Skip to main content

Oι 5 αδικίες στον υπολογισμό της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης

Shutterstock

Από την έντυπη έκδοση 

Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]

Παράνομος, καταχρηστικός και άδικος είναι ο τρόπος με τον οποίο εφαρμόστηκε και εξακολουθεί να εφαρμόζεται η ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Την περίοδο 2011-2016 εκατοντάδες χιλιάδες φορολογούμενοι πλήρωσαν άδικα την εισφορά ή κατέβαλαν ποσά εισφοράς μεγαλύτερα απ’ αυτά που θα έπρεπε κανονικά να πληρώσουν, εξαιτίας πέντε «μεθοδεύσεων» του υπουργείου Οικονομικών και της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, που επιβάρυναν και εξακολουθούν να επιβαρύνουν μικρούς και μεσαίους φορολογούμενους.

Πρόκειται για ερμηνεία κατά το δοκούν των διατάξεων του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, προκειμένου να διατηρηθεί μια σημαντική πηγή εσόδων για τον κρατικό προϋπολογισμό, όπως συμβαίνει και με τα φετινά εκκαθαριστικά σημειώματα.

Η «Ν» κατέγραψε και παρουσιάζει σήμερα αναλυτικά τις 5 «μεθοδεύσεις» του υπουργείου Οικονομικών και της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, εξαιτίας των οποίων εκατοντάδες χιλιάδες φορολογούμενοι χρεώθηκαν άδικα με ειδική εισφορά αλληλεγγύης:

1 Παράνομος τρόπος υπολογισμού επί του τεκμαρτού εισοδήματος των συνταξιούχων ηλικίας άνω των 65 ετών. Εδώ και 6 χρόνια το υπουργείο Οικονομικών και η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων υπολογίζουν με παράνομο τρόπο την ειδική εισφορά αλληλεγγύης επί των τεκμαρτών εισοδημάτων χιλιάδων συνταξιούχων ηλικίας άνω των 65 ετών. Η επιβολή της εισφοράς γίνεται με βάση υπουργικές αποφάσεις και εγκυκλίους, οι οποίες έχουν ερμηνεύσει αυθαίρετα την ισχύουσα νομοθεσία, καθώς προβλέπουν τον μη συνυπολογισμό της μείωσης του τεκμαρτού εισοδήματος κατά 30%, η οποία ισχύει για τους συνταξιούχους άνω των 65 ετών! Τo αποτέλεσμα είναι η ειδική εισφορά αλληλεγγύης να υπολογίζεται επί σημαντικά υψηλότερου τεκμαρτού εισοδήματος απ’ αυτό που θα έπρεπε κανονικά να λαμβάνεται υπόψη και χιλιάδες συνταξιούχοι άνω των 65 ετών να έχουν χρεωθεί άδικα επί 6 χρόνια με ποσά εισφοράς αλληλεγγύης εκατοντάδων έως και χιλιάδων ευρώ!

Συγκεκριμένα, το άρθρο 29 του ν. 3986/2011, με το οποίο θεσπίστηκε για πρώτη φορά η ειδική εισφορά αλληλεγγύης, προβλέπει την επιβολή της εισφοράς αυτής σε ετήσια εισοδήματα φυσικών προσώπων τα οποία υπερβαίνουν τις 12.000 ευρώ – με συντελεστές 1%-4% τα οικονομικά έτη 2011-2015 (εισοδήματα ετών 2010-2014) και με συντελεστές 0,7%-8% το 2016 (εισοδήματα έτους 2015). Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, ως βάση υπολογισμού της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης λαμβάνεται υπόψη το μεγαλύτερο ποσό μεταξύ του δηλωθέντος εισοδήματος του φορολογούμενου και του τεκμαρτού εισοδήματός του, το οποίο προσδιορίζεται μόνο με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης (τις «αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης»).

