Από την έντυπη έκδοση
Τίτλοι όπως «το πετρέλαιο καίει την παγκόσμια οικονομία» κυριαρχούσαν στα διεθνή μέσα τον περασμένο Ιούνιο, όταν οι τιμές του μπρεντ είχαν εκτιναχθεί πάνω από τα 120 δολάρια το βαρέλι και το υψηλό κόστος ενέργειας προσδιοριζόταν ως ένα από τα σοβαρότερα εμπόδια στην ανάκαμψη.
Σήμερα, με την τιμή να έχει κάνει «βουτιά» της τάξης του 60%, κοντά στα 45 δολάρια, θα περίμενε κανείς να ακούσει μία μεγάλη ανάσα ανακούφισης, τουλάχιστον από χώρες που στηρίζονται για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών τους στις εισαγωγές.
Κι όμως, η δίχως τέλος κατρακύλα των τιμών του μαύρου χρυσού προκαλεί έκδηλο εκνευρισμό.
Οικονομίες όπως η Ρωσία και η Βενεζουέλα, που εξαρτώνται άμεσα από τις πωλήσεις πετρελαίου, έχουν ήδη δεχθεί ισχυρότατο πλήγμα και ανηλεείς επιθέσεις από τις αγορές.
Είναι εύλογο, λοιπόν, να αντιμετωπίζουν με τρόμο τα σενάρια που θέλουν την τιμή του αργού να διολισθαίνει στα 35 ή και τα 30 δολάρια το βαρέλι.
Ποιος άλλος, όμως, φοβάται το φθηνό πετρέλαιο;
Σίγουρα όχι οι ισχυροί παραγωγοί του ΟΠΕΚ, όπως αποκαλύπτει η απροθυμία τους να παρέμβουν στην αγορά.
Εντονότατη ανησυχία έχει παραδόξως καταβάλει μία ένωση, της οποίας το σύνολο των μελών εισάγει αργό: την Ευρωζώνη.
Είναι το προσιτό πετρέλαιο θέρμανσης και η φθηνότερη βενζίνη «απειλή» για χώρες στις οποίες η μεσαία τάξη έχει δει το εισόδημά της να συρρικνώνεται την τελευταία τετραετία;
Κι όμως είναι υποστηρίζει μεγάλη μερίδα οικονομολόγων. Το σκεπτικό είναι πως όσο περισσότερο υποχωρεί το κόστος ενέργειας, τόσο περισσότερο εντείνονται οι αποπληθωριστικές πιέσεις, με αποτέλεσμα οι οικονομίες του ευρώ να κινδυνεύουν να εξελιχθούν σε… Ιαπωνία, βιώνοντας δεκαετίες στασιμότητας.
Την άποψη αυτή συμμερίζονται και οι επενδυτές, οι οποίοι με κάθε νέα πτώση των τιμών του πετρελαίου αυξάνουν τα στοιχήματά τους για ένα δυναμικό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Κανείς βεβαίως δεν διαφωνεί με την ανάγκη για πρόσθετα μέτρα στήριξης από την ΕΚΤ σε μία περίοδο κατά την οποία ο πληθωρισμός είναι ήδη σε αρνητικό έδαφος και η ανάπτυξη παραμένει ευσεβής πόθος.
Δεν υπάρχει, όμως, μεγαλύτερη παγίδα από το να πιστέψουν οι Ευρωπαίοι ότι βασική αιτία του αποπληθωρισμού στη νομισματική ένωση είναι ο κατήφορος του πετρελαίου.
Η κατανάλωση παραμένει υπό πίεση στις περισσότερες οικονομίες, όχι, όμως, γιατί τα νοικοκυριά αναβάλλουν τις αγορές του με την προσδοκία της περαιτέρω πτώσης των τιμών (όπως συμβαίνει σε ένα αποπληθωριστικό σπιράλ).
Είναι η απουσία προοπτικής για ένα καλύτερο οικονομικό μέλλον και η εκρηκτική ανεργία που τα αναγκάζουν να περιορίζουν τις δαπάνες τους στα απολύτως απαραίτητα.
ΝΑΤΑΣΑ ΣΤΑΣΙΝΟΥ – [email protected]