Skip to main content

Με ληξιπρόθεσμα χρέη οι μισοί Έλληνες

Από την έντυπη έκδοση

Του Γιώργου Κούρου
[email protected]

Τσουνάμι χρεών πνίγει τις εφορίες, την πραγματική οικονομία, αλλά και τους φορολογούμενους, οι μισοί από τους οποίους πλέον έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές και βρίσκονται αντιμέτωποι με κατασχέσεις, πλειστηριασμούς και όλα τα αναγκαστικά μέτρα είσπραξης.

Η δραματική κατάσταση των φορολογουμένων, ελέω της φοροκαταιγίδας που έφεραν τα μνημόνια, συρρικνώνοντας τα διαθέσιμα εισοδήματα, πιστοποιείται από το γεγονός ότι σχεδόν ένας στους δύο φορολογούμενους έχει αφήσει απλήρωτους φόρους και πρόστιμα στις εφορίες, ενώ περισσότεροι από 1,5 εκατ. υπόχρεοι έχουν ήδη εκτεθεί στα αναγκαστικά μέτρα.

Τα νέα στοιχεία για την πορεία των ληξιπρόθεσμων χρεών του Δεκεμβρίου, που επιβαρύνουν σημαντικά το δωδεκάμηνο του 2016, είναι αποκαλυπτικά των συνθηκών ασφυξίας που επικρατούν στην κοινωνία και την οικονομία.

Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Δεκέμβριο, με βάση τα επίσημα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, οι φορολογούμενοι άφησαν απλήρωτους φόρους και πρόστιμα 1,278 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα τα νέα ληξιπρόθεσμα χρέη του 2016 να ανέλθουν στα 13,906 δισ. ευρώ και το συνολικό ποτάμι των οφειλών να φουσκώσει στα 95,290 δισ. ευρώ.

Στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης έχει προκληθεί έντονος προβληματισμός από την ανωτέρω πορεία, καθώς γνωρίζει ότι η φοροδοτική ικανότητα των υπόχρεων έχει προ πολλού εξαντληθεί, ενώ με την είσοδο του τρέχοντος έτους χτύπησε νέα χιονοστιβάδα φόρων στο πλαίσιο εφαρμογής των μέτρων του τρίτου μνημονίου.

Μέτρα τα οποία θα επιτείνουν την έλλειψη ρευστότητας, αφού η περαιτέρω μείωση των εισοδημάτων θα συρρικνώσει ακόμη περισσότερο την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την αγορά, τους τζίρους των επιχειρήσεων, τις θέσεις εργασίας, αλλά ακόμη και τις εισπράξεις του Δημοσίου.

Το αδιέξοδο των φορολογουμένων προκύπτει άλλωστε και από τα επίσημα στοιχεία της ΑΑΔΕ, σύμφωνα με τα οποία η εφορία έχει ήδη κατασχέσει κάποιο περιουσιακό στοιχείο ή εισόδημα περισσότερων από 800.000 υπόχρεων, ενώ σε περίπου 1,5 εκατ. οφειλέτες επιπλέον δύναται να επιβληθούν αναγκαστικά μέτρα είσπραξης.

Είναι εξάλλου χαρακτηριστικό ότι ο συνολικός αριθμός των φυσικών και νομικών προσώπων με ληξιπρόθεσμες οφειλές, με βάση τα ίδια στοιχεία της ΑΑΔΕ, παραμένει σταθερά πάνω από 4 εκατ.

Και όλα αυτά βέβαια την ώρα που η δεύτερη αξιολόγηση βρίσκεται ακόμη στον «αέρα», με όλα τα καυτά ζητήματα ανοιχτά, ενώ ήδη φουντώνουν και τα σενάρια για τέταρτο μνημόνιο.

Με γεωμετρική πρόοδο η αύξηση

Η δραματική αύξηση των ληξιπρόθεσμων χρεών καταγράφεται μήνα με τον μήνα, από τις αρχές του προηγούμενου έτους. Είναι ενδεικτικό ότι τον Ιανουάριο τα νέα ληξιπρόθεσμα ήταν 1,456 δισ. ευρώ, τον Φεβρουάριο 2,755 δισ. ευρώ, τον Μάρτιο 3,636 δισ. ευρώ, τον Απρίλιο 4,330 δισ. ευρώ, τον Μάιο 5,584 δισ. ευρώ, τον Ιούνιο 6,807 δισ. ευρώ, τον Ιούλιο 7,618 δισ. ευρώ, τον Αύγουστο 8,986 δισ. ευρώ, τον Σεπτέμβριο εκτινάχθηκαν στα 10,340 δισ. ευρώ, τον Οκτώβριο στα 11,738 δισ. ευρώ, τον Νοέμβριο στα 12,628 δισ. ευρώ και τον Δεκέμβριο στα 13,906 δισ. ευρώ.