Βάσει του ισχύοντος από την 1η-1-2014 Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ΚΦΕ ή ν. 4172/2013), αλλά και του προϊσχύσαντος μέχρι 31-12-2013 Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994), σε κάθε περίπτωση συνταξιούχου ηλικίας άνω των 65 ετών τα ποσά των τεκμηρίων διαβίωσης (για κατοικίες, ΙΧ αυτοκίνητα, σκάφη κ.λπ.) τα οποία λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό του τεκμαρτού εισοδήματος μειώνονται κατά 30%. Ως εκ τούτου, σε κάθε περίπτωση συνταξιούχου ηλικίας άνω των 65 ετών τα ποσά των τεκμηρίων διαβίωσης που λαμβάνονται υπόψη για τη διαμόρφωση του τεκμαρτού εισοδήματος επί του οποίου επιβάλλεται η ειδική εισφορά αλληλεγγύης θα έπρεπε να μειώνονταν κατά 30%.

Κάτι τέτοιο όμως δεν συμβαίνει από το 2011 μέχρι και σήμερα που εφαρμόζεται η ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Κι αυτό διότι με μία εφαρμοστική απόφαση που εκδόθηκε στις 2-8-2011 και με μια εγκύκλιο που εκδόθηκε στις 9-4-2014 ορίστηκε ότι η μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης κατά 30%, η οποία προβλέπεται από τους νόμους 2238/1994 και 4172/2013 αντίστοιχα για τους συνταξιούχους άνω των 65 ετών, δεν λαμβάνεται υπόψη κατά την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης επί του τεκμαρτού εισοδήματος των εν λόγω φορολογουμένων!

Όμως το άρθρο 29 του ν. 3986/2011 που ορίζει τον τρόπο υπολογισμού της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης δεν προβλέπει τον μη συνυπολογισμό της μείωσης των τεκμηρίων κατά 30%. Ως εκ τούτου τα όσα έγιναν δεκτά με την υπουργική απόφαση της 2ας Αυγούστου 2011 και την εγκύκλιο της 9ης-4-2014 έρχονται σε αντίθεση με τα όσα προβλέπει ο νόμος για την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης.

Βασιζόμενες στην απόφαση της 2ας-8-2011 και στην εγκύκλιο της 9ης-4-2014, οι υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, όταν προέβαιναν στην εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων που υπέβαλαν τα έτη 2011-2015 οι συνταξιούχοι άνω των 65 ετών, δεν μείωσαν κατά 30% το συνολικό ύψος του τεκμαρτού εισοδήματος το οποίο προέκυπτε βάσει των τεκμηρίων διαβίωσης και κατά τον υπολογισμό της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης! Το ίδιο έπραξαν και φέτος, κατά την υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων που ολοκληρώθηκε στα μέσα Ιουλίου.

Επειδή, λοιπόν, επί 6 χρόνια, το τεκμαρτό εισόδημα που προκύπτει βάσει των τεκμηρίων διαβίωσης λαμβάνεται υπόψη για την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης χωρίς να έχει μειωθεί κατά 30%, χιλιάδες συνταξιούχοι άνω των 65 ετών με δηλωθέν εισόδημα χαμηλότερο του τεκμαρτού είτε έχουν πληρώσει άδικα, επί τόσα χρόνια, ειδική εισφορά αλληλεγγύης είτε έχουν πληρώσει εισφορά αλληλεγγύης περισσότερη απ’ αυτήν που θα έπρεπε να καταβάλουν κανονικά.

Μη συνυπολογισμός των τεκμηρίων απόκτησης περιουσιακών στοιχείων. Στο τεκμαρτό εισόδημα που λαμβάνεται υπόψη για την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης δεν συνυπολογίζονται τα τεκμήρια απόκτησης περιουσιακών στοιχείων! Όπως ήδη αναφέραμε, το άρθρο 29 του ν. 3986/2011 με βάση το οποίο εφαρμόστηκε η ειδική εισφορά αλληλεγγύης τα έτη 2011-2016, ορίζει ως βάση υπολογισμού της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης το μεγαλύτερο ποσό μεταξύ του δηλωθέντος εισοδήματος του φορολογούμενου και του τεκμαρτού εισοδήματός του, το οποίο όμως προκύπτει μόνο με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης (τις «αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης») και όχι με προσθήκη και των τεκμηρίων ή δαπανών απόκτησης περιουσιακών στοιχείων.

