Μια στάση πληρωμών ή/και έξοδος από τη ζώνη του ευρώ θα ήταν μια εξαιρετικά αντιπαραγωγική και άκρως επικίνδυνη στρατηγική για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας, υπογραμμίζει η Eurobank σε μελέτη της με τίτλο «Grexit: γιατί δεν θα συμβεί».
Με αφορμή τη διοχέτευση σειράς σεναρίων στον διεθνή Τύπο για το ενδεχόμενο ενός σοβαρού «ατυχήματος» («Graccident») στην Ελλάδα το επόμενο διάστημα – κυρίως λόγω των αυξημένων υποχρεώσεων της χώρας για την αποπληρωμή τόκων και χρεολυσίων και την έως σήμερα μη επίτευξη συμφωνίας με τους επίσημους δανειστές για την υλοποίηση των αποφάσεων του Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου – η μελέτη επιχειρεί να αξιολογήσει τις πιθανότητες πραγματοποίησης κάποιων εκ των σεναρίων αυτών καθώς και τις δυνητικές τους επιπτώσεις.
Μεταξύ άλλων, η μελέτη σημειώνει ότι άνω του 95% του ελληνικού δημόσιου χρέους είναι σήμερα σε ευρώ και το μεγαλύτερο μέρος του (άνω το 80%) έχει συναφθεί σε ξένο δίκαιο. «Αυτό σημαίνει ουσιαστικά ότι μια χρεοκοπία θα εξέθετε τη χώρα σε τεράστια νομική αβεβαιότητα και τον κίνδυνο δαπανηρών και χρονοβόρων διαδικασιών για την επίλυση μεγάλων νομικών διαφορών με τους διεθνείς πιστωτές», επισημαίνει η Eurobank.
Επιπλέον, σε περίπτωση εξόδου από την ΟΝΕ, η μετατροπή των εγχώριων συμβάσεων και συμβατικών απαιτήσεων (πχ. τραπεζικά δάνεια και καταθέσεις) στο νέο εθνικό νόμισμα θα ήταν αποσταθεροποιητική για τους καταθέτες, το τραπεζικό σύστημα, το εγχώριο επιχειρηματικό περιβάλλον και, ιδιαίτερα, τις οικονομικά ασθενέστερες ομάδες του πληθυσμού.
Επιπλέον, η μελέτη υποστηρίζει ότι η χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας δεν αποτελεί κατά κύριο λόγο πρόβλημα υψηλότερου σχετικού μισθολογικού κόστους σε σχέση με τους κύριους εμπορικούς εταίρους. Αντ’ αυτού, αντανακλά κυρίως σειρά άλλων παραγόντων που συνεχίζουν να παρεμποδίζουν τον εξαγωγικό προσανατολισμό της οικονομίας. Οι στρεβλώσεις αυτές πρέπει να αντιμετωπισθούν με σαρωτικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς και στο εσωτερικό κανονιστικό και θεσμικό πλαίσιο.
Συμπερασματικά, η Eurobank υποστηρίζει ότι μια εξωτερική υποτίμηση (δηλ. μέσω εξόδου από την Ευρωζώνη και υιοθέτησης νέου νομίσματος) δεν θα επέλυε τα ανωτέρω προβλήματα μακροπρόθεσμα, ιδιαίτερα καθώς θα υπονόμευε τη σταθερότητα και την ποιότητα του εγχώριου θεσμικού περιβάλλοντος, θα αποσταθεροποιούσε την εγχώρια παραγωγική βάση (η οποία εξακολουθεί να παρουσιάζει μεγάλο εισαγωγικό περιεχόμενο) και θα αποδυνάμωνε την όποια ορμή και διάθεση για δομικές μεταρρυθμίσεις.
Με στόχο την στήριξη των ανωτέρω απόψεων, η έκθεση παρουσιάζει μια σύντομη αναδρομή σε σειρά σημαντικών υποτιμήσεων της δραχμής που έλαβαν χώρα τη μεταπολεμική περίοδο και εξηγεί γιατί αυτές απέτυχαν σε μεγάλο βαθμό να τονώσουν την ανταγωνιστικότητα και τον εξαγωγικό προσανατολισμό της ελληνικής οικονομίας σε μακροχρόνια βάση.
Το κύριο συμπέρασμα που εξάγεται είναι ότι οι εν λόγω υποτιμήσεις δεν συνοδεύτηκαν από ένα αξιόπιστο μείγμα οικονομικής πολιτικής και συνεπώς δε διασφάλισαν μακροχρόνια οφέλη για την πραγματική οικονομία
Σύμφωνα με τη Eurobank, μια βιώσιμη μακροπρόθεσμη στρατηγική ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία πρέπει να στοχεύει σε:
- Άμεση τόνωση της εγχώριας επενδυτικής δραστηριότητας (κυρίως στον ιδιωτικό τομέα, αλλά και μέσω του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων) με στόχο τη σταδιακή αναστροφή της τεράστιας αποεπένδυσης που έλαβε χώρα την τελευταία εξαετία.
- Βελτίωση του εξαγωγικού προσανατολισμού της Ελλάδας, που παρά τη μεγάλη προσαρμογή που έχει ήδη επιτελεσθεί σε όρους σχετικού μισθολογικού κόστους, παραμένει μια μικρή και κλειστή οικονομία.
- Περαιτέρω τόνωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, κυρίως σε τομείς και κατευθύνσεις που δεν σχετίζονται αμιγώς με την εξέλιξη του σχετικού μισθολογικού κόστους (non-cost competitiveness).
- Συνοπτικά, κάποιες από τις προαναφερθείσες στρατηγικές και παρεμβάσεις πρέπει να στοχεύουν σε: περαιτέρω διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων & υπηρεσιών, βελτίωση και απλοποίηση του φορολογικού συστήματος και εξυγίανση του καθεστώτος επιστροφής ΦΠΑ, κίνητρα για R&D, άρση διοικητικών & γραφειοκρατικών εμποδίων, απλοποίηση μεταφορικών διαδικασιών, απλοποίηση διαδικασιών απόκτησης πιστοποιητικών & διενέργειας ελέγχων, βελτίωση υφιστάμενων εκτελωνιστικών & τελωνειακών διαδικασιών, ενίσχυση τεχνολογικού περιεχομένου εξαγωγών, κίνητρα και προώθηση στρατηγικών συνεργασιών και αύξηση του βαθμού συγκέντρωσης σε κρίσιμους τομείς με στόχο την επίτευξη οικονομιών κλίμακας και την ευκολότερη πρόσβαση στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας.