Του Διονύση Ρ. Ρηγόπουλου, Ph.D.*
Με απλά λόγια, η διαφάνεια αποσκοπεί να σταματά πράξεις στη δημόσια διοίκηση, που οι συντελεστές τους θέλουν να μη γίνονται γνωστές. Σ’ αυτές περιλαμβάνονται οι πράξεις διαφθοράς και διαπλοκής, και όχι μόνο. Η εύκολη πρόσβαση των πολιτών σε όσο γίνεται περισσότερα στοιχεία του Δημοσίου, είναι ασφαλής τρόπος που βοηθάει να εντοπίζονται ευκολότερα τέτοια κρούσματα.
Η σύγχρονη τεχνολογία επιτρέπει διαφάνεια στην πράξη, με τρόπους αδύνατους πριν από την ανάπτυξη του διαδικτύου. Μπορεί ακόμη να διαμορφώνει ευνοϊκές συνθήκες και να επιταχύνει δραστικά τις μεταρρυθμίσεις που δεν έγιναν ως σήμερα. Αρκεί να υπάρχει και η ανάλογη βούληση.
Ο νόμος 3861/2010 (της Διαύγειας) εξέφρασε τη βούληση να αξιοποιηθεί η τεχνολογία για να αυξηθεί η διαφάνεια στη δημόσια διοίκηση. Ορίζει να αναρτώνται στο διαδίκτυο όλες οι αποφάσεις πράξεων των κυβερνητικών και διοικητικών οργάνων.
O νόμος 4305/2014 (των Ανοιχτών Δεδομένων) κατοχύρωσε την εξ ορισμού ανοικτή διάθεση και περαιτέρω χρήση των εγγράφων, πληροφοριών και δεδομένων του δημόσιου τομέα (open by default). Όμως, πραγματική διαφάνεια σημαίνει τα δεδομένα αυτά να διατίθενται χωρίς καθυστέρηση, σε μορφή εύληπτη και μηχαναναγνώσιμη, ώστε να είναι αμέσως αξιοποιήσιμα.
Ο νόμος 4440/2016 (της Κινητικότητας) προβλέπει «Ψηφιακό Οργανόγραμμα», αλλά δεν το όρισε σωστά, όπως τονίστηκε στο περσινό 9ο Ετήσιο Συνέδριο της Διεθνούς Διαφάνειας Ελλάδος. Αντί να το ορίσει ως αυτοτελή υποχρέωση των Δημοσίων Υπηρεσιών, το εξάρτησε από την αξιολόγηση των δομών και την κινητικότητα. Έθεσε, δηλαδή, προϋποθέσεις που το εμποδίζουν να υλοποιηθεί. Στην ουσία, εξασφάλισε να φαίνεται σαν να εκπληρώνεται η υποχρέωση να υπάρχει οργανόγραμμα, δημιουργώντας ένα «Ψηφιακό Οργανόγραμμα» χρήσιμο μόνο για την κινητικότητα, που ουδέποτε θα ολοκληρωθεί, αποκλείοντας τη διαφάνεια στο Δημόσιο.
Το Ψηφιακό Οργανόγραμμα θα είχε γίνει σωστά αν είχε νομοθετηθεί όπως πρότεινε ο Οργανισμός Ανοικτών Τεχνολογιών – ΕΕΛΛΑΚ στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής και υποστήριξε στην Ολομέλεια ο βουλευτής Λακωνίας Αθανάσιος Δαβάκης, κατά την ψήφιση του Ν. 4440. Ένα σωστό Ψηφιακό Οργανόγραμμα περιλαμβάνει οπωσδήποτε την εικόνα της τρέχουσας δομής και της τρέχουσας στελέχωσης όλων των υπηρεσιών. Πρέπει, δηλαδή, να μπορεί ανά πάσα στιγμή να παράγει την αποτύπωση-χαρτογράφηση όλων των μονάδων και ατόμων του Δημοσίου, κατά τη στιγμή εκείνη.
Η έλλειψη αποτύπωσης διορθώνεται εύκολα και χωρίς κόστος. Απαιτείται μόνον η πολιτική βούληση για να νομοθετηθεί η καθημερινή αποτύπωση της πραγματικότητας και για να οριστεί η καταγραφή σε αυτήν ως προϋπόθεση κανονικότητας οποιασδήποτε δαπάνης για μονάδα ή άτομο. Αν δεν συναρτηθεί η αποτύπωση με τις πληρωμές, θα υπάρχουν πάντοτε άτομα που θα βρίσκουν τρόπους να μην αποτυπώνεται πού παρέχουν τις υπηρεσίες τους.
Είθε από το βήμα του σημερινού 10ου Ετήσιου Συνεδρίου της Διεθνούς Διαφάνειας Ελλάδος, οι θεσμικοί παράγοντες να εκπλήξουν ευχάριστα το ακροατήριο, ανακοινώνοντας συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα αυτής της νομοθέτησης.
Η αποτύπωση δομής και στελέχωσης γίνεται εύκολα και γρήγορα, αποκλειστικά με κωδικούς που επιτρέπουν τη διασύνδεση με πλείστα άλλα συστήματα και δεδομένα του Δημοσίου. Καταγράφει σε δίστηλους πίνακες πώς ακριβώς είναι διαρθρωμένος κάθε φορέας και, καθημερινά, ποιοι ακριβώς υπάλληλοι εργάζονται στην κάθε μονάδα του κάθε φορέα. Με την εξάρτηση των δαπανών από την αποτύπωση, η πλήρης καταγραφή της τρέχουσας πραγματικότητας του Δημοσίου θα ολοκληρωθεί σε λίγες εβδομάδες.
Εκτός από τη δημοσιονομική τάξη που θα διασφαλίσει, η αποτύπωση θα είναι αξιόπιστη αφετηρία για κάθε νοικοκύρεμα και για κάθε μεταρρύθμιση στο Δημόσιο. Στην ενιαία κωδικοποίηση θα συναρτώνται σταδιακά όλα τα ψηφιακά δεδομένα του Δημοσίου (εξοπλισμός, χώροι, στοχοθεσίες, αξιολογήσεις, κτλ), επιτρέποντας την ορθολογική διαχείριση και την αξιοποίηση όλων των πόρων του, τον υπολογισμό κέντρων κόστους με την επιθυμητή λεπτομέρεια, τη σύγκριση δομής και στελέχωσης κάθε φορέα μεταξύ δύο οιωνδήποτε ημερών, την αξιολόγηση των λειτουργικών δυνατοτήτων της κάθε μονάδας του (οποιαδήποτε στιγμή) και πλείστες άλλες εφαρμογές, που θα επινοήσουν τα ανήσυχα μυαλά, μόλις αυτός ο πλούτος δεδομένων γίνει διαθέσιμος.
Η πρόσφατη τρίτη αξιολόγηση, όπως και οι προηγούμενες, αφορούσε σε μεγάλο μέρος τη διοικητική μεταρρύθμιση. Είχε ευτυχή κατάληξη σε «Staff Level Agreement» παρότι δεν υπήρχε χάρτης όσων αξιολογούνταν. Μεταρρύθμιση όμως σημαίνει ότι μεταβαίνουμε από μια κατάσταση σε μια άλλη, καλύτερη. Αν δεν έχουμε αποτυπώσει την πρώτη κατάσταση και δεν αποτυπώνουμε τις εξελίξεις, πώς αποδεικνύονται οι εκάστοτε βελτιώσεις;
Για τη διαδικασία με την οποία διενεργήθηκε η τρίτη αξιολόγηση μόνον υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε, κρίνοντας από τις γενικόλογες διαπιστώσεις της έκθεσης έως και τη δεύτερη αξιολόγηση (του Ιουλίου 2017, που αναρτήθηκε μόλις στις 13.11.2017). Εκεί μπερδεύονται η αόριστη επιγραμματική αναφορά σε «ποιοτικές μεταρρυθμίσεις και αποπολιτικοποίηση της διοίκησης» με τον συνολικό αριθμό των υπαλλήλων (μείωση 26% από 905.710 το 2009 σε 672.659 το 2016) και με το μισθολογικό κόστος (μείωση 38% το ίδιο διάστημα, χωρίς όμως να συνυπολογίζονται οι νέες κρατικές δαπάνες λόγω των αντίστοιχων συνταξιοδοτήσεων). Δίνεται έμφαση σε βήματα προς την αντιμετώπιση μερικότερων διοικητικών προβλημάτων, ενώ αγνοείται πρεσβυωπικά η παρατεινόμενη έλλειψη της συνολικής, βασικής καταγραφής της δομής και της στελέχωσης.
