Skip to main content

Λιμνάζει ο έλεγχος στα 65 CD και τις λίστες μεγάλου πλούτου

Από την έντυπη έκδοση

Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]

Επιστολή-βόμβα με την οποία περιγράφονται και αναδεικνύονται σημαντικά προβλήματα και αδυναμίες που εμποδίζουν την έγκαιρη ολοκλήρωση των ελέγχων σε υποθέσεις μεγάλης φοροδιαφυγής οικονομικά ισχυρών, με πολύ μεγάλα ποσά καταθέσεων, μη δικαιολογούμενων από τα δηλωθέντα εισοδήματά τους, απέστειλε πρόσφατα ο οικονομικός εισαγγελέας του ΣΔΟΕ Παν. Αθανασίου στην πολιτική ηγεσία των υπουργείων Οικονομικών, Δικαιοσύνης και Επικρατείας για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς.  Από την επιστολή του κ. Αθανασίου προκύπτει ότι στα χέρια των οικονομικών εισαγγελέων και του ΣΔΟΕ βρίσκονται υποθέσεις «φωτιά» που μπορούν να φέρουν στα δημόσια ταμεία σημαντικά έσοδα από φοροδιαφυγή και αδήλωτο πλούτο.

Πρόκειται για ένα τεράστιο αρχείο κατανεμημένo σε 65 CD, με στοιχεία για 1.364.069 Ελληνες φορολογουμένους, οι οποίοι σε ένα τουλάχιστον από τα έτη της περιόδου 2000-2012 πραγματοποίησαν συναλλαγές άνω των 300.000 ευρώ μέσω των τραπεζικών τους λογαριασμών. Πρόκειται επίσης και για τις γνωστές λίστες μεγαλοκαταθετών και μεγαλοεπενδυτών, όπως η λίστα Λαγκάρντ που περιλαμβάνει στοιχεία για 2.062 φυσικά και νομικά πρόσωπα ελληνικής υπηκοότητας ή επωνυμίας με επενδύσεις στην ελβετική τράπεζα ΗSBC, η λίστα 54.246 φορολογουμένων που έβγαλαν χρηματικά ποσά άνω των 100.000 ευρώ σε τράπεζες του εξωτερικού, η λίστα καταθετών του Λουξεμβούργου και η λίστα με αγοραστές ακινήτων στη Βρετανία.

Με την 25σέλιδη επιστολή του, ο κ. Αθανασίου εκπέμπει SOS στην κυβέρνηση, τονίζοντας, ουσιαστικά, ότι με τους περισσότερους από αυτούς τους πολύ σημαντικούς ελέγχους ασχολούνται μόνο 20 άτομα και ζητεί μεταξύ των άλλων να τεθούν άμεσα στη διάθεσή του 300 ελεγκτές ιδιαίτερα αυξημένων προσόντων προκειμένου να ασχοληθούν αποκλειστικά με το δύσκολο έργο των ελέγχων σε όλες αυτές τις μεγάλες λίστες υπόπτων για φοροδιαφυγή.  

Σύμφωνα με τα όσα αποκαλύπτονται στην επιστολή του κ. Αθανασίου, το ΣΔΟΕ ζήτησε εγγράφως στις 15-6-2012 από την Ελληνική Ενωση Τραπεζών να μεριμνήσει ώστε οι τράπεζες να αποστείλουν σε ηλεκτρονική μορφή αρχεία στα οποία να αποτυπώνονται τα στοιχεία φυσικών προσώπων που διαθέτουν ή διέθεταν από την 1η-1-2000 έως και την 8η-6-2012, ατομικά ή κοινά, πάσης φύσεως τραπεζικούς λογαριασμούς (εκτός λογαριασμών όψεως) μέσω των οποίων είχαν διενεργηθεί, τουλάχιστον σε ένα έτος, συναλλαγές άνω των 300.000 ευρώ ή εμβάσματα προς το εξωτερικό άνω των 100.000 ευρώ. Στα συγκεκριμένα αρχεία θα έπρεπε να καταγράφονται οι κινήσεις των λογαριασμών από την 1η-1-2000 έως και την 8η-6-2012.

Οι τράπεζες έστειλαν τα ζητούμενα στοιχεία σε ηλεκτρονικά αρχεία (USB, CD) ή μέσω e-mail ή μέσω του συστήματος ΔΙΑΣ ή σε έντυπη μορφή. Τον Δεκέμβριο του 2013 όλο το σχετικό υλικό, το οποίο αφορούσε συνολικά 1.364.069 ΑΦΜ, υποβλήθηκε, πριν από οποιαδήποτε επεξεργασία, στο γραφείο των οικονομικών εισαγγελέων Παν. Αθανασίου και Γαλ. Μπρη.

