Skip to main content

Ο υπολογισμός του αναλογικού τέλους για την άρση ακινησίας των Ι.Χ.

Από την έντυπη έκδοση

Το νέο καθεστώς πληρωμής των τελών κυκλοφορίας με τον μήνα τέθηκε σε ισχύ και έτσι οι κάτοχοι Ι.Χ. και μοτοσικλετών που έχουν θέσει σε ακινησία τα οχήματά τους μπορούν, εξαιρετικά για φέτος, να άρουν την ακινησία καταβάλλοντας τα αναλογούντα τέλη.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η άρση της ακινησίας και η πληρωμή των αναλογικών τελών μπορεί να γίνει για έναν, ή τρεις, ή για τους υπόλοιπους μήνες μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα υποβάλουν πρώτα έγγραφο αίτημα στην αρμόδια ΔΟΥ. Όλες οι λεπτομέρειες εφαρμογής του νέου μέτρου καθορίζονται με την υπ’ αρίθμ. ΠΟΛ.1083/2016 εγκύκλιο του υπουργείου Οικονομικών, με την οποία κοινοποιήθηκαν αρμοδίως οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 117 του ν. 4387/12.5.2016 και δόθηκαν οι κατωτέρω αναλυτικές οδηγίες για την είσπραξη των αναλογικών τελών κυκλοφορίας, εξαιρετικά για το 2016, στην περίπτωση άρσης ακινησίας Ι.Χ. οχήματος, αυτοκινήτου ή μοτοσικλέτας, σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις:

Με την παρ. 4 του άρθρου 117 του ν. 4387/2016, δίνεται η δυνατότητα σε ενδιαφερόμενους κατόχους Ι.Χ. οχημάτων, αυτοκινήτων ή μοτοσικλετών, οι οποίοι τα έχουν θέσει σε ακινησία, και εξαιρετικά για το έτος 2016 να άρουν την ακινησία για τα εν λόγω οχήματα καταβάλλοντας, πριν από την άρση, τα τέλη κυκλοφορίας για το έτος αυτό, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις περιπτώσεις

α) έως γ) της προαναφερθείσας διάταξης και συγκεκριμένα:

– για άρση ακινησίας χρονικής διάρκειας 1 μηνός καταβάλλονται τα 2/12 των αναλογούντων στο όχημα ετήσιων τελών κυκλοφορίας

– για άρση ακινησίας χρονικής διάρκειας 3 μηνών καταβάλλονται τα 4/12 του ποσού των αναλογούντων στο όχημα ετήσιων τελών κυκλοφορίας

– για άρση ακινησίας για το υπόλοιπο διάστημα του έτους και μέχρι το τέλος αυτού (31.12.2016) καταβάλλονται τα δωδέκατα του ποσού των αναλογούντων στο όχημα ετήσιων τελών κυκλοφορίας που απομένουν από την ημερομηνία της άρσης μέχρι και το τέλος του έτους συν 2/12 των αναλογούντων ετήσιων τελών.

Οι ανωτέρω επιλογές είναι, κατά περίπτωση, δεσμευτικές και δεν παρέχεται η δυνατότητα επιλογής άλλου χρονικού διαστήματος πέραν όσων ρητά αναφέρονται στη διάταξη.

Επισημαίνεται ότι η άρση της ακινησίας γίνεται κατόπιν εγγράφου αιτήματος του κατόχου του οχήματος. Προκειμένου για τον υπολογισμό του ποσού των τελών κυκλοφορίας, ο μήνας που γίνεται η άρση της ακινησίας λογίζεται ως ολόκληρος μήνας, ανεξάρτητα από τη χρονική στιγμή της άρσης αυτής.

Η επιστροφή των στοιχείων κυκλοφορίας στην αρμόδια ΔΟΥ, από τον ιδιοκτήτη ή κάτοχο, γίνεται την τελευταία εργάσιμη ημέρα της περιόδου κυκλοφορίας του οχήματος για την οποία έχουν καταβληθεί τα τέλη κυκλοφορίας. Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις, στην περίπτωση εκπρόθεσμης επιστροφής των στοιχείων ή μη επιστροφής αυτών στη ΔΟΥ, επιβάλλεται αυτοτελές πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο των αναλογούντων ετήσιων τελών κυκλοφορίας, δηλ. εάν ο ιδιοκτήτης ή κάτοχος του οχήματος του παραδείγματος 1 έχει καταβάλει τέλη κυκλοφορίας για διάρκεια άρσης τριών μηνών (40€) και δεν επιστρέψει τα στοιχεία (άδεια και πινακίδες ) του οχήματος εμπρόθεσμα (τελευταία εργάσιμη του τριμήνου), τότε επιβάλλεται πρόστιμο ύψους 120 ευρώ x2=240 ευρώ.

