Από την έντυπη έκδοση
Των Γ. Κανουπάκη, Φ. Ζώη, Β. Βεγίρη, Γ. Χατζηλίδη, Στ. Ζησίμου
Τέλος στην ομηρία από την εφορία χαρακτηρίζουν στη «Ν» οι επικεφαλής των παραγωγικών φορέων της χώρας την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία μπαίνει φρένο στις διαδοχικές παρατάσεις του χρόνου παραγραφής των φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου. Δεν μπορούν οι επιχειρήσεις και το «επιχειρείν» να είναι δέσμιοι της γραφειοκρατίας και της αδυναμίας του κράτους να κάνει τους απαραίτητους ελέγχους, σημειώνουν, και προσθέτουν πως η συγκεκριμενοποίηση της ημερομηνίας λήξης της παραγραφής θα ενισχύσει την επιχειρηματικότητα.
Η Ολομέλεια του ΣτΕ τάχθηκε κατά της συνταγματικότητας των επίμαχων νόμων (3513/2005, 3697/2008, 3790/2009 και 3842/2010) ως προς το σκέλος που παρέτειναν διαδοχικά τον χρόνο παραγραφής των φορολογικών αξιώσεων, όταν δεν μπορούσαν να ελεγχθούν από τον φοροελεγκτικό μηχανισμό.
Υπενθυμίζεται πως στην απόφαση του ΣτΕ τονίζεται μεταξύ άλλων πως:
* Για την επιβολή φορολογικών επιβαρύνσεων απαιτείται να εφαρμόζεται προθεσμία παραγραφής, η οποία πρέπει να ορίζεται εκ των προτέρων και να είναι επαρκώς προβλέψιμη από τον φορολογούμενο. Η παραγραφή αυτή πρέπει επίσης να έχει συνολικά εύλογη διάρκεια, δηλαδή να συνάδει προς την αρχή της αναλογικότητας, ενώ η μεταβολή της με την πρόβλεψη επιμηκύνσεως είναι δυνατή μόνον υπό τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 78 του Συντάγματος, δηλαδή με διάταξη θεσπιζόμενη το αργότερο το επόμενο της γενέσεως της φορολογικής υποχρεώσεως έτος.
* Η ταχύτητα των εξελίξεων σε όλους τους τομείς μεταξύ των οποίων και ο οικονομικός και ο επιχειρηματικός επιβάλλει προς προστασία του δημοσίου συμφέροντος την ταχύτητα κατά το δυνατόν εκκαθάρισης των υποχρεώσεων των φορολογουμένων, προκειμένου να προγραμματίζουν την οικονομική τους δραστηριότητα, να γνωρίζουν τις οφειλές τους επικαίρως και κατά τακτά και σχετικώς μικρά χρονικά διαστήματα διότι η συσσώρευση των οφειλών πολλών ετών, λόγω μη της παρόδου μακρού χρόνου διενέργειας ελέγχου για περισσότερα έτη και εκδόσεως των σχετικών καταλογιστικών πράξεων και η αξίωση συγχρόνου καταβολής αυτών, μπορεί να δημιουργήσει σοβαρά οικονομικά προβλήματα σε φυσικά και νομικά πρόσωπα.
* Οι συνεχείς παρατάσεις παραγραφής των φορολογικών αξιώσεων αντίκεινται στην αρχή της ασφάλειας δικαίου διατάξεις του άρθρου 78 του Συντάγματος, γιατί παρατείνουν την προθεσμία παραγραφής φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου αναγομένων σε ημερολογιακά έτη προγενέστερα του προηγουμένου της δημοσίευσης των σχετικών νόμων ετών.
* Παρατείνεται διαδοχικώς ο χρόνος παραγραφής φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου λίγο πριν από τη λήξη είτε της αρχικής παραγραφής είτε της προηγούμενης παρατάσεως αυτής ώστε η θεσπιζόμενη με το άρθρο 84 παρ. 1 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος ως κανόνας πενταετής παραγραφή να φαίνεται ότι δεν έχει πλέον σε καμία περίπτωση εφαρμογή για τις φορολογικές υποχρεώσεις που γεννήθηκαν κατά τις χρήσεις στις οποίες αφορούν.
