Από την έντυπη έκδοση
Αισθανόμαστε τις επιπτώσεις της ανησυχίας όχι για μία πανδημία, αλλά για δύο. Πρώτον, υπάρχει η πανδημία του Covid-19, που μας ανησυχεί γιατί εμείς ή οι άνθρωποι που αγαπάμε οπουδήποτε στον κόσμο μπορεί σύντομα να αρρωστήσουμε σοβαρά και ακόμη και να πεθάνουμε. Και, δεύτερον, υπάρχει η πανδημία της ανησυχίας σχετικά με τις οικονομικές συνέπειες της πρώτης.
Αυτές οι δύο πανδημίες είναι αλληλένδετες, δεν είναι όμως το ίδιο φαινόμενο. Στη δεύτερη πανδημία, οι ιστορίες φόβου έχουν γίνει τόσο viral που συχνά τις σκεφτόμαστε διαρκώς. Η χρηματιστηριακή αγορά κατρακυλά σαν βράχος, προφανώς ανταποκρινόμενη στις ιστορίες του Covid-19 που απειλεί τη ζωή μας, εκτός κι αν αναλάβουμε κάποια δράση. Όμως, σε αντίθεση με τον ίδιο τον Covid-19, η πηγή του άγχους μας είναι ότι δεν είμαστε σίγουροι για το τι πρέπει να κάνουμε.
Δεν είναι καλά τα νέα όταν δύο πανδημίες λειτουργούν ταυτόχρονα. Η μία μπορεί να τροφοδοτήσει την άλλη. Το κλείσιμο των επιχειρήσεων, η αυξανόμενη ανεργία και η απώλεια εισοδήματος που προκαλούν οικονομικό άγχος ενδεχομένως με τη σειρά τους να αποτρέψουν τους ανθρώπους -απελπισμένους για εργασία- να λάβουν επαρκείς προφυλάξεις κατά της εξάπλωσης της νόσου.
Επιπλέον, δεν είναι καλά τα νέα όταν δύο μεταδόσεις αποτελούν, ουσιαστικά, παγκόσμιες πανδημίες. Όταν η πτώση της ζήτησης περιορίζεται σε μία χώρα, η απώλεια εν μέρει εξαπλώνεται στο εξωτερικό, ενώ η ζήτηση για τις εξαγωγές της χώρας δεν μειώνεται πολύ. Εντούτοις αυτή τη φορά, αυτή η φυσική βαλβίδα ασφαλείας δεν θα λειτουργήσει, επειδή η ύφεση απειλεί σχεδόν όλες τις χώρες.
Υποπροϊόν της κρίσης του Covid-19
Πολλοί άνθρωποι υποθέτουν ότι το οικονομικό άγχος δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα άμεσο υποπροϊόν της κρίσης του Covid-19 – μία απολύτως λογική αντίδραση στην πανδημία του νέου κορονοϊού. Το άγχος όμως αυτό δεν είναι απόλυτα λογικό. Η πανδημία του οικονομικού άγχους, που εξαπλώνεται μέσα από την πανικοβλημένη αντίδραση στις πτώσεις τιμών και στα μεταβαλλόμενα αφηγήματα, έχει τη δική της ζωή.
Οι συνέπειες της οικονομικής ανησυχίας στη χρηματιστηριακή αγορά μπορεί να μεταδίδονται από ένα φαινόμενο που ο ψυχολόγος Πολ Σλόβιτς του Πανεπιστημίου του Όρεγκον και οι συνάδελφοί του αποκαλούν «εφευρετικός επηρεασμός». Όταν οι άνθρωποι είναι συναισθηματικά αναστατωμένοι εξαιτίας ενός τραγικού γεγονότος, αντιδρούν με φόβο ακόμη και σε περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει λόγος να φοβούνται.
Σε μία κοινή δημοσίευση με τον Ουίλιαμ Γκέτζμαν και τον Ντασόλ Κιμ, διαπιστώσαμε ότι οι γειτονικοί σεισμοί επηρεάζουν την κρίση των ανθρώπων σχετικά με την πιθανότητα κατάρρευσης των χρηματιστηριακών αγορών σε κλίμακα όπως το 1929 ή το 1987. Αν υπήρχε ένας σημαντικός σεισμός σε επίκεντρο 30 μιλίων (48 χιλιόμετρα) τις προηγούμενες 30 ημέρες, η εκτίμηση των ερωτηθέντων για την πιθανότητα κατάρρευσης θα ήταν σημαντικά υψηλότερη. Αυτός είναι ο εφευρετικός επηρεασμός στην πράξη.
Μπορεί να είναι πιο λογικό να περιμένουμε μία πτώση της αγοράς μετοχών από μία πανδημία παρά από έναν σεισμό, αλλά ίσως όχι μία κατάρρευση του μεγέθους που παρατηρήθηκε πρόσφατα. Αν πιστεύαμε ευρέως ότι μία θεραπεία θα μπορούσε να περιορίσει την ένταση της πανδημίας του Covid-19 σε λίγους μήνες ή ακόμη και ότι η πανδημία θα διαρκέσει ένα ή δύο χρόνια, αυτό θα υποδήλωνε ότι το ρίσκο της χρηματιστηριακής αγοράς δεν είναι τόσο μεγάλο για έναν μακροπρόθεσμο επενδυτή. Κάποιος θα μπορούσε να αγοράσει, να κρατήσει και να περιμένει.