Αυτονόητο είναι ότι δεν απαιτείται η επιστροφή των στοιχείων κυκλοφορίας στη ΔΟΥ όταν η άρση περιλαμβάνει και τον τελευταίο μήνα του έτους 2016 (Δεκέμβριο), εφόσον καταβληθούν εμπρόθεσμα τα τέλη κυκλοφορίας του 2017. Με τις διατάξεις του άρθρου 122, του ίδιου νόμου, η έναρξη ισχύος των ρυθμίσεων αρχίζει από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι από 12/5/2016.

Εξυπακούεται ότι, στις περιπτώσεις μεταβίβασης οχήματος εντός του 2016, δεν τυγχάνουν εφαρμογής τα ανωτέρω, αλλά οι διατάξεις της υποπαρ. Ε7 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (222 Α’), σύμφωνα με τις οποίες δεν επέρχεται μεταβίβαση της κυριότητας αυτοκινήτου οχήματος εάν δεν καταβληθούν προηγουμένως τα τέλη κυκλοφορίας του έτους εντός του οποίου λαμβάνει χώρα η μεταβίβαση, αφαιρουμένου του ποσού των τελών κυκλοφορίας που ενδεχομένως έχουν καταβληθεί, καθώς και τα τέλη κυκλοφορίας προηγουμένων ετών, τα οποία τυχόν οφείλονται για το χρόνο που το όχημα βρισκόταν στην κατοχή του μεταβιβάζοντος, συμπεριλαμβανομένων των προβλεπομένων από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις προστίμων. Το ίδιο συμβαίνει, εφόσον έχει προηγηθεί άρση ακινησίας, σύμφωνα με την εν λόγω ρύθμιση στην περίπτωση διαγραφής οχήματος λόγω εξαγωγής του, όπου απαιτείται ο έλεγχος καταβολής των ετήσιων τελών κυκλοφορίας τρέχοντος και παρελθόντων ετών.

Επίσης στην περίπτωση που έχει γίνει άπαξ χρήση ενός εκ των τριών ανωτέρω χρονικών περιόδων άρσης της ακινησίας και ο κάτοχος αιτείται εκ νέου άρση ακινησίας, τότε θα καταβάλλονται τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας (αφαιρουμένου του ποσού των τελών κυκλοφορίας που έχει καταβληθεί) σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 2367/1953, όπως ισχύει.
Τέλος, επισημαίνεται ότι η περ. γ’ της παρ. 4 του άρθρου 117 εφαρμόζεται για άρση ακινησίας για χρονικά διαστήματα που δεν ρυθμίζονται από τις περ. α’ και β’, δηλαδή για χρονικά διαστήματα διαφορετικά από τον 1 μήνα ή τους 3 μήνες αντίστοιχα.

Παράδειγμα 1
Για επιβατικό Ι.Χ. 1.000 κ.εκ., τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας είναι 120 ευρώ . Έστω ότι φορολογούμενος αιτείται (εγγράφως) άρσης ακινησίας στις 20 Ιουνίου 2016:
* για 1 μήνα, τότε τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας υπολογίζονται ως εξής: 120 ευρώ x(2/12)=20 ευρώ.
* για 3μήνες, τότε τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας για το ίδιο όχημα είναι 120 ευρώ x(4/12)=40 ευρώ.
* για το υπόλοιπο του έτους μέχρι 31-12-2016, θα καταβληθούν τέλη κυκλοφορίας για 7 μήνες συν 2/12 ως εξής: 120 ευρώ x(7/12)+120 ευρώ x(2/12)=70 ευρώ +20 ευρώ =90 ευρώ.

Παράδειγμα 2

Για επιβατικό Ι.Χ. με εκπομπές 100γρ CO2/χλμ, τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας είναι: 100x 0,90=90 ευρώ. Έστω ότι φορολογούμενος αιτείται (εγγράφως) άρσης ακινησίας στις 20 Ιουνίου 2016:
* για 1 μήνα τότε τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας υπολογίζονται ως εξής: 90 ευρώ x (2/12)=15 ευρώ
* για 3μήνες τότε τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας για το ίδιο όχημα είναι 90 ευρώ x (4/12)=30 ευρώ
* για το υπόλοιπο του έτους μέχρι 31-12-2016 θα καταβληθούν τέλη κυκλοφορίας για 7 μήνες συν 2/12 ως εξής: 90 ευρώ x [(7/12) + (2/12)]=90 ευρώ x(9/12)= ευρώ 67,5

Παράδειγμα 3

Έστω ότι ο κάτοχος του οχήματος του παραδείγματος 2 (ετήσια τέλη κυκλοφορίας ύψους 90 ευρώ), αιτηθεί για τρείς μήνες άρση της ακινησίας και καταβάλει τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας ύψους 30 ευρώ. Στη συνέχεια, μετά την παρέλευση των τριών μηνών ζητεί εκ νέου άρση της ακινησίας για το όχημά του, τότε ο εν λόγω κάτοχος πρέπει να καταβάλει τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας έτους 2016 αφαιρουμένου το ποσού των 30 ευρώ που έχει ήδη καταβάλει, ήτοι καταβάλλει 60 ευρώ.

