερώτημα γιατί υπάρχει ακόμα τρομοκρατία στην Ελλάδα, ενώ έχει τελειώσει σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη, λέγοντας «διότι στην Ελλάδα η τρομοκρατία έχει ιδεολογική και πολιτική κάλυψη».
Επίσης, αφού αναφέρει ότι τριάντα χρόνια δεν έχει κάνει ισοπεδωτικούς συμψηφισμούς, δεν έχει στοχοποιήσει πολιτικές δυνάμεις και δεν έχει αφήσει τα συναισθήματά της να υπερκαλύψουν την ευθύνη της ως πολίτη και ως πολιτικού, τονίζει: «Σας κατηγορώ κ. Δρίτσα, και όποιον συμμερίζεται την λογική σας, ότι έχετε ευθύνη για τη συνέχιση της ανοχής στα φαινόμενα της τρομοκρατίας στην Ελλάδα! Σας κατηγορώ γιατί με τις φασιστικές σας δηλώσεις προσβάλλατε νεκρούς! Σας κατηγορώ κυρίες και κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ γιατί επιτρέψατε στη νεολαία σας να στοιχηθεί πίσω από το πανό “Γεννήθηκα την 17 Νοέμβρη”, ταΐζοντας έτσι το τέρας του διχασμού για πολιτικό όφελος. Σας κατηγορώ, διότι κάποιοι, λίγοι ελπίζω, δίνετε πολιτική κάλυψη στην τρομοκρατία ή στην καλύτερη περίπτωση – την ανέχεστε».
Τέλος, η κ. Μπακογιάννη καλεί τον Αλέξη Τσίπρα να διαχωρίσει το κόμμα του απομακρύνοντας και αποκόβοντάς το από αυτές τις λογικές. «Η σιωπή σας σήμερα αδικεί την μεγάλη πλειονότητα των υποστηρικτών σας» υπογραμμίζει και προσθέτει «κυρίως όμως σας καλώ να αποφασίσετε ποια δημοκρατία θέλετε να κληροδοτήσετε στα παιδιά σας. Ο εμφύλιος στην Ελλάδα τελείωσε. Στην σύγχρονη ελληνική και ευρωπαϊκή δημοκρατία μας δεν έχουν θέση οι νοσταλγοί του, ούτε από αριστερά ούτε από δεξιά. Ας συμφωνήσουμε τουλάχιστον σε αυτό» δηλώνει.
Αναλυτικά, το άρθρο της Ντόρας Μπακογιάννη:
Ποια Δημοκρατία θέλουμε επιτέλους;
Μια απάντηση με αφορμή τις δηλώσεις του Θοδωρή Δρίτσα.
Είχα πει πως πλέον δύσκολα ξαφνιάζομαι με κάτι στην πολιτική. Διαψεύστηκα οικτρά ακούγοντας τα όσα ανατριχιαστικά ανέφερε προχθές ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Θοδωρής Δρίτσας.
Με αφορμή τις δηλώσεις του και όχι μόνο, ήρθε η ώρα σε αυτή τη χώρα να μιλήσουμε επιτέλους για ποια Δημοκρατία θέλουμε, ποιες είναι οι αρχές και οι αξίες της, και να πούμε κάποιες σκληρές αλήθειες.
Ο κ. Δρίτσας επανέλαβε ανερυθρίαστα τη ρητορική των τρομοκρατών ακολουθώντας κατά γράμμα τη προσέγγισή τους.
Χρωμάτισε πολιτικά τα θύματα υιοθετώντας την φασιστική αντίληψη ότι η αξία της ανθρώπινης ζωής μετριέται με βάση τα πολιτικά τους πιστεύω. Και προσέβαλλε τους νεκρούς ακολουθώντας την πάγια τακτική των τρομοκρατών που συκοφαντούσαν τα θύματά τους προκειμένου να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους. Σκοτώνοντάς τα έτσι δυο φορές.
Διαχώρισε, βέβαια, τον Παύλο Μπακογιάννη από όλους τους υπόλοιπους, επειδή, λέει, δεν ήταν δεξιός. Άρα τι; Ο Μπακογιάννης ήταν ένα λάθος και οι άλλοι ήταν σωστό; Και ο Αξαρλιάν; Ξέρετε τα πολιτικά πιστεύω αυτού του 20χρονου παιδιού για να τον κατατάξετε; Φρίκη.
Όσο για το αν τρομοκράτησαν ή όχι μια χώρα οι τρομοκράτες, θα ήθελα να θυμίσω στους μικρούς και μεγάλους «κ. Δρίτσες» του ΣΥΡΙΖΑ ότι το 1989, μετά τη δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη, τρομοκρατήθηκε μια ολόκληρη κοινωνία, βλέποντας ξανά στην πόρτα της το φάντασμα ενός νέου εμφύλιου. Και τότε τη Δημοκρατία την κράτησαν όρθια οι ηγέτες ΟΛΩΝ των πολιτικών κομμάτων της εποχής, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Χαρίλαος Φλωράκης και ο Λεωνίδας Κύρκος με την κοινή τους καταδίκη της βίας χωρίς υποσημειώσεις και αστερίσκους. Δεν ξέρω που ήταν ο κ. Δρίτσας τότε. Ούτε τη περίοδο της Χούντας ξέρω που ήταν. Για τον Παύλο ξέρω.
Πίσω όμως από όλα αυτά, κρύβεται μια πικρή αλήθεια. Η ευθύνη ενός μικρού τμήματος της αριστεράς στην διαιώνιση του φαινομένου της τρομοκρατίας στην Ελλάδα.