Κατόπιν εντολής του κ. Παν. Αθανασίου, παραγγέλθηκε η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης προς διαπίστωση τέλεσης αξιόποινων πράξεων, βάσει των παραπάνω στοιχείων που απέστειλαν τα πιστωτικά ιδρύματα. Ακολούθησε πολύμηνη επεξεργασία του ανωτέρω υλικού από υπάλληλο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του υπουργείου Οικονομικών, ο οποίος ταξινόμησε το υλικό και το εγκατέστησε σε βάση δεδομένων. Η εργασία του ανωτέρω υπαλλήλου ολοκληρώθηκε περί τα τέλη του 2014.

Με απόφαση που εξέδωσε η Γενική Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων στις 29-9-2014 συστήθηκε στο Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕΦΟΜΕΠ) Αυτοτελές Τμήμα Ελέγχου με αρμοδιότητα τη διενέργεια φορολογικού ελέγχου φυσικών προσώπων όλης της επικράτειας, κατόπιν παραγγελιών του εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος. Ηδη εδώ και 5 μήνες διενεργούνται έλεγχοι προσώπων που εμπεριέχονται στο ως άνω ηλεκτρονικό αρχείο, από το Αυτοτελές Τμήμα Ελέγχου του ΚΕΦΟΜΕΠ που έχει διατεθεί στο γραφείο των οικονομικών εισαγγελέων. Στο εν λόγω τμήμα υπηρετούν σήμερα 20 ελεγκτές.

Εν κατακλείδι

Στην επιστολή του ο κ. Αθανασίου καταλήγει επισημαίνοντας:

«Η κατ’ ελάχιστον ανταπόκριση του Αυτοτελούς Τμήματος Ελέγχου και κατ’ επέκταση του Γραφείου μας, απαιτεί ως προς το συγκεκριμένο μέρος των αρμοδιοτήτων μας, τη στελέχωσή του με 300 εξειδικευμένους ελεγκτές και χρήστες πληροφορικής επιπλέον των ήδη υπηρετούντων. Περαιτέρω, για την εξέλιξη και ολοκλήρωση των ελέγχων των ως άνω υποθέσεων … απαιτείται και η εξασφάλιση του ανάλογου τεχνικού εξοπλισμού, ο οποίος συνίσταται σε σταθερούς και φορητούς ηλεκτρονικούς υπολογιστές, εκτυπωτές, σκάνερ και φωτοτυπικά μηχανήματα, καθώς και αναλώσιμα αυτού….».

Δεν επαρκεί το υπάρχον προσωπικό

Χαρακτηριστικά των προβλημάτων που αντιμετωπίστηκαν στην προσπάθεια να ελεγχθούν όλες οι παραπάνω υποθέσεις είναι και τα παρακάτω αποσπάσματα της επιστολής:

* Η εκτέλεση των συγκεκριμένων ελέγχων (σ.σ.: στο 1.364.069 καταθέτες της περιόδου 2000-2012) αφορά έρευνα που για τη διακρίβωση του κατά περίπτωση ερευνώμενου αδικήματος απαιτείται η διενέργεια εξειδικευμένων και μεγάλης έκτασης ελεγκτικών επαληθεύσεων, που άπτονται στον έλεγχο της κίνησης του συνόλου των τραπεζικών λογαριασμών των εμπλεκομένων προσώπων, προκειμένου κατόπιν επεξεργασίας να προσδιοριστεί η πραγματική περιουσία και εν συνεχεία να συγκριθεί με τα δηλωθέντα εισοδήματα προς εντοπισμό αδήλωτων εισοδημάτων.

Σε πολλές περιπτώσεις πλέον της αναλυτικής κίνησης των τραπεζικών λογαριασμών απαιτείται και ο έλεγχος των παραστατικών συγκεκριμένων συναλλαγών (επιταγών, γραμματίων καταθέσεων και αναλήψεων, εντολών εμβασμάτων κ.λπ.).
Το χρονικό διάστημα που απαιτείται για τη συγκέντρωση των ως άνω απαραίτητων στοιχείων είναι μεγάλο και τις περισσότερες φορές δεν εξαρτάται από τις ενέργειες της υπηρεσίας μας.

115 ημέρες

* Ο συνολικός ενδεικτικός χρόνος ολοκλήρωσης του ελέγχου μιας μέσης υπόθεσης, με την παραδοχή ότι ο ελεγκτής ασχολείται αποκλειστικά με τη συγκεκριμένη υπόθεση, φθάνει τις 115 μέρες.

* Σύμφωνα με την υφιστάμενη στελέχωση του Αυτοτελούς Τμήματος Ελέγχου που συνεστήθη στο Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕΦΟΜΕΠ) για τον έλεγχο μεγάλων υποθέσεων φοροδιαφυγής και παράνομου πλουτισμού, κάθε ένας από τους 20 ελεγκτές της υπηρεσίας αυτής δύναται να ολοκληρώνει ανά έτος, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα (έλεγχο τραπεζικών λογαριασμών, πόθεν έσχες κ.λπ.), κατά μέσο όρο τρεις έως πέντε υποθέσεις!