Εάν, ο ως άνω κάτοχος του οχήματος του παραδείγματος 2 (ετήσια τέλη κυκλοφορίας ύψους 90 ευρώ) αιτηθεί για τρεις μήνες άρση της ακινησίας και καταβάλει τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας ύψους 30 ευρώ και ενδιάμεσα αποφασίζει να το μεταβιβάσει/διαγράψει λόγω εξαγωγής, τότε επίσης πρέπει να καταβάλει τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας έτους 2016 αφαιρουμένου του ποσού των 30 ευρώ που έχει ήδη καταβάλει, ήτοι καταβάλλει 60 ευρώ.

Πώς φορολογείται η παραχώρηση οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο

Η αγοραία αξία της παραχώρησης ενός οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα ενός φορολογικού έτους, υπολογίζεται σε ποσοστό 80% του κόστους του οχήματος που εγγράφεται ως δαπάνη στα βιβλία του εργοδότη με τη μορφή της απόσβεσης, περιλαμβανομένων των τελών κυκλοφορίας, επισκευών, συντηρήσεων, καθώς και του σχετικού χρηματοδοτικού κόστους που αντιστοιχεί στην αγορά του οχήματος ή του μισθώματος.

Σε περίπτωση που το κόστος είναι μηδενικό, η αγοραία αξία της παραχώρησης ορίζεται σε ποσοστό 80% της μέσης δαπάνης ή απόσβεσης κατά τα τελευταία τρία έτη.

Τα ανωτέρω γνωστοποιήθηκαν αρμοδίως με την υπ’ αρίθμ. ΔΕΑΦ/1096157ΕΞ/22.6.2016 εγκύκλιο του υπουργείου Οικονομικών, με την οποία δόθηκαν οι κατωτέρω διευκρινίσεις όσον αφορά τη φορολογική μεταχείριση των ΕΙΧ αυτοκινήτων που παραχωρούνται κατά χρήση στους υπαλλήλους της εταιρείας:

1. Με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2, 3, 4 και 5 οποιεσδήποτε παροχές σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημά του στην αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αξία των παροχών σε είδος υπερβαίνει το ποσό των (300) ευρώ ανά φορολογικό έτος.

2. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παρ. 2 του ίδιου ως άνω άρθρου και νόμου όπως τροποποιήθηκαν με την παρ. 1 του άρθρου 44 του ν. 4389/2016 ορίζεται ότι η αγοραία αξία της παραχώρησης ενός οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα ενός φορολογικού έτους, υπολογίζεται σε ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) του κόστους του οχήματος που εγγράφεται ως δαπάνη στα βιβλία του εργοδότη με τη μορφή της απόσβεσης, περιλαμβανομένων των τελών κυκλοφορίας, επισκευών, συντηρήσεων, καθώς και του σχετικού χρηματοδοτικού κόστους που αντιστοιχεί στην αγορά του οχήματος ή του μισθώματος. Σε περίπτωση που το κόστος είναι μηδενικό, η αγοραία αξία της παραχώρησης ορίζεται σε ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) της μέσης δαπάνης ή απόσβεσης κατά τα τελευταία τρία (3) έτη.

3. Σημειώνεται ότι για σκοπούς ίσης φορολογικής μεταχείρισης δεν υφίσταται διαφορετική αντιμετώπιση των εισοδημάτων των εργαζομένων μιας επιχείρησης με αντικείμενο δραστηριότητας την πώληση οχημάτων και μιας επιχείρησης με οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα. Επίσης η λογιστική απεικόνιση του οχήματος δεν αποτελεί κριτήριο για τον χαρακτηρισμό ή μη του οχήματος αυτού ως παροχή σε είδος για τον εργαζόμενο, δεδομένου ότι αυτό χρησιμοποιείται από υπάλληλο της επιχείρησης λόγω παραχώρησής του από αυτήν.

4. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι όσον αφορά τη φορολογική μεταχείριση της παροχής οχήματος στα στελέχη μιας επιχείρησης ανεξαρτήτως: α) της διάρκειας χρήσης του οχήματος και β) της δραστηριότητας της επιχείρησης η παροχή αυτή αποτελεί παροχή σε είδος για τον εργαζόμενο, η οποία για σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 13 του ΚΦΕ αποτιμάται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 4172/2013, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 44 του ν. 4389/2016.