Οι Ερυθρές Ταξιαρχίες απειλούσαν και τρομοκρατούσαν επί περίπου μια δεκαετία την Ιταλία. Αποκορύφωμα της δράσης τους ήταν η απαγωγή και, ακολούθως, η δολοφονία του πρώην πρωθυπουργού της χώρας, Άλντο Μόρο.
Ο ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας Ενρίκο Μπερλιγκουέρ είχε διαμηνύσει τότε στα συγγενικά του πρόσωπα και όχι μόνο, πως αν του συμβεί κάτι αντίστοιχο, να μην μπουν σε καμία διαδικασία συνεννόησης με τους τρομοκράτες. Το μήνυμά του ήταν σαφές: Η Δημοκρατία δεν διαπραγματεύεται με τους εχθρούς της. Αυτά σε θεωρητικό επίπεδο. Στο πρακτικό επίπεδο, το ιστορικό κόμμα του οποίου ηγείτο συμμετείχε σε όλες τις διαδηλώσεις που γίνονταν κατά της τρομοκρατίας, με τα χιλιάδες μέλη του να κρατούν τόσο την Ιταλική όσο και την κομματική σημαία. Στην κηδεία κάθε καραμπινιέρη, θύμα της τρομοκρατίας ήταν πάντα όλοι οι πολιτειακή και πολιτική ηγεσία της Ιταλίας. Η υπεύθυνη στάση του ΚΚΙ συνέβαλε καταλυτικά ώστε η Ιταλία να κόψει εντελώς τους δεσμούς της με την τρομοκρατία.
Τα καταγράφω όλα αυτά για να καταδείξω πόσο στον αντίποδα κινείται και λειτουργεί ένα τμήμα της εγχώριας Aριστεράς.
Γιατί λοιπόν υπάρχει ακόμα τρομοκρατία στην Ελλάδα ενώ έχει τελειώσει σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη;
Διότι στην Ελλάδα η τρομοκρατία έχει ιδεολογική και πολιτική κάλυψη.
Και πλέον ήρθε η ώρα να πούμε μερικές αλήθειες.
Απέναντι στη φασιστική λογική του όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας.
Τριάντα χρόνια έχω σταθεί απέναντι σε αυτή τη λογική.
Τριάντα χρόνια πορεύομαι με τη φράση του Παύλου «επειδή διαφωνούμε δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να συνυπάρχουμε».
Τριάντα χρόνια δεν έχω κάνει ισοπεδωτικούς συμψηφισμούς, δεν έχω στοχοποιήσει πολιτικές δυνάμεις, δεν έχω αφήσει τα συναισθήματά μου να υπερκαλύψουν την ευθύνη μου ως πολίτη και ως πολιτικό.
Όταν έβλεπα παιδί στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ να χειροκροτεί τον δολοφόνο του Παύλου δεν μίλησα γιατί πίστευα και πιστεύω ότι δεν υπάρχει οικογενειακή ευθύνη.
Όταν άκουγα συναδέλφους του ΣΥΡΙΖΑ να υπερασπίζονται με πάθος τον δολοφόνο 11 ανθρώπων, πάλι δεν άφησα τον εαυτό μου να κατρακυλήσει σε εύκολους αφορισμούς και γενικευμένες εξομοιώσεις.
Όταν τους έβλεπα μάρτυρες στη δίκη επαναλάμβανα πάλι στα παιδιά μου πως ο πατέρας τους έλεγε πως εκτός από οικογενειακή, δεν υπάρχει ούτε και συλλογική ευθύνη.
Τριάντα χρόνια παλεύω απέναντι στον πολιτικό διχασμό, παλεύω ώστε τα Πιστεύω του Παύλου να μην χαθούν και προσπαθώ να τα εφαρμόζω κάθε μέρα. Κι εγώ και τα παιδιά μου.
Αλλά Ως Εδώ. Οι δηλώσεις του κ. Δρίτσα ξεχείλισαν το ποτήρι.
Σας κατηγορώ κ. Δρίτσα, και όποιον συμμερίζεται την λογική σας, ότι έχετε ευθύνη για τη συνέχιση της ανοχής στα φαινόμενα της τρομοκρατίας στην Ελλάδα!
Σας κατηγορώ γιατί με τις φασιστικές σας δηλώσεις προσβάλλατε νεκρούς!
Σας κατηγορώ κυρίες και κύριοι του Σύριζα γιατί επιτρέψατε στην νεολαία σας να στοιχηθεί πίσω από το πανό «Γεννήθηκα την 17 Νοέμβρη», ταΐζοντας έτσι το τέρας του διχασμού για πολιτικό όφελος.
Σας κατηγορώ, διότι κάποιοι, λίγοι ελπίζω, δίνετε πολιτική κάλυψη στην τρομοκρατία ή στην καλύτερη περίπτωση – την ανέχεστε.
Κύριε Τσίπρα, σας καλώ να διαχωρίστε το κόμμα σας απομακρύνοντας και αποκόβωντας το από αυτές τις λογικές. Η σιωπή σας σήμερα αδικεί την μεγάλη πλειονότητα των υποστηρικτών σας. Κυρίως όμως σας καλώ να αποφασίσετε ποια δημοκρατία θέλετε να κληροδοτήσετε στα παιδιά σας. Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΕΛΕΙΩΣΕ. Στην σύγχρονη ελληνική και ευρωπαϊκή δημοκρατία μας δεν έχουν θέση οι νοσταλγοί του, ούτε από αριστερά ούτε από δεξιά. Ας συμφωνήσουμε τουλάχιστον σε αυτό».