Όμως η μετάδοση του οικονομικού άγχους λειτουργεί διαφορετικά από τη μόλυνση των ασθενειών. Τροφοδοτείται εν μέρει από το γεγονός ότι οι άνθρωποι παρατηρούν την έλλειψη εμπιστοσύνης στους άλλους, που αντανακλάται στην πτώση των τιμών και στη συναισθηματική αντίδρασή τους στις πτώσεις αυτές. Μία αρνητική φούσκα στο χρηματιστήριο συμβαίνει όταν οι άνθρωποι βλέπουν τις τιμές να πέφτουν και προσπαθώντας να ανακαλύψουν το γιατί, αρχίζουν να ενισχύουν ιστορίες που εξηγούν την πτώση. Στη συνέχεια, οι τιμές πέφτουν τις επόμενες ημέρες, ξανά και ξανά.
Διαδοχικές μειώσεις στις τιμές των μετοχών
Παρατηρώντας τις διαδοχικές μειώσεις των τιμών των μετοχών δημιουργείται ένα ισχυρό αίσθημα λύπης σε αυτούς που δεν έχουν πουλήσει, μαζί με φόβο ότι κάποιος θα μπορούσε να πουλήσει σε χαμηλά επίπεδά. Αυτή η λύπη και ο φόβος αντανακλούν το συμφέρον των ανθρώπων και στα δύο αφηγήματα της πανδημίας. Το πώς θα κινηθεί η αγορά εξαρτάται από τη φύση τους και την εξέλιξή τους.
Για παράδειγμα, ας αναλογιστούμε ότι η χρηματιστηριακή αγορά στις ΗΠΑ δεν κατέρρευσε όταν τον Σεπτέμβριο-Οκτώβριο του 1918 τα μέσα ενημέρωσης άρχισαν να καλύπτουν την ισπανική πανδημία γρίπης που τελικά στοίχισε 675.000 ζωές Αμερικανών (και πάνω από πενήντα εκατομμύρια παγκοσμίως). Αντ’ αυτού, οι μηνιαίες τιμές στην αγορά των ΗΠΑ ήταν σε ανοδική πορεία από τον Σεπτέμβριο του 1918 έως τον Ιούλιο του 1919. Γιατί δεν κατέρρευσε η αγορά; Μία πιθανή εξήγηση είναι ότι ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο οποίος πλησίαζε το τέλος του μετά την τελευταία μεγάλη σύγκρουση, τη δεύτερη μάχη του Μάρνη, τον Ιούλιο-Αύγουστο του 1918, προσπέρασε την ιστορία της γρίπης, ειδικά μετά την ανακωχή τον Νοέμβριο εκείνου του έτους. Η ιστορία του πολέμου ήταν πιθανόν περισσότερο μεταδοτική από την ιστορία της γρίπης.
Σύγκριση με τον Α’ Π.Π. και την ισπανική γρίπη
Ένας άλλος λόγος είναι ότι η επιδημιολογία ήταν τότε μόλις στη βρεφική της ηλικία. Οι εστίες δεν ήταν τόσο προβλέψιμες και ο κόσμος δεν εμπιστευόταν τις συμβουλές των εμπειρογνωμόνων, καθώς οι πολίτες είχαν θεωρήσει τα μέτρα κοινωνικής απομάκρυνσης «πρόχειρα». Επιπλέον, κυριαρχούσε η άποψη ότι οι οικονομικές κρίσεις ήταν τραπεζικές κρίσεις και δεν υπήρξε τραπεζική κρίση στις ΗΠΑ, όπου το σύστημα της Federal Reserve, το οποίο είχε ιδρυθεί μόλις μερικά χρόνια νωρίτερα, το 1913, είχε θεωρηθεί ευρέως ως μέσο εξάλειψης αυτού του κινδύνου.
Αλλά ίσως ο πιο σημαντικός λόγος για τον οποίο το οικονομικό αφήγημα είχε σιγάσει κατά τη διάρκεια της επιδημίας της γρίπης του 1918 είναι ότι πολύ λιγότεροι άνθρωποι κατείχαν μετοχές πριν από έναν αιώνα και η αποταμίευση για τη συνταξιοδότηση δεν ήταν τόσο διαδεδομένη όσο σήμερα, εν μέρει επειδή οι άνθρωποι δεν ζούσαν πολύ και συνήθως εξαρτιούνταν από την οικογένεια αν το έκαναν.
Αυτή η φορά φυσικά είναι διαφορετική. Βλέπουμε τον πανικό των καταναλωτών στα τοπικά παντοπωλεία, σε αντίθεση με το 1918, όταν εν καιρώ πολέμου οι ελλείψεις συνέβαιναν τακτικά. Με τη μεγάλη ύφεση πίσω μας, σίγουρα έχουμε επίγνωση της πιθανότητας σημαντικών μειώσεων στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων. Αντί για έναν τραγικό παγκόσμιο πόλεμο, αυτή τη φορά οι ΗΠΑ ασχολούνται με τη δική τους πολιτική πόλωση και υπάρχουν πολλά θυμωμένα αφηγήματα σχετικά με την κακή διαχείριση της κρίσης από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Προβλέψεις για τη χρηματιστηριακή αγορά είναι δύσκολες σε μία εποχή όπως αυτή. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να προβλέψουμε τις άμεσες επιπτώσεις της πανδημίας του Covid-19 στην οικονομία, καθώς και όλες τις πραγματικές και ψυχολογικές επιπτώσεις της πανδημίας στο οικονομικό άγχος. Οι δύο τελευταίες είναι διαφορετικές, αλλά άρρηκτα συνδεμένες.
Copyright: Project Syndicate, 2020
www.project-syndicate.org