Ίσως μια αξιολόγηση της ίδιας της ελεγκτικής διαδικασίας και της μεθοδολογίας που ακολουθήθηκε να έδειχνε ανεπάρκεια και προφανείς αδυναμίες.
Η έλλειψη ψηφιακής αποτύπωσης-χαρτογράφησης της τρέχουσας δομής και στελέχωσης του Δημοσίου δυσχεραίνει και την επίτευξη των μερικότερων στόχων της αξιολόγησης για τον εξορθολογισμό και την εξυγίανση της δημόσιας διοίκησης. Προπαντός δε, διατηρεί τις «δημόσιες υπηρεσίες-φαντάσματα χωρίς ρόλο και σκοπό» και τους «πάρα πολλούς δημόσιους υπάλληλους που κανείς δεν γνωρίζει πού βρίσκονται» που επισήμαναν πέρσι ο απελθών Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης και η νυν Υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης. Υπό αυτές τις συνθήκες, η Ελλάδα εκπέμπει παγκόσμιο μήνυμα ότι επιμένει –το 2017 και μετά από οκτώ χρόνια κρίσης– να παραβλέπει την απλή και ανέξοδη δυνατότητα να αποκτήσει μια λεπτομερή, αντικειμενική και ψηφιακά διαχειρίσιμη εικόνα των κύριων συστατικών του Δημοσίου (μονάδες και άτομα) και να εξαλείψει μερικές πασίγνωστες εστίες σπατάλης και διαφθοράς.
Η έως σήμερα διοικητική μεταρρύθμιση είναι δυσανάλογα λίγη για τις οδυνηρές δοκιμασίες που σταδιακά εξοντώνουν τα υγιή κύτταρα του ελλαδικού πληθυσμού. Οι διεθνείς εποπτικοί μηχανισμοί και η ελληνική διακυβέρνηση συχνά «αναγνωρίζουν» ή «σέβονται» τις «θυσίες του ελληνικού λαού». Αντί για δηλώσεις συμπαράστασης, καλύτερα να ενισχύσουν με έργα τη διαφάνεια της όλης διαδικασίας, δημοσιοποιώντας το ταχύτερο τις εκθέσεις, όταν ακόμα είναι του παρόντος, και μεταφράζοντας και στα ελληνικά τα σχετικά κείμενα, ώστε να είναι προσιτά στο σύνολο των βουλευτών και του λαού.
Ίσως τότε, κάποιοι με διεισδυτική ματιά να αναδείξουν τα προβλήματα που, εκ του αποτελέσματος, είναι βέβαιο πως υπάρχουν. Και κάποιοι, ακόμη ικανότεροι, ίσως να προτείνουν λύσεις που να βγάλουν τη χώρα από την αυτοκαταστροφική της πορεία.
Σημείωση: Περαιτέρω στοιχεία υπάρχουν στο άρθρο «Το κενό στα θεμέλια της Διοικητικής Μεταρρύθμισης», όπου παρουσιάζονται και τεκμηριώνονται το πρόβλημα της έλλειψης ψηφιακής αποτύπωσης της δομής και της στελέχωσης του Δημοσίου και, κυρίως, η δυνατότητα άμεσης θεραπείας του. Το κείμενο συμπληρώνεται με διαδικτυακές αναφορές σε βίντεο, κείμενα και ιστότοπους με συναφείς εφαρμογές.
* Ο δρ. Διονύσης Ρ. Ρηγόπουλος, μηχανικός με ειδίκευση στην υπολογιστική μοντελοποίηση, είναι Επιθεωρητής-Ελεγκτής Δημόσιας Διοίκησης.