Ωστόσο, πηγές του υπουργείου Οικονομικών σημειώνουν πως η νομοθεσία δίνει τη δυνατότητα για επέκταση της δυνατότητας ελέγχου των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων και πέραν της πενταετίας, εφόσον προκύψουν «συμπληρωματικά στοιχεία τα οποία δεν ήταν και δεν μπορούσαν να είναι στη διάθεσή τους πριν από την πάροδο της πενταετούς περιόδου παραγραφής, κι από τα οποία προκύπτουν σαφείς ενδείξεις ότι ήταν ανακριβείς οι φορολογικές δηλώσεις που υποβλήθηκαν για έτη που έχουν παραγραφεί, η περίοδος παραγραφής μπορεί να παραταθεί για άλλα 5 έτη, δηλαδή από πενταετής γίνεται δεκαετής».
Οι δηλώσεις των φορέων για το θέμα έχουν ως εξής:
Kωνσταντίνος Μίχαλος
(πρόεδρος ΚΕΕ και ΕΒΕΑ):
«Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για την παραγραφή φορολογικών υποθέσεων μετά το πέρας της πενταετίας, ως γενική αρχή, μπορεί να κριθεί ως ορθή. Και αυτό γιατί οι φορολογούμενοι, νομικά και φυσικά πρόσωπα, δεν επιτρέπεται να παραμένουν όμηροι επί μακρόν από τις φορολογικές αρχές, ιδιαίτερα στη σύγχρονη αυτή εποχή που υπάρχουν όλες οι τεχνικές δυνατότητες, μέσω ηλεκτρονικών διασταυρώσεων, οι έλεγχοι να ολοκληρώνονται σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Άλλωστε, υπάρχει ήδη σχετική νομολογία που προβλέπει την πενταετία ως το αναγκαίο χρονικό διάστημα για τη διενέργεια ελέγχων.
Είναι ορθό το σκεπτικό της Ολομέλειας του ΣτΕ ότι οι συνεχείς παρατάσεις παραγραφής των φορολογικών αξιώσεων αντίκεινται στην αρχή της ασφάλειας δικαίου.
Ωστόσο, ενδεχομένως, θα πρέπει να βρεθεί ένας νομικά ορθός τρόπος ώστε να υπάρξουν κάποιες κραυγαλέες εξαιρέσεις φορολογικών παραβάσεων ώστε αυτή η ορθή απόφαση να είναι σύμφωνη και με το “περί κοινού δικαίου αίσθημα”».
Χριστίνα Σακελλαρίδη
(πρόεδρος Πανελλήνιου Συνδέσμου Εξαγωγέων):
«Το σκεπτικό της απόφασης του ΣτΕ επικεντρώνει στην έννοια της ταχύτητας απόδοσης της φορολογικής δικαιοσύνης, που αποτελεί πάγιο αίτημα του επιχειρηματικού κόσμου. Ως προς την κατεύθυνση αυτή το κλείσιμο φορολογικών εκκρεμοτήτων απελευθερώνει την πραγματική οικονομία από ένα σημαντικό γραφειοκρατικό κυρίως βαρίδι. Ειδικά για τους εξαγωγείς, όμως, προκαλεί “δεδικασμένο” στο αίτημα για αντίστοιχη ταχύτητα διεκπεραίωσης εκ μέρους της φορολογικής διοίκησης εκκρεμοτήτων που αφορούν για παράδειγμα τις επιστροφές ΦΠΑ από εξαγωγές και σε ορισμένες περιπτώσεις υπερβαίνουν το 12μηνο ή και ακόμη περισσότερο. Είναι επίσης σημαντικό ότι εισάγεται η απαίτηση για χρησιμοποίηση εκ μέρους του φορολογικού μηχανισμού σύγχρονων μέσων διασταύρωσης της πληροφορίας, κάτι που στα περισσότερα κράτη-μέλη της Ε.Ε. θεωρείται αυτονόητο εδώ και αρκετά χρόνια».