Με την εξαίρεση των δαπανών απόκτησης περιουσιακών στοιχείων από τον υπολογισμό του τεκμαρτού εισοδήματος επί του οποίου επιβάλλεται η ειδική εισφορά αλληλεγγύης, γλίτωσαν από την πληρωμή μεγάλων ποσών εισφοράς πολιτικά πρόσωπα, αλλά και οικονομικά ισχυροί φορολογούμενοι, που, συχνά πυκνά, λόγω της οικονομικής τους επιφάνειας, δαπανούσαν σημαντικού ύψους ποσά για αγορές ακινήτων, αυτοκινήτων, σκαφών αναψυχής και λοιπών περιουσιακών στοιχείων μεγάλης αξίας και ως εκ τούτου βαρύνονταν με πολύ μεγάλα ποσά τεκμαρτών εισοδημάτων! Ειδικά δε τα πολιτικά πρόσωπα, κατά τα έτη 2011-2016 που εφαρμόστηκε η ειδική εισφορά αλληλεγγύης, γλίτωσαν από πολύ μεγαλύτερες επιβαρύνσεις, καθώς ειδικά γι’ αυτούς ίσχυε συντελεστής εισφοράς αλληλεγγύης 5%, υψηλότερος από των περισσότερων υπόλοιπων φορολογουμένων.

3 Παράνομος τρόπος υπολογισμού επί του τεκμαρτού εισοδήματος, σε περίπτωσης κάλυψης των τεκμηρίων. Ο τρόπος με τον οποίο υπολογίστηκε η ειδική εισφορά αλληλεγγύης τα έτη 2011-2016 στις περιπτώσεις που το (προσδιοριζόμενο βάσει αντικειμενικών δαπανών διαβίωσης) εισόδημα των φορολογουμένων ήταν μεγαλύτερο του δηλωθέντος ήταν παράνομος.

Συγκεκριμένα, κατά την 6ετία 2011-2016 κατά την οποία η ειδική εισφορά αλληλεγγύης εφαρμόστηκε επί των εισοδημάτων των ετών 2010-2015 ίσχυσαν οι διατάξεις του άρθρου 29 του ν. 3986/2011, της υπουργικής απόφασης υπ’ αριθμόν ΠΟΛ. 1167/2-8-2011 και της εγκυκλίου υπ’ αριθμόν ΠΟΛ. 1099/9-4-2014, οι οποίες προέβλεπαν ότι σε περίπτωση που το υπολογιζόμενο βάσει τεκμηρίων διαβίωσης εισόδημα του φορολογούμενου είναι μεγαλύτερο από το δηλωθέν πραγματικό του εισόδημα, τότε, ακόμη κι αν αυτός καλύψει την πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος που έχει προκύψει λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων διαβίωσης (επικαλούμενος ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών, πώληση περιουσιακών στοιχείων του κ.λπ.) η εισφορά εξακολουθεί να υπολογίζεται όχι επί του πιο χαμηλού πραγματικού δηλωθέντος εισοδήματος, αλλά επί του υψηλότερου τεκμαρτού! Με αυτόν τον τρόπο χιλιάδες φορολογούμενοι υπερφορολογήθηκαν με εισφορά αλληλεγγύης για ανύπαρκτα τεκμαρτά εισοδήματα.

Από την πρώτη στιγμή που θεσπίστηκαν αυτές οι διατάξεις και συγκεκριμένα από τον Σεπτέμβριο του 2011, ασκήθηκε από δύο φορολογούμενους προσφυγή για την ανατροπή τους. Η προσφυγή, λόγω της σπουδαιότητάς της, έφτασε το 2013 στο Συμβούλιο της Επικρατείας, που εξέδωσε τελικά το 2015 δύο αποφάσεις, τις υπ’ αριθμόν 2563/2015 και 2564/2015. Με αυτές το ΣτΕ έκρινε ότι αντίκεινται στις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του Συντάγματος οι διατάξεις του άρθρου 29 του ν. 3986/2011 και της υπ’ αριθ. ΠΟΛ. 1167/2-8-2011 απόφασης του τότε αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, σύμφωνα με τις οποίες η ειδική εισφορά αλληλεγγύης υπολογίζεται υποχρεωτικά επί του τεκμαρτού εισοδήματος του φορολογούμενου εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο του δηλωθέντος, ακόμη και στην περίπτωση που αυτός έχει καλύψει τη διαφορά μεταξύ δηλωθέντος και τεκμαρτού εισοδήματος επικαλούμενος κεφάλαιο αναλωθέν από εισοδήματα παρελθόντων ετών.

