Στο εξαιρετικά χαμηλό μερίδιο των επενδύσεων στη σύνθεση του ΑΕΠ εστιάζει η Eurobank, στο εβδομαδιαίο δελτίο για την ελληνική οικονομία «7 Ημέρες Οικονομία».
Αναλύοντας τη σύνθεση του ΑΕΠ, η ελληνική τράπεζα παρατηρεί τα εξής:
- το μερίδιο της ιδιωτικής κατανάλωσης ενισχύθηκε κατά 5,1 μονάδες – δηλαδή από 64,8% το 2007 στο 69,9% το 2015
- το μερίδιο της δημόσιας κατανάλωσης μειώθηκε οριακά κατά 0,4 μονάδες
- το μερίδιο του ακαθαρίστου σχηματισμού πάγιου κεφαλαίου συρρικνώθηκε κατά 14,5 μονάδες
- το μερίδιο των εξαγωγών αυξήθηκε κατά 9,4 μονάδες
- το μερίδιο των εισαγωγών μειώθηκε κατά 3,2 μονάδες
Όπως εξηγείται στη συνέχεια, η αύξηση του μεριδίου της ιδιωτικής κατανάλωσης οφείλεται στη διαδικασία εξομάλυνσης της κατανάλωσης, μέσω της μείωσης του πλούτου των νοικοκυριών, ενώ η ενίσχυση του μεριδίου των εξαγωγών ερμηνεύεται από το γεγονός ότι η εξωτερική ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες ενισχύθηκε, σε σχέση με την εγχώρια.
Η Eurobank διαπιστώνει παράλληλα, πως η ελληνική οικονομία παρουσιάζει το υψηλότερο μερίδιο ιδιωτικής κατανάλωσης και το χαμηλότερο μερίδιο επένδυσης, ανάμεσα στα κράτη – μέλη της Ε.Ε.
Όσον αφορά το πρώτο μέγεθος, η απόκλιση ανάμεσα στην ελληνική οικονομία και την Ε.Ε. είναι στις 13,6 μονάδες (69,9% – 56,3%) ενώ όσον αφορά το δεύτερο, διαμορφώνεται στις 8,0 μονάδες (11,5% – 19,5%).
Κατά την Eurobank επομένως, η αύξηση του μεριδίου των επενδύσεων, η οποία συνιστά αναγκαία συνθήκη για την επιστροφή της οικονομίας σε βιώσιμους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης, προϋποθέτει:
- την ανάκαμψη του μεριδίου της ιδιωτικής αποταμίευσης
- την ύπαρξη όχι υπερβολικών πλεονασμάτων στον κυβερνητικό προϋπολογισμό
- τη δημιουργία – για κάποιο χρονικό διάστημα – ελεγχόμενου ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο
naftemporiki.gr