Χρέη τα οποία, είτε το παραδέχεται το οικονομικό επιτελείο είτε όχι, έχουν μετατραπεί σε μια βραδυφλεγή βόμβα έτοιμη να εκραγεί στα θεμέλια του προϋπολογισμού και της όποιας δημοσιονομικής προσαρμογής, ενώ επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ ότι έχει μειωθεί η εισπραξιμότητα των φόρων.

Μείωση η οποία φυσικά οφείλεται και στο γεγονός ότι πλέον οι φορολογούμενοι δεν έχουν εναλλακτικές για να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, αφού η «πόρτα» της ρύθμισης των 100 δόσεων έχει ήδη κλείσει προ πολλού, ενώ ακόμη και όσοι έχουν ενταχθεί σε αυτή μπορεί με τις αλλαγές που έχουν επέλθει βάσει του τρίτου μνημονίου και την αυστηροποίηση του πλαισίου, την αύξηση του επιτοκίου, αλλά και την εξόφληση τρεχουσών οφειλών σε ιδιαίτερα περιορισμένο χρονικό διάστημα, να σταματήσουν να πληρώνουν.

Υπενθυμίζεται ότι από την 1 Ιουλίου 2016 έως και τις 31 Δεκεμβρίου 2017 το χρονικό διάστημα που μπορεί ένας φορολογούμενος να αφήσει απλήρωτη μια νέα οφειλή, για να μη χαθεί η ανωτέρω ρύθμιση, έχει μειωθεί σε δεκαπέντε ημέρες από την ημέρα που καθίσταται αυτή ληξιπρόθεσμη. Από την 1η Ιανουαρίου 2018 εξάλλου η ρύθμιση χάνεται ανεξάρτητα από προθεσμίες καταβολής, σε περίπτωση καθυστέρησης εξόφλησης νέων οφειλών, εάν δεν έχει παρέλθει εξάμηνο από την προηγούμενη καθυστέρηση εξόφλησης.

Θα πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι από τις 15 Οκτωβρίου 2015 έχει αυξηθεί και το επιτόκιο με το οποίο επιβαρύνονται οι οφειλέτες που έχουν ενταχθεί στη ρύθμιση των 100 δόσεων, από το 3% στο 5,05% για χρέη άνω των 5.000 ευρώ, καθιστώντας ακόμη πιο δυσβάσταχτη την εξόφλησή τους.

Βέβαια για τις οφειλές έως 5.000 ευρώ που έχουν ρυθμιστεί με τις 100 δόσεις ισχύει η μη επιβάρυνση με προσαυξήσεις, ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, ή το ανωτέρω επιτόκιο, υπό αυστηρές όμως προϋποθέσεις.

Με βάση τα ισχύοντα, ουσιαστικά η μόνη περίπτωση για όσους επιθυμούν να ρυθμίσουν πλέον τις οφειλές τους είναι να ενταχθούν στην πάγια ρύθμιση των 12, ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις, 24 δόσεων, η οποία από τις 14 Οκτωβρίου 2015 έχει γίνει ελκυστικότερη καθώς μειώθηκε το επιτόκιο από 8,05% στο 5,05%. Για να υπαχθεί κάποιος οφειλέτης στην πάγια ρύθμιση, θα πρέπει:

  • Να αποδεικνύεται τη δεδομένη χρονική στιγμή η αδυναμία εξόφλησης της οφειλής, καθώς και η βιωσιμότητα του διακανονισμού.
  • Να έχει υποβάλει τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και τις εκκαθαριστικές δηλώσεις ΦΠΑ της τελευταίας πενταετίας.
  • Να έχει εξοφλήσει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις οφειλές οι οποίες δεν υπάγονται στη συγκεκριμένη ρύθμιση.

Ταυτόχρονα, ο οφειλέτης πρέπει:

α) Να δηλώσει με υπεύθυνη δήλωση το σύνολο των περιουσιακών του στοιχείων, καθώς και πληροφορίες που θα περιλαμβάνουν οφειλές του σε ασφαλιστικά ταμεία ή άλλες υπηρεσίες του δημόσιου τομέα και άλλες πάγιες υποχρεώσεις προς τρίτους, το τρέχον και το αναμενόμενο (επιπλέον) εισόδημά του.

β) Για ποσό βασικής οφειλής άνω των 50.000 ευρώ, να προσκομίσει βεβαίωση, από τρίτο ανεξάρτητο εκτιμητή, περί της ορθότητας των οικονομικών στοιχείων, καθώς και των λοιπών δικαιολογητικών που αποδεικνύουν την αδυναμία εξόφλησης της οφειλής αλλά και τη βιωσιμότητα του διακανονισμού.

γ) Για ποσό οφειλής άνω των 150.000 ευρώ, εκτός από όλα τα ανωτέρω στοιχεία, απαιτείται να παρέχει εγγυήσεις ή εμπράγματες ασφάλειες.