Βάσει των αποφάσεων αυτών του ΣτΕ, η τωρινή ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών θα έπρεπε ήδη από το 2015 να είχε προχωρήσει σε αλλαγή των διατάξεων του άρθρου 29 του ν. 3986/2011 για την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης και σε ακύρωση τόσο της απόφασης ΠΟΛ. 1167/2.8.2011 όσο και της εγκυκλίου ΠΟΛ. 1099/9-4-2014 ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα, ώστε να υπάρξει συμμόρφωση με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του Συντάγματος, όπως όριζαν οι δύο αποφάσεις του ΣτΕ.

Ταυτόχρονα, η τωρινή ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών θα έπρεπε να είχε προχωρήσει σε αναδρομικό επανυπολογισμό της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για όλες τις περιπτώσεις φορολογουμένων οι οποίοι στις φορολογικές δηλώσεις των ετών 2011-2015 κάλυψαν τις προστιθέμενες διαφορές φορολογητέου εισοδήματος που προέκυψαν λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων διαβίωσης, ώστε τα επιπλέον ποσά εισφοράς αλληλεγγύης που χρεώθηκαν παράνομα να τους επιστραφούν. Επιπλέον, η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών δεν θα έπρεπε να επιτρέψει την εφαρμογή των παράνομων αυτών διατάξεων στις φετινές φορολογικές δηλώσεις.

Αντί αυτών, όμως, η τωρινή πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, με το άρθρο 112 του ν. 4387/2011, προσάρμοσε τη νομοθεσία για την εφαρμογή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης στις επιταγές του Συντάγματος από τα εισοδήματα του 2016 που θα φορολογηθούν το 2017 και όχι αναδρομικά για τα εισοδήματα των ετών 2010-2015, ως όφειλε.

4 Άδικη επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης στα προνοιακά επιδόματα των ατόμων με αναπηρία κάτω του 80%. Το υπουργείο Οικονομικών και η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων επέβαλαν από φέτος ειδική εισφορά αλληλεγγύης και στα προνοιακά επιδόματα των ατόμων με αναπηρίες κάτω του 80%. Στα ηλεκτρονικά έντυπα Ε1 των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος που αναρτήθηκαν φέτος στους λογαριασμούς χιλιάδων αναπήρων φορολογουμένων στο σύστημα ΤΑXISnet, η ΓΓΔΕ προσυμπλήρωσε τους κωδικούς 619-620 του πίνακα 6 με τα ποσά των προνοιακών επιδομάτων που έλαβαν οι συγκεκριμένοι φορολογούμενοι κατά τη διάρκεια του 2015. Στους κωδικούς αυτούς αναγράφονται μόνο ποσά εισοδημάτων απαλλασσόμενα από τον φόρο εισοδήματος ή φορολογούμενα με ειδικό τρόπο, τα οποία ωστόσο επιβαρύνονται με ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Όμως τα προνοιακά επιδόματα των αναπήρων που προσυμπλήρωσε η ΓΓΔΕ στους κωδικούς 619-620 δεν αποτελούν εισόδημα, αλλά είναι επιδόματα και βοηθήματα τα οποία έχουν δοθεί σε συγκεκριμένες ευπαθείς ομάδες φορολογουμένων ως κοινωνικές παροχές για την αντιμετώπιση και την κάλυψη συγκεκριμένων ειδικών αναγκών στις οποίες αυτοί υποβάλλονται. Τέτοια ποσά είναι για παράδειγμα:

α) το προνοιακό επίδομα τυφλότητας,

β) το διατροφικό επίδομα που δίνεται στους νεφροπαθείς, καθώς επίσης και σε όσους έχουν κάνει μεταμόσχευση καρδιάς, ήπατος, πνευμόνων και μυελού των οστών,