Βασίλης Κορκίδης
(πρόεδρος ΕΣΕΕ και ΕΒΕΠ):
«Η απόφαση ΣτΕ για την 5ετή παραγραφή φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου αποκαθιστά μέρος της αδικίας που έχουν, μέχρι σήμερα, πληρώσει σε πρόστιμα και προσαυξήσεις λογιστικών διαφόρων οι συνεπείς και ενήμερες επιχειρήσεις. Η Ολομέλεια του ανωτάτου δικαστηρίου λαμβάνει υπ’ όψιν της την ανάγκη των επιχειρηματιών να γνωρίζουν επακριβώς και στην ώρα τους τις οικονομικές τους εκκρεμότητες. Αντίθετα, η συσσώρευση οφειλών πολλών ετών, λόγω της μετά πάροδο μακρού χρόνου διενέργειας ελέγχου για περισσότερα έτη και εκδόσεως των σχετικών καταλογιστικών πράξεων και αξίωση ταυτόχρονης καταβολής αυτών, δημιουργεί σοβαρά οικονομικά προβλήματα βιωσιμότητας σε εμπόρους και εταιρείες. Στην πράξη βελτιώνεται η άσκηση αποτελεσματικού ελέγχου για την εξακρίβωση της εκ μέρους των διοικουμένων τηρήσεως των οικονομικών υποχρεώσεών τους, χωρίς όμως να ενθαρρύνεται η απραξία των αρμοδίων διοικητικών αρχών, ως απότοκο της μεγάλης διάρκειας του χρόνου της παραγραφής. Παύουν οι διοικούμενοι να είναι έκθετοι σε μακρά περίοδο ανασφάλειας δικαίου – που αποτελεί, σε συνδυασμό και με τις συνεχείς μεταβολές της σχετικής με φόρους, τέλη, εισφορές και συναφείς κυρώσεις νομοθεσίας».
Γιώργος Καββαθάς
(πρόεδρος ΓΣΕΒΕΕ):
«Η απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ ότι είναι αντισυνταγματική η συνεχής παράταση παραγραφής των φορολογικών αξιώσεων και ότι ο μέγιστος χρόνος αξίωσης φορολογητέας ύλης είναι 5ετής, ασφαλώς αποτελεί μια θετική εξέλιξη για την αγορά, υπό την έννοια της υπεράσπισης της ασφάλειας δικαίου των φορολογουμένων, με σημαντικές συνέπειες για τον οικονομικό προγραμματισμό των επιχειρήσεων, των επαγγελματιών και των νοικοκυριών. Άλλωστε, με το προϋφιστάμενο καθεστώς, οι επιχειρήσεις παρέμεναν όμηροι των φορολογικών αρχών, χωρίς να έχουν δυνατότητα οριστικής διευθέτησης μιας υπόθεσης, ενώ σφάλματα ή παραλείψεις μιας χρονιάς συμπαρέσυραν και τα αποτελέσματα άλλων χρήσεων, πολλές φορές οδηγώντας σε υψηλά πρόστιμα. Ωστόσο, θα πρέπει να τονιστεί ότι ενώ η απόφαση είναι ευεργετική για την πλειονότητα των επιχειρήσεων, για τις οποίες δεν τεκμαίρεται κάποιας μορφής δόλος στις φορολογικές τους υποθέσεις, για τις επιχειρήσεις και τα φυσικά πρόσωπα τα οποία δεν ελέγχθηκαν εγκαίρως στο παρελθόν και για τα οποία προκύπτουν αποδείξεις για αξιόποινες πράξεις και παράνομη νομιμοποίηση εσόδων θεωρούμε ότι θα πρέπει η δικαιοσύνη και οι φορολογικές αρχές να ελέγξουν τη δυνατότητα καθιέρωσης μεταβατικής περιόδου, μέχρι να ολοκληρωθούν υποθέσεις μείζονος οικονομικού αντικειμένου/ενδιαφέροντος για την ελληνική κοινωνία και την πολιτεία».
Αθανάσιος Σαββάκης
(πρόεδρος ΣΒΒΕ):
«Το θέμα έχει δύο όψεις. Η μία είναι το θέμα του αθέμιτου ανταγωνισμού, δηλαδή της διαχείρισης των στρατηγικών κακοπληρωτών και επί της ουσίας επαναφέρει στο προσκήνιο αυτό που εμείς μονίμως ζητούμε: έναν ελεγκτικό μηχανισμό, ο οποίος να δουλεύει αποδοτικά και άμεσα. Διότι αν έχεις ελεγκτικό μηχανισμό αποδοτικό, δεν θα έχεις τέτοια θέματα φορολογικών εκκρεμοτήτων πέραν της πενταετίας ή και πενταετίας ακόμη. Η απόφαση είναι, λοιπόν, θετικότατη αλλά από την άλλη πλευρά, για να μην υπάρχει το ηθικό ζήτημα, πρέπει να δημιουργηθεί ή εν πάση περιπτώσει να μπει σε εφαρμογή και ένας ελεγκτικός μηχανισμός, ο οποίος θα είναι ιδιαίτερα άμεσος και αποδοτικός».
Κυριάκος Λουφάκης
(πρόεδρος ΣΕΒΕ):
«Νομίζω ότι είναι θετική η απόφαση, υπό την έννοια ότι δεν είναι δυνατόν να επιχειρείς όταν παραμένουν πολύ μακροχρόνιες εκκρεμότητες. Ένα από τα μεγαλύτερα αντικίνητρα της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα, το οποίο αναδεικνύεται καθημερνά, είναι η αργή απονομή δικαιοσύνης. Είναι προφανές ότι μιλάμε εδώ για τις ανέλεγκτες φορολογικές υποθέσεις, ακριβώς για θέματα απονομής δικαιοσύνης. Δεν μπορεί να σέρνεται μια υπόθεση πέραν των πέντε ετών, και τα πέντε χρόνια ακόμη είναι πολλά. Πρέπει να ξεκαθαρίζουν και να τελειώνουν τα πράγματα πολύ πιο γρήγορα, άρα η απόφαση είναι σίγουρα προς τη σωστή κατεύθυνση, προς την τόνωση του “επιχειρείν”. Εκείνο που θα μπορούσα να πω είναι ότι ενδεχομένως να είναι και πολύ δειλή. Δεν θέλουμε να χαρίζονται χρήματα, αλλά θα πρέπει να λαμβάνονται γρήγορα αποφάσεις. Γιατί τώρα με αυτή τη “φάμπρικα” που ίσχυε, παράταση στην παράταση, τα αποτελέσματα είναι αφενός δημιουργία αντιεπενδυτικού κλίματος λόγω των αβεβαιοτήτων, που συντηρεί αυτό το σύστημα και δεύτερον η επανάπαυση των ελεγκτικών μηχανισμών. Άρα η απόφαση είναι σωστή, θετική».
Δημήτρης Μπακατσέλος
(πρόεδρος ΕΒΕΘ):
«Η απόφαση είναι προφανώς θετική. Δεν μπορούν οι επιχειρήσεις και το “επιχειρείν” να είναι δέσμιοι της γραφειοκρατίας και της αδυναμίας του κράτους να κάνει τους απαραίτητους ελέγχους. Τέτοιες καθυστερήσεις λειτουργούν ενάντια στο “επιχειρείν” και δημιουργούν θολό τοπίο. Προφανώς και πρέπει να υπάρχουν έλεγχοι, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να “σέρνονται” χρονικά και να υπάρχει και αυτή η αβεβαιότητα, ο ένας σου λέει κατέστρεψε τα στοιχεία, ο άλλος σου λέει μην τα καταστρέφεις κ.ο.κ.
Πάντα είμαστε υπέρ των ξεκάθαρων όρων, είτε αφορά τη φορολογία είτε αφορά τους ελέγχους. Μόνο αυτό μπορεί να βοηθήσει την επιχειρηματικότητα και αυτό ζητούμε και οι εντός και οι εκτός συνόρων εν δυνάμει επενδυτές. Άρα η απόφαση είναι θετική. Υπάρχει βέβαια και άλλη μία διάσταση, όσον αφορά τις διάφορες λίστες των εν δυνάμει φοροφυγάδων. Σε αυτό δεν θέλουμε να δοθεί συγχωροχάρτι, αλλά από την άλλη μεριά πρέπει παράλληλα να υπάρχει ο κατάλληλος μηχανισμός που να δρα άμεσα και αποτελεσματικά».
Κωνσταντίνος Κόλλιας
(πρόεδρος Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος):
«Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι μια απόφαση που θέτει το θέμα των φορολογικών ελέγχων στις σωστές του διαστάσεις. Με αυτή μπαίνει τέλος στην πολυετή ομηρία των ελεγχόμενων, οι οποίοι καλούνται -μέχρι και σήμερα- να προσκομίζουν στοιχεία και παραστατικά που στην πράξη είναι αδύνατον να έχουν στη διάθεσή τους.
Με δεδομένες τις συνεχείς αλλαγές στη φορολογική νομοθεσία, είναι τουλάχιστον παράλογο να ζητείται από τον ελεγχόμενο να έχει στην κατοχή του έγγραφα δέκα και δεκαπέντε ετών πίσω. Σε μια περίοδο σχεδόν απόλυτης ηλεκτρονικοποίησης των φορολογικών συναλλαγών, δεν μπορεί οι έλεγχοι να γίνονται με όρους του προηγούμενου αιώνα. Η απόφαση του ΣτΕ αποκαθιστά το κράτος δικαίου στη συγκεκριμένη περίπτωση και εξορθολογίζει σε μεγάλο βαθμό τις διαδικασίες των φορολογικών ελέγχων. Προσοχή! Δεν πρέπει, σε καμία περίπτωση, η απόφαση αυτή να αποτελέσει άλλοθι για να μη συνεχιστούν οι έλεγχοι για τις λίστες Λαγκάρντ και Μπόργιανς. Αναμένουμε από τη φορολογική διοίκηση και τις αρχές να εφαρμόσουν άμεσα την απόφαση, αναπροσαρμόζοντας καταλλήλως και την προσέγγισή τους στο θέμα».
Παύλος Ραβάνης
(πρόεδρος Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας):
«Κάποια στιγμή θα έπρεπε να διευθετηθεί αυτό το θέμα. Δεν είναι δυνατό να παραμένουν οι επιχειρήσεις σε ομηρία για 10 ή παραπάνω χρόνια και πολλές φορές να εμπλέκεται η δικαιοσύνη με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους της. Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας πέρα από τις επιχειρήσεις, θα διευκολύνει και τον ελεγκτικό μηχανισμό. Το πλέον κρίσιμο θέμα για τον επιχειρηματικό κόσμο είναι η θέσπιση ενός σταθερού φορολογικού πλαισίου».
Παναγιώτης Παπαδόπουλος
(πρόεδρος Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης):
«Πρόκειται για μία πολύ σωστή απόφαση, η οποία βάζει τέρμα στην ομηρία των επιχειρήσεων. Τα πέντε χρόνια είναι υπεραρκετός χρόνος για να γίνονται οι έλεγχοι, οι επιχειρήσεις δεν πρέπει να πορεύονται για μεγάλο διάστημα χωρίς να γνωρίζουν τι έχουν μπροστά τους».
Μιχάλης Ζορπίδης
(πρόεδρος Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης):
«Οι έλεγχοι πρέπει να επισπευσθούν, δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για την πρακτική των παρατάσεων των παραγραφών.
Είναι πραγματικά αδιανόητο να υπάρχει νομικό πλαίσιο που να επιτρέπει φορολογικούς ελέγχους 10-15 χρόνια πίσω και για αυτό πιστεύω ότι το ΣτΕ πολύ καλώς βάζει ένα τέλος σε αυτόν τον παραλογισμό».
Παντελής Φιλιππίδης
(πρόεδρος Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης):
«Είναι πραγματικά ντροπή το γεγονός ότι χρειάζεται το Συμβούλιο της Επικρατείας για να εφαρμοστούν τα αυτονόητα. Οι έλεγχοι πρέπει να γίνονται γρήγορα ώστε οι επιχειρήσεις να μπορούν να κάνουν απερίσπαστες τον προγραμματισμό τους».