Skip to main content

Καθήκον όλων ο περιορισμός της φοροδιαφυγής

Από την έντυπη έκδοση

Του Γιώργου Α. Κορομηλά*
Ο κ. Κορομηλάς είναι πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών και Φορολογικών Μελετών

Η φοροδιαφυγή είναι ένα φαινόμενο με οικονομικές – κοινωνικές προεκτάσεις, το οποίο έχει πάρει επικίνδυνα μεγάλες διαστάσεις σχεδόν σε όλους τους τομείς της επιχειρηματικής δραστηριότητας, λειτουργώντας ως μια βραδυφλεγής βόμβα στα θεμέλια της οικονομίας με μοναδικούς ωφελημένους μόνο αυτούς που την έχουν αναγάγει σε εθνικό σπορ, οι οποίοι δυστυχώς δεν είναι λίγοι. 

Παρά τις προσπάθειες που γίνονται από τις ελεγκτικές υπηρεσίες της ΑΑΔΕ, η φοροδιαφυγή, αντί να περιορίζεται, συνεχώς γιγαντώνεται, με τους θιασώτες αυτής να χρησιμοποιούν ως άλλοθι την αλλοπρόσαλλη μνημονιακή φορολογική πολιτική που ασκείται από το 2010 και μετά, έτσι ώστε να συνεχίζουν προκλητικά πολλές φορές την εγκληματική εις βάρος του κοινωνικού συνόλου δραστηριότητά τους.

Η φοροδιαφυγή αποτελεί μεγάλη αδικία για τους ειλικρινείς ή καλύτερα τους κατ’ ανάγκη ειλικρινείς φορολογούμενους, αφού από το συνολικό ποσό των φόρων που πρέπει να εισπραχθεί για να εκτελεστεί ο προϋπολογισμός, το μεγαλύτερο μέρος βεβαιώνεται σε αυτούς, άρα εκτός των δικών τους υποχρεώσεων φορτώνονται στην πλάτη τους και τις υποχρεώσεις αυτών που με τη συμπεριφορά τους τις μετέθεσαν επάνω τους. 

Δημιουργείται λοιπόν ένα μεγάλο πρόβλημα το οποίο συνεχώς εντείνεται, διότι όσοι δεν μπορούν ή δεν θέλουν να φοροδιαφεύγουν αναγκάζονται να σηκώσουν μεγαλύτερο βάρος αφενός καταβάλλοντας μεγαλύτερους φόρους και αφετέρου γενόμενοι αποδέκτες άλλων πρόσθετων μέτρων εισπρακτικού χαρακτήρα, τα οποία έχουν ως αποτέλεσμα τη συνεχή μείωση του πραγματικού τους εισοδήματος, την ίδια ώρα που το εισόδημα κάποιων άλλων αυξάνεται.

Σε αυτό το πρόβλημα αυτοί που πρέπει να αντιδράσουν, ασκώντας πίεση στην πολιτεία έτσι ώστε να αναζητήσει ουσιαστικές και βιώσιμες λύσεις, είναι οι ειλικρινείς φορολογούμενοι, αφού πρώτα και κύρια τα δικά τους συμφέροντα θίγονται. Η συντήρηση ή/και η αποφυγή αντιμετώπισης του προβλήματος εκ μέρους των πολιτών συντηρεί μία κοινωνία διακρίσεων, εμποδίζοντας τη λήψη ουσιαστικών μέτρων για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Κάθε πολίτης πρέπει να κατανοήσει δύο τινά: 

α) ότι την ευθύνη για την ένταση της φοροδιαφυγής δεν την έχει αποκλειστικά και μόνο η ασκούμενη φορολογική πολιτική ή/και η ανύπαρκτη κοινωνική πολιτική και 

β) ότι η καταπολέμησή της είναι υπόθεση όλων. 

Άρα, πέραν των μέτρων που λαμβάνουν τα θεσμικά όργανα της πολιτείας απαιτείται και η ενεργός συμμετοχή των πολιτών στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, έτσι ώστε να κλείσει ο δρόμος σ’ εκείνους οι οποίοι κινούνται αποκλειστικά και μόνο με βάση το προσωπικό τους συμφέρον, αδιαφορώντας για τις συνέπειες της ανεύθυνης συμπεριφοράς τους στο κοινωνικό σύνολο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι όλοι στο ίδιο κράτος ζούμε και τις ίδιες υποδομές και υπηρεσίες ουσιαστικά «απολαμβάνουμε», ζητώντας εύλογα, όσοι συνεισφέρουν στα κοινά, να αυξηθούν οι υποδομές και να βελτιωθεί η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών.

Αυτό που έχουμε λοιπόν ανάγκη είναι η αλλαγή του τρόπου με τον οποίο εμείς, ως πολίτες αυτής της χώρας, σκεφτόμαστε και δραστηριοποιούμαστε στις οικονομικές μας συναλλαγές, είτε ως πολίτες – καταναλωτές είτε ως επιχειρηματίες – οικονομικές μονάδες. 

Η ολοσχερής εξάλειψη της φοροδιαφυγής ίσως να ανήκει σε μία ιδανική κοινωνία, αλλά ο σημαντικός περιορισμός της είναι εφικτός και όλοι μας πρέπει να συμμετέχουμε πλέον ενεργά στον αγώνα αυτό, διότι η φοροδιαφυγή μάς επηρεάζει όλους και η άμεση καταπολέμησή της είναι καθήκον όλων μας. 

Είναι εθνική ανάγκη και βασική προϋπόθεση για την έξοδο από την ύφεση και την οικονομική ανάπτυξη της χώρας.