γ) τα επιδόματα λουτροθεραπείας, εισπνευσοθεραπείας, αεροθεραπείας και ενεσοθεραπείας που καταβάλλουν οι ασφαλιστικοί οργανισμοί στους δικαιούχους ασφαλισμένους,

δ) η μηνιαία οικονομική ενίσχυση που καταβάλλεται σε άτομα με βαριά νοητική υστέρηση, με εγκεφαλική παράλυση, με συγγενή αιμολυτική αναιμία ή αιμορραγική διάθεση, με βαριά αναπηρία σε ποσοστό 67% και άνω, και σε κωφάλαλα άτομα, αντίστοιχα, για την αντιμετώπιση των πρόσθετων δαπανών συντήρησης και περίθαλψής τους, καθώς και για την κάλυψη, εν γένει, των ειδικών αναγκών που προκύπτουν εξαιτίας της αναπηρίας τους.

Τα ποσά αυτά προσυμπληρώθηκαν από τη ΓΓΔΕ στους κωδικούς 619-620 του πίνακα 6, με αποτέλεσμα να θεωρούνται αυτομάτως ως εισοδήματα φοροαπαλλαχθέντα ή φορολογηθέντα με ειδικό τρόπο επί των οποίων πρέπει να επιβληθεί ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Έτσι πολλοί ανάπηροι φορολογούμενοι με βαθμό αναπηρίας κάτω του 80%, εξαιτίας της πρόσθεσης των ποσών αυτών στα λοιπά εισοδήματά τους, αναγκάστηκαν να εμφανίσουν στις φορολογικές τους δηλώσεις συνολικά ετήσια εισοδήματα πάνω από το όριο των 12.000 ευρώ και επιβαρύνθηκαν άδικα με ειδική εισφορά αλληλεγγύης.

Επίσης, πολλοί άλλοι ανάπηροι φορολογούμενοι, εξαιτίας του γεγονότος ότι τα ποσά αυτά προσυμπληρώθηκαν στους κωδικούς 619-629 και προσμετρήθηκαν στα συνολικά τους ετήσια εισοδήματα, εκλήθησαν να πληρώσουν περισσότερη ειδική εισφορά αλληλεγγύης απ’ αυτήν που θα κατέβαλλαν αν δεν είχαν συνυπολογιστεί τα ποσά αυτά στα συνολικά τους εισοδήματα.

Κανονικά τα προνοιακά επιδόματα των αναπήρων θα έπρεπε να είχαν προσυμπληρωθεί από τη ΓΓΔΕ στους κωδικούς 781-782 του πίνακα 6, όπου αναγράφονται όλα τα εισπραχθέντα ποσά που δεν αποτελούν εισόδημα, ώστε να μη συναθροίζονταν στα συνολικά εισοδήματα των δικαιούχων.

5 Επιβολή ίδιας εισφοράς αλληλεγγύης τόσο σε άτεκνους όσο και σε φορολογούμενους με ένα ή περισσότερα τέκνα. Κατά την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης δεν λαμβάνεται υπόψη η οικογενειακή κατάσταση του φορολογούμενου. Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης εφαρμόστηκε και εξακολουθεί να εφαρμόζεται με τρόπο άδικο για όσους φορολογούμενους έχουν οικογενειακά βάρη. Όσα παιδιά και να έχει ένας φορολογούμενος, είτε 1 είτε… 10, πληρώνει την ίδια εισφορά αλληλεγγύης με έναν φορολογούμενο χωρίς παιδιά! Ως μοναδικό κριτήριο για τον προσδιορισμό του ύψους της επιβάρυνσης με ειδική εισφορά αλληλεγγύης λαμβάνεται υπόψη το ετήσιο εισόδημα, εφόσον αυτό υπερβαίνει τα 12.000 ευρώ. Όμως, δύο φορολογούμενοι με το ίδιο ετήσιο εισόδημα, εκ των οποίων ο ένας δεν βαρύνεται με ανήλικα τέκνα και ο άλλος βαρύνεται, π.χ., με 3 ή περισσότερα δεν είναι δίκαιο να αντιμετωπίζονται φορολογικά το ίδιο και να επιβαρύνονται και οι δύο ακριβώς με το ίδιο